Παρασκευή 22 Αυγούστου 2014

Προσκύνημα στην Παναγία την Προυσιώτισσα, την «Κυρά» της Ρούμελης



Την ονόμασαν «Αρχόντισσα» της Ρούμελης. Η Παναγία η Προυσιώτισσα, ένα από τα σημαντικότερα Μοναστήρια της Ελλάδας, βρίσκεται σε εκπληκτικής ομορφιάς απόκρημνη τοποθεσία κοντά στο χωριό Προυσός, στη νοτιοδυτική πλευρά της Ευρυτανίας. Για να φτάσει κανείς εκεί, μπορεί να ακολουθήσει δύο διαδρομές: Είτε ερχόμενος από το Καρπενήσι, είτε από το Αγρίνιο. Και στις δύο περιπτώσεις, η ευρυτανική φύση προσφέρει ανεπανάληπτες εικόνες άγριας ομορφιάς με πανύψηλα βουνά καλυμμένα με έλατα, φαράγγια με πλούσια νερά ορμητικών ποταμών και πυκνή βλάστηση παντού.

Κι όταν ο προσκυνητής αντικρύσει από μακριά την Μονή Προυσσού, δέος πλημμυρίζει την ψυχή του, βλέποντας το Μοναστήρι να βρίσκεται κρεμασμένο στο χείλος μιας απότομης χαράδρας, κλεισμένο ολόγυρα από ψηλά βουνά. Ακόμα μεγαλύτερη έκπληξη τον καταλαμβάνει όταν περπατήσει εντός της Μονής και μπει στο μικρό Καθολικό, που βρίσκεται μέσα σε απότομο βράχο.


Το ιστορικό μοναστηριακό συγκρότημα, που χρονολογείται από το 829 μ.Χ, απέχει 35 χιλιόμετρα από το Καρπενήσι. Στο μονοπάτι που οδηγεί στην Μονή, βρίσκονται «τα πατήματα της Παναγιάς», επτά σχήματα διαφορετικού χρώματος που αποτελούν σύμφωνα με την παράδοση τα ίχνη που άφησε στον κάθετο βράχο που υπάρχει σε αυτό το σημείο, η Παναγία στο δρόμο της για τον Προυσό.

Σύμφωνα με την παράδοση, η ιερή εικόνα της Παναγίας, δημιούργημα του Ευαγγελιστή Λουκά, φυγαδεύτηκε το 829 μχ, κατά την περίοδο της Εικονομαχίας, στην Προύσα της Μικράς Ασίας προκειμένου να γλιτώσει από το κάψιμο των βυζαντινών εικόνων που είχε διατάξει ο Αυτοκράτορας Θεόφιλος. Την εικόνα μετέφερε στην Ελλάδα ένας νεαρός άνδρας που ονομαζόταν Διονύσιος αλλά για άγνωστη αιτία αυτή χάθηκε όταν ο νέος έφθασε στη Θράκη.

Από την Θράκη η εικόνα εμφανίστηκε στην Ευρυτανία, κάνοντας αισθητή την παρουσία της σε έναν βοσκό με έναν φωτεινό στύλο που έφθανε από τη γη στον ουρανό, στις 23 Αυγούστου. Αυτή είναι και η ημερομηνία που γιορτάζεται η μνήμη της εικόνας στην μονή όπου μεταφέρθηκε, καθώς θεωρήθηκε ότι αυτός ήταν ο τόπος που επέλεξε η Μεγαλόχαρη για να «κατοικήσει».

Όπως αναφέρει το ιστορικό της Ιεράς Μονής, πολλά κτίριά της καταστράφηκαν επί Τουρκοκρατίας ενώ στο πιο πρόσφατο παρελθόν, μελανή σελίδα αποτελεί η εισβολή των Γερμανών στο Μοναστήρι στις 16 Αυγούστου του 1944 και η ολοσχερής καταστροφή των κτιρίων. Σύμφωνα με μαρτυρίες μάλιστα, ένας αξιωματικός θέλησε να κάψει και την εκκλησία, κάτι που δεν κατάφερε όσες φορές και αν το επιχείρησε. Το «αόρατο χέρι» της Παναγίας τον εμπόδισε, καθώς μια δύναμη τον έριξε με ορμή στο δάπεδο την ώρα που έδινε διαταγές.

ΤΟ ΤΑΜΑ ΤΟΥ ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗ ΣΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΥΣΙΩΤΙΣΣΑ


Η εικόνα της Παναγίας της Προυσιώτισσας θεωρείται θαυματουργή και για το λόγο αυτό προσελκύει πλήθος πιστών από την Ελλάδα και το Εξωτερικό, ενώ το ασημένιο κάλυμμα της εικόνας το δώρισε ο Γ. Καραϊσκάκης (μαζί με τα στρατιωτικά του παράσημα), ως ένδειξη ευγνωμοσύνης στην Παναγία που τον θεράπευσε από ασθένεια (ελονοσία βαριάς μορφής) από την οποία υπέφερε τον καιρό που φιλοξενούταν στη Μονή στα μέσα της Επανάστασης. Την ένδυση, την κατασκεύασε ο χρυσοχόος Γεωργίος Καρανίκας το 1824 μ.Χ., όπως μας αποκαλύπτει η ανάγλυφη επιγραφή πάνω από τον δεξιό ώμο της Παναγίας: «Η Παντάνασσα. Δι' εξόδων του γενναιοτάτου στρατηγού Γεωργίου Καραϊσκάκη, χειρί Γεωργίου Καρανίκα, 1824».

Η σχέση του μεγάλου - και αδικοχαμένου - οπλαρχηγού της Επανάστασης με την Ιερά Μονή Προυσού ήταν άρρηκτη: Μάλιστα, μέχρι σήμερα υπάρχει εκεί το κελλί στο οποίο διέμενε ο ήρωας του 1821. Επίσης, στο ενδιαφέρον μουσείο που λειτουργεί στο Μοναστήρι ο επισκέπτης μπορεί να θαυμάσει εικόνες από το 15ο και 16ο αιώνα, ιερά άμφια, αργυρά και χρυσά δισκοπότηρα, χειρόγραφοι κώδικες, τυπογραφημένα βιβλία, τη φουστανέλλα και ολόκληρη την πανοπλία του Στρατηγού Γεωργίου Καραϊσκάκη, καθώς και μεγάλα υφάσματα - λάφυρα από τουρκικά τζαμιά που αφιερώθηκαν στη Μονή από τους Αγωνιστές της Επανάστασης. Μια συντριπτική απάντηση στους γραικύλους χριστιανομάχους, που τολμούν και αμφισβητούν τον ΕΘΝΙΚΟ ρόλο της Ορθόδοξης Εκκλησίας κατά τον Ξεσηκωμό του '21!

Έξω από τη Μονή υπάρχουν δύο κάστρα αριστερά και δεξιά, οι «πύργοι του Καραϊσκάκη».
Απέναντι από το Μοναστήρι βρίσκεται το εκκλησάκι των Αγίων Πάντων που χτίστηκε επίσης το 1754 και σε κοντινή απόσταση μπορεί κανείς να επισκεφθεί το οίκημα της Σχολής Γραμμάτων που χτίστηκε το 1820 από τον Επίσκοπο Αγράφων Δοσίθεο.

Σήμερα, στο Μοναστήρι υπάρχουν δύο τριώροφοι ξενώνες για τη φιλοξενία των προσκυνητών, μουσείο εκκλησιαστικών αντικειμένων και μουσείο ελληνικών γραμμάτων της Ρούμελης.

Η κατανυκτική ατμόσφαιρα που επικρατεί στο μικρό Καθολικό κατά τη διάρκεια των Ακολουθιών, καθώς και η ξακουστή ιστορία του Μοναστηριού, ελκύουν πολυπληθείς προσκυνητές σε αυτήν από κάθε γωνιά όπου υπάρχουν Ορθόδοξοι Χριστιανοί, στη χώρα μας και όχι μόνο. Πολλοί από τους επισκέπτες φιλοξενούνται εντός της Μονής, με ιδιαίτερη μάλιστα φροντίδα εκ μέρους του Ηγουμένου Χρυσοστόμου και αρκετών λαϊκών που διακονούν την «Κυρά». Αν λοιπόν όταν πάτε να προσκυνήσετε στην Παναγία την Προυσιώτισσα, θελήσετε να διανυκτερεύσετε εκεί, είναι βέβαιο πως θα θυμάστε με νοσταλγία τις στιγμές που περάσατε σε αυτό το δυσπρόσιτο, μα τόσο ευλογημένο τόπο όπου βρίσκεται η Ιερά Μονή Προυσού…!

* Προδημοσίευση από το νέο του βιβλίο «Μοναστήρια της Στερεάς Ελλάδας», που θα κυκλοφορήσει εντός του Ιουλίου 2014.

Πέμπτη 14 Αυγούστου 2014

Η ταυτόχρονη Ανάστασις και Ανάληψις της Υπεραγίας Θεοτόκου

 



Η ταυτόχρονη Ανάστασις και Ανάληψις της Υπεραγίας Θεοτόκου
Ἀρχιμανδρίτης Ἀρσένιος Κατερέλος
Η ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΗ ΑΝΑΣΤΑΣΙΣ ΚΑΙ ΑΝΑΛΗΨΙΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ (102-Ν-3)
Ἀπό ὅλες τίς Θεομητορικές ἑορτές, ἀγαπητοί μου προσκυνηταί, ἀναμφισβήτητα ὑπερδεσπόζει ἡ σημερινή τοιαύτη τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ἡ ὁποία ἑορτή περιλαμβάνει δύο τμήματα.
Τό πρῶτο τμῆμα της εἶναι ἡ Κοίμησις καί ἡ ταφή τῆς Παναγίας Μητέρας μας καί τό δεύτερο τμῆμα εἶναι ἡ ὁλόσωμος Μετάστασις Αὐτῆς εἰς τούς Οὐρανούς, τοὐτέστιν ἡ Ἀνάστασίς Της καί ἡ ταυτόχρονη Ἀνάληψίς Της. Ἔτσι, ἡ Παναγία εὑρίσκεται σωματικῶς μέ ἄφθαρτον σῶμα εἰς τήν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ.
Στό σημεῖο αὐτό, νά διευκρινήσωμε ὅτι ἡ Ἁγία Γραφή δέν εἶναι  ἡ Ἀποκάλυψις τοῦ Θεοῦ αὐτή καθ᾽ ἑαυτή. Εἶναι ἡ θεωρία περί τῆς ἀποκαλύψεως τοῦ Θεοῦ, διότι ἡ Ἀποκάλυψις καί ἡ Πεντηκοστή τοῦ καθενός πιστοῦ εἶναι γεγονότα προσωπικά πού ἐξαρτῶνται ἀπό τήν πνευματική του προσωπική ἰδιοσυχνότητα καί χωρητικότητα.
Ὅμως ἡ Ἁγία Γραφή χωρίς τήν Ἱερά Παράδοσι δέν στέκεται ἀπό μόνη της. Χρειάζονται καί τά δύο. Ἡ Ἱερά Παράδοσις εἶναι ἰσόκυρη μέ τήν Ἁγία Γραφή. Ἄλλωστε, νά μή ξεχνᾶμε, ὅτι κάποια στιγμή ἦλθε ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία καί καθώρισε συγκεκριμένα ποιά θά εἶναι ἀκριβῶς ἡ Καινή Διαθήκη, ποιά βιβλία δηλαδή εἶναι τά θεόπνευστα, ποιά εἶναι ἁπλῶς τά ὠφέλιμα καί ποιά εἶναι τά ψευδεπίγραφα.
Μέ αὐτά ὅλα θέλω νά τονίσω τήν ἀξία τῆς Ἱερᾶς Παραδόσεως καί τῆς Ἀποστολικῆς Παραδόσεως ἐν πρώτοις, ἡ ὁποία φαίνεται σέ πάρα πολλά σημεῖα, ἀκόμη καί στήν σημερινή εὐαγγελική περικοπή (Κυριακή Η´ Ματθαίου), πού ὑπάρχει ἡ μεσολάβησις τῶν Ἀποστόλων μεταξύ Χριστοῦ καί πλήθους. Ὅπως λέγει ὁ Κύριός μας: «Δότε ὑμεῖς αὐτοῖς φαγεῖν». ''Ἐσεῖς νά τούς δώσετε νά φάγουν''.
Βλέπομε δηλαδή σέ ὅλο αὐτό τό θαῦμα, ἐκτός ἀπό φράσεις εὐχαριστιακῆς διαστάσεως πού μᾶς θυμίζουν καί μᾶς ἀνάγουν εἰς τήν Θεία Εὐχαριστία, καί τήν μεσολάβησι τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, πού εἶναι βέβαια τό θεμέλιο τῆς Ἀποστολικῆς Παραδόσεως. Ὅπως λέγομε στό Σύμβολο τῆς Πίστεως ''...Εἰς μίαν Ἁγίαν Καθολικήν, δηλαδή Οἰκουμενικήν, καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν, πού σημαίνει ὅτι ἡ Ἐκκλησία στηρίζεται στήν διδασκαλία τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καί στήν Ἱερά Παράδοσι.
Ἔτσι λοιπόν, σύμφωνα μέ τήν Παράδοσι, ἐφ᾽ ὅσον ἡ Καινή Διαθήκη σκοπίμως τίποτε δέν ἀναφέρει γιά τήν Κοίμησι τῆς Παναγίας, ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος ἐπληροφορήθη κατά τρόπον, μυστικόν μέν ὡς πρός ἐμᾶς σαφέστατον βέβαια ὡς πρός Αὐτήν, κατά τρόπον δηλαδή ἄρρητον, καί συγκεκριμένα ἐπληροφορήθη διά μέσου ἀγγέλου. Εἰρήσθω ἐν παρόδῳ, ὅτι οἱ τρόποι τῆς θεϊκῆς πληροφορίας πού παίρνουν οἱ πραγματικοί Ἅγιοι καί κατά μείζονα λόγον ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, εἶναι ποικίλοι, ἄρρητοι καί ἀπόρρητοι. Διότι, προφανῶς ἀπείρους τρόπους ἔχει ὁ Θεός γιά νά πληροφορῆ τούς πραγματικούς Ἁγίους Του. Ὅμως, ὅλοι αὐτοί οἱ θεϊκοί τρόποι εἶναι ὑπέρ πᾶσαν νόησιν καί αἴσθησιν.  Ἄν τό θέλετε ἀκόμη καί οἱ ἴδιοι οἱ Ἅγιοι νά μᾶς τούς ἐξηγοῦσαν, πού δέν ἐπιτρέπεται βέβαια τίς πλεῖστες ὅσες φορές, ἀλλά καί ὁ ἴδιος ὁ Χριστός νά μᾶς τά ἐξηγοῦσε - ἕνα σχῆμα ὑπερβολῆς καί φανταστικό, μέ τήν καλή τήν ἔννοια -, πάλι ἐμεῖς οἱ ἀμύητοι δέν θά μπορούσαμε νά καταλάβωμε τόν ἀκριβῆ τρόπο τῆς θεϊκῆς πληροφορίας.
Σημασία ὅμως ἔχει γιά τό ἐν λόγῳ θέμα μας, ὅτι ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος ὄντως ἐπληροφορήθη δι᾽ ἀγγέλου ὅτι σέ τρεῖς ἡμέρες θά ἀπήρχετο ἀπό τόν μάταιο τοῦτο κόσμο. Κατά τρόπον δέ θαυμαστόν εὑρέθησαν ὅλοι οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι δίπλα εἰς τήν Ὑπεραγίαν Θεοτόκον ἀπό τά πέρατα τῆς οἰκουμένης πού τότε εὑρίσκοντο καταναλώνοντες ἑαυτούς εἰς τό κήρυγμα καί εἰς τήν διάδοσιν τοῦ Εὐαγγελίου.
Καί ὅταν λέμε ''εὑρέθησαν'' ἐννοοῦμε ὅτι καί οἱ ἴδιοι δηλαδή δέν μποροῦσαν νά τό ἐξηγήσουν. Ἐδῶ φαίνεται πῶς μπορεῖ ὁ Θεός νά μεταθέτη, ὅταν θέλη νά μεταθέση, κάποιον Ἅγιό Του ἀπό τό ἕνα μέρος στό ἄλλο μέρος σέ μηδέν χρόνο. Ἡ ἀπάντησις εἶναι ἁπλῆ. Θεός εἶναι καί «ὅπου Θεός βούλεται νικᾶται φύσεως τάξις», νικᾶται φύσεως τοπική τάξις, καί χρόνου τάξις, κ.ο.κ.
Καί ἔτσι σέ μηδέν χρόνο θαυματουργικῶς εὑρέθησαν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι εἰς ''Γεθσημανῆ τό χωρίον'', διότι τιμῆς ἕνεκεν καί ἀξίως καί δικαίως ἔπρεπε νά προλάβουν νά ἀσπασθοῦν καί νά εὐλογηθοῦν ἀπό τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο πρίν Αὐτή ἀναχωρήση ἀπό αὐτόν τόν κόσμον. Ἔτσι ἡ Παναγία μας τούς εὐλόγησε καί ὅπως Ἐκείνη ἤθελε, ἤ μᾶλλον ὅπως ὁ Θεός ηὐδόκησε, ἁπλᾶ καί ταπεινά καί ἀθόρυβα, ἐκοιμήθη εἰς τό μικρό Της κρεββάτι.
Κατόπιν τούτου, μέ ὅλην τήν πρέπουσα καί δέουσα εὐλάβεια πού ἔτρεφαν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι πρός τό πάνσεπτο Πρόσωπό Της, Τήν ἐκήδευσαν, εἰς ''Γεθσημανῆ τό χωρίον'', ὅπως ψάλλομε συνέχεια εἰς τίς Παρακλήσεις, ὅπου βέβαια καί ὁ τάφος Της σώζεται ἕως καί τῆς σήμερον. Ἐκεῖ ὑπάρχει καί ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Ἱεροσολυμίτισσας, γιά τήν ὁποία ἔλεγε ὁ μακαριστός Γέρων Παΐσιος ὅτι ὁμοιάζει πιό πολύ ἀπό τίς ἄλλες εἰκόνες τῆς Παναγίας μέ τήν μορφή τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Βέβαια, ἄν θέλωμε νά κυριολεκτήσωμε, ἡ μορφή τῆς ἀναστημένης Ὑπεραγίας Θεοτόκου εἶναι ἄρρητος, ὅμως ὁμοιάζει μέ τήν μορφή τῆς Παναγίας τῆς Ἱεροσολυμίτισσας, σύμφωνα δηλαδή μέ τίς γνωστές ἐμφανίσεις πού ἔκανε ἡ Παναγία Μητέρα μας.
Ἀλλά ἕνας ἀπό τούς δώδεκα Μαθητάς, κατ᾽ οἰκονομίαν καί κατά Θείαν Πρόνοιαν ἀπουσίαζε. Καί πάλιν αὐτός, ὄχι τυχαῖα, ἦτο ὁ Θωμᾶς, ὁ ὁποῖος ἀπουσίαζε καί ὅταν πρωτοενεφανίσθη ὁ Χριστός εἰς ὁλόκληρη τήν ὁμάδα τῶν Μαθητῶν. Εἶχαν προηγηθῆ, πρό αὐτῆς τῆς κοινῆς ἐμφανίσεως τοῦ Χριστοῦ στό σύνολο τῶν Μαθητῶν, καί ἄλλες πολλές ἐμφανίσεις, μέ πρώτη βέβαια ἐμφάνισι εἰς τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο καί εἰς τήν Μαρία τήν Μαγδαληνή πού ἐδιαβάσαμε σήμερα στό ἑωθινό Εὐαγγέλιο, ἡ ὁποία ὅμως δέν ἐννόησε ἀμέσως τά τῆς Ἀναστάσεως. Αὐτός ἦταν ὁ λόγος πού ἔκλαιγε καί ἐνόμισε ὅτι ὁ Κύριος ἦτο ὁ κηπουρός καί ἐζητοῦσε νά μάθη διάφορες πληροφορίες. Ἀλλά ὁ Χριστός τῆς εἶπε «μή μου ἅπτου». Ἐνῶ δηλαδή ὁ Κύριος ἀργότερα προκαλῆ τόν Ἀπόστολο Θωμᾶ νά τόν ἀγγίση, εἰς τήν Ἁγία Μαρία τήν Μαγδαληνή λέγει ''μή με ἀκουμπᾶς''.
Ὦδε ἡ διάκρισις τῶν Ἁγίων. Ὦδε ἡ διάκρισις τῆς Πηγῆς τῆς διακρίσεως, πού εἶναι ἡ Αὐτοαγιότης, ὁ Χριστός, πού τόν μέν ἕναν προκαλεῖ μέ τήν καλή ἔννοια νά τόν ἀκουμπίση, τόν Θωμᾶ δηλαδή, γιά νά πιστωθῆ ἡ Ἀνάστασις καλύτερα, ἀλλά εἰς τήν Μαρία τήν Μαγδαληνή λέγει «μή μου ἅπτου» γιατί εἶχε ἄλλη ψυχολογία. Ἀπό ἄλλο ἔπασχε ὁ α´, ἀπό ἄλλο ἔπασχε ὁ β´.
Ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνή ἐνόμιζε ὅτι θά ἦταν ὁ ἀναστημένος Χριστός ὅπως ἡ παληά καλή ἁγία παρέα καί ἔπρεπε νά τῆς κάνη ἕνα πρῶτο μάθημα νά τήν ταρακουνήση καί νά τήν ξυπνήση ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ, ὅτι ''ναί μέν ἀναστήθηκα, ἀλλά ἀλλάζουν τά πράγματα καί γι᾽ αὐτό μή μέ ἀκουμπᾶς''.
Βλέπετε, πῶς οἱ Ἅγιοι, ἀναλόγως τοῦ προβλήματος καί τῆς θέσεως τοῦ κάθε ἀνθρώπου μέ διάκρισι συμπεριφέρονται. Ἀλλοιῶς στόν α´, ἀλλοιῶς στόν β´. Ἄς μή πᾶμε καί πολύ μακρυά. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στόν μέν Ἀπόστολο Τίτο πού ἦταν εἰς τήν Κρήτη λέγει νά μή περιτμηθῆ, ἐνῶ στόν Ἀπόστολο Τιμόθεο ὁ ἴδιος ὁ ''Γέροντας'' - νά τό ποῦμε μέ τά σημερινά δεδομένα - ὁ ἴδιος Ἀπόστολος Παῦλος σέ ἄλλο του πνευματικό παιδί, κι αὐτό ἐξ ἴσου ἄξιο καί ἅγιο, ἐπειδή εὑρίσκετο σέ ἄλλη περιοχή ὅπου ὑπῆρχαν ἄλλα ρεύματα πνευματικά, προκειμένου νά περάση τό κυριώτερο, πού ἦταν ἡ διάδοσις τοῦ Εὐαγγελίου καί νά μή σκαλώσουν σέ κάποιες προλήψεις πού μέχρι τότε δικαιολογημένα εἶχαν, τοῦ ἐπιβάλλει νά περιτμηθῆ. Κλείνει αὐτή ἡ παρένθεσις ''περί διακρίσεως'', πού βλέπομε ἐδῶ καί στόν Χριστό, πῶς ἐνήργησε ἀλλοιῶς στήν Μαρία τήν Μαγδαληνή καί ἀλλοιῶς στόν ἅγιο Ἀπόστολο Θωμᾶ.
Καί ἐπανερχόμεθα εἰς τό κύριό μας θέμα. Σκοπίμως τότε ἔλειπε ὁ Θωμᾶς ἀπό τόν ὅμιλο τῶν ἄλλων Μαθητῶν κατά τήν Κυριακή τῆς Ἀναστάσεως. Ὁ Θωμᾶς δέν ἦτο περισσότερο ἄπιστος ἀπό τούς λοιπούς Μαθητές, διότι κανείς Μαθητής δέν ἐπίστευσε ὅτι ὁ Χριστός ἀνεστήθη πρίν ὁ ἴδιος προσωπικά δῆ τόν ἀναστημένο Χριστό, ἔστω κι ἄν οἱ ἄλλοι τόν ἐπληροφοροῦσαν περί αὐτοῦ τοῦ γεγονότος. Θυμηθεῖτε τί εἶπαν γιά τήν Ἁγία Μαρία τήν Μαγδαληνή. «Ἐφάνησαν ὡσεί λῆρος τά ρήματα αὐτῆς». Τούς ἐφάνησαν δηλαδή σάν γυναικεῖες φαντασιώσεις τά λόγια τῆς Ἁγίας.
Λοιπόν τότε ἔλειπε ὁ Θωμᾶς γιά νά πιστωθῆ κατά τόν καλύτερο καί πιό ρεαλιστικό ἱστορικό τρόπο ἡ Ἀνάστασις τοῦ Χριστοῦ. Διότι, μέχρι τότε δέν εἶχε δοθῆ ἡ καθολική ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί εἶχαν τίς ἀνθρώπινες ἀδυναμίες τους οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι, πού καθόλου γι᾽ αὐτό βέβαια δέν μειώνονται. Ἔτσι, ὅπως τότε συνέβη αὐτό γιά νά πιστωθῆ κατά τόν καλύτερο τρόπο ἡ Ἀνάστασις τοῦ Χριστοῦ, ἔτσι καί τώρα, ὄχι τυχαῖα, εἰς τήν Κοίμησι τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἔλειπε πάλι ὁ Θωμᾶς. Καί ὅταν πῆγε ἐκεῖ καθυστερημένα τόν ἔπιασε ἕνα λευκό ἅγιο παράπονο, ἕνα ἀπαθές παράπονο καί ἤθελε κι αὐτός νά ἀσπασθῆ τό νεκρό σῶμα καί νά εὐλογηθῆ, ἔστω καί ἀπό τήν νεκρά ὅπως ἐνόμιζαν Ὑπεραγία Θεοτόκο.
Γι᾽ αὐτό, ἀξίως καί δικαίως, μετά τρεῖς ἡμέρες οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι ἤνοιξαν τόν τάφον γιά νά πάρη τήν εὐλογία καί ὁ Ἀπόστολος Θωμᾶς, ἔστω κι ἄν εἶχε ἤδη κοιμηθῆ ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος. Καί ὅταν ἤνοιξαν τόν τάφον τῆς Παναγίας διεπίστωσαν ὅλοι, παρά πᾶσαν ἐλπίδα καί προσδοκίαν, ὅτι ἔλειπε τό σῶμα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καί εὑρίσκετο ἐκεῖ μόνον ἡ σινδόνα μέ τήν ὁποίαν εἶχε τυλιχθῆ, ὅπως δηλαδή ἀκριβῶς εἶχε συμβῆ μέ τόν Χριστό, πού εὑρέθησαν ἐκεῖ τό σουδάριον, κλπ., τυλιγμένα εἰς τήν ἐντέλειαν. Καί ὁ Χριστός βέβαια εἶχε ἀναστηθῆ.
Καί τότε διεπίστωσαν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι ὅτι ἡ Παναγία Θεοτόκος εἶχε ἀναστηθῆ. Αὐτή εἶναι ἡ ἱστορική κατοχύρωσις τοῦ γεγονότος, πού διασώζει ἀδιαμφισβήτητα ἡ Ἱερά Παράδοσις, γιατί πῶς εἶναι δυνατόν ἕνα σῶμα νά προλάβη νά λειώση σέ τρεῖς ἡμέρες δηλαδή.
Βέβαια, εἰς τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, σύμφωνα μέ τήν γνώμη ὅλων τῶν ἁγίων καί θεοφόρων Πατέρων, ταυτόχρονα μέ τήν Ἀνάστασίν Της ἔλαβε χώραν καί ἡ Ἀνάληψίς Της, ὅπως τό ἀναλύουν πάλιν καί πολλάκις, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ὁ Μέγας Βασίλειος, ὁ Ἅγιος Νικόδημος, ὁ Ἁγιορείτης, ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας Κρήτης καί πλεῖστοι ὅσοι Ἅγιοι, οἱ ὁποῖοι ἠσχολήθησαν μέ αὐτό τό θέμα.
Καί ὅπως εἴπαμε ὑπάρχει κατ᾽ ἀρχάς ἡ ἱστορική κατοχύρωσις τήν ὁποία περιληπτικώτατα ἀναφέραμε εἰς τήν ἀγάπη σας. Ἀλλά ὑπάρχει καί σαφεστάτη προφητική πολλαπλῆ ποικίλη κατοχύρωσις. Ἁπλῶς, ἕνα-δύο σημεῖα θά ἀναφέρωμε γιά νά μή μακρύνωμε πολύ τόν λόγο.
Εἰς τούς Ψαλμούς, ὁ Προφητάναξ Δαυΐδ λέγει, μεταξύ τῶν ἄλλων: «Ἀνάστηθι Κύριε εἰς τήν ἀνάπαυσίν σου, σύ καί ἡ κιβωτός τοῦ ἁγιάσματός σου». Θά ἀναστηθῆς Κύριε Ἐσύ, ἀλλά ὄχι μόνον Ἐσύ - πού ἀναφέρεται προφανῶς εἰς τόν Χριστόν ἀπό τήν ὅλη συνάφεια τοῦ Ψαλμοῦ -, ἀλλά «καί ἡ κιβωτός τοῦ ἁγιάσματός σου». Εἰς τήν κιβωτό τοῦ ἁγιάσματος, ἐκεῖ εἰς τήν Σκηνή τοῦ Μαρτυρίου, ἐφυλάσσοντο οἱ πλάκες τῆς Διαθήκης, οἱ πλάκες πού εἶχε πάρει ὁ θεόπτης Μωϋσῆς εἰς τό ὄρος Σινᾶ.
Ἀλλά, κατά μείζονα λόγον ''κιβωτός τοῦ ἁγιάσματος'' εἶναι ἡ ἰδία ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, γιατί ἡ Κιβωτός τῆς Διαθήκης ἦτο τύπος τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ἐπειδή μέσα Της δέν εἶχε προφανῶς τίποτε πλάκες, ἀλλά εἶχε τόν  Ἴδιο τόν Ἐντολοδόχο. Μάλιστα δέ τότε ἦτο ἐνεργῶν ὁ ἄσαρκος Λόγος, ὁ ἄσαρκος Χριστός. Ὁ Χριστός, πρίν γίνη ἄνθρωπος δηλαδή, γιατί ἕνα εἶναι τό πρόσωπο. Ὅπως λέγει ὁ Χριστός «πρίν Ἀβραάμ γενέσθαι ἐγώ - ἐγώ, ὡς πρόσωπο, ὡς ὕπαρξις - εἰμί», ὑπάρχω δηλαδή. Καί τότε τά ἔχασαν οἱ Γραμματεῖς καί οἱ Φαρισαῖοι καί ἤθελαν ἐκεῖ νά τόν λιθοβολήσουν, κλπ.
Λοιπόν, ἡ Παναγία ἐχώρεσε μέσα Της τόν ἴδιο τόν Ἐντολοδόχο, τόν Χριστό δηλαδή. Γι᾽ αὐτό ὅπως ψάλλομε ἐκεῖ τά Χριστούγεννα λέμε ἕνα ὡραῖο τροπάριο-προσόμοιο ''ὁ ἀχώρητος παντί πῶς ἐχωρήθη ἐν γαστρί, ὁ ἐν κόλποις τοῦ πατρός πῶς ἐν ἀγκάλαις τῆς μητρός• πάντως ὡς οἶδε, ὡς ἠθέλησεν καί ὡς ηὐδόκησεν, ἄσαρκος γάρ ὤν ἐσαρκώθη ἑκών καί γέγονεν ὁ ὤν ὅ οὐκ ἦν δι᾽ ἡμᾶς». Δηλαδή, μέ ἁπλᾶ λόγια, πῶς Αὐτός πού δέν τόν χωροῦν τά σύμπαντα ἐχώρησε μέσα σέ ἀνθρωπίνη κοιλιά, μέσα σέ ἄχραντη κοιλιά, τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου; Γι᾽ αὐτό καί ἡ Παναγία μας δέν εἶναι ἁπλῶς ἡ ''σκηνή τοῦ ἁγιάσματος'', ἀλλά πολύ εὔστοχα ὀνομάζεται σύν πολλοῖς ἄλλοις ὀνόμασι καί ''Χώρα τοῦ Ἀχωρήτου''.
Τώρα, στηριζόμενοι οἱ Ἅγιοι Πατέρες στήν ἱστορική καί προφητική κατοχύρωσι, πού ἐν ὀλίγοις ἀναπτύξαμε, κατέθεσαν, διεσαφήνισαν, ἀνέπτυξαν, ἑρμήνευσαν, περιχαράκωσαν γραπτῶς αὐτήν τήν διδασκαλία, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ μυστικό δόγμα τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας. Αὐτό, προφανῶς καί δέν εἶναι ὑποδεέστερο ἀπό τά ἄλλα δόγματα, ἀλλά εἶχε καί ἔχει τήν ''πολυτέλεια'' νά μήν ἀμφισβητηθῆ. Γι᾽ αὐτό εἶναι καί πιό ''ἔγκυρο'' - ὅλα τά δόγματα βέβαια εἶναι ἐξ ἴσου ἔγκυρα -, διότι δέν εὑρέθηκε κανείς αἱρετικός εἰς τό διάβα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας νά τό ἀμφισβητήση. Τώρα, ἐάν κάποιοι σύγχρονοι θεολόγοι, ἤ ἄσχετοι, ἤ κάποιοι εὐλαβεῖς, ἀλλά ἀπό ἄγνοια ἤ ἐπηρεασμένοι ἀπό ἄλλες θέσεις δυτικοῦ τύπου λέγουν πράγματα τά ὁποῖα δέν εὐσταθοῦν, ἔ, τί νά κάνωμε; Ἐμεῖς πρέπει νά στηριζώμεθα εἰς τούς Ἁγίους Πατέρες, εἰς τήν Παράδοσι τῆς Ἐκκλησίας μας, πού οἱ Ἅγιοι Πατέρες, οἱ πιό πολλοί ἀπ᾽ αὐτούς, ὅπως ὁ Ἅγιος ὁ Παλαμᾶς, εἶχαν δεῖ καί ζωντανά τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο.  
Ἔτσι λοιπόν ὅλοι οἱ Ἅγιοι Πατέρες τό ἀναλύουν αὐτό καί εἶναι σεσιγημένον μυστήριον. Ἄλλωστε, τά τῆς Θεοτόκου ὅλα εἶναι σεσιγημένα εἰς τήν Ἁγία Γραφή. Ἐνῶ εἶχε μέσα Της τόν Θεόν Λόγον καί εἶχε τόν πρῶτον λόγον νά ὁμιλῆ, ὅμως ἄφησε τόν Χριστόν νά τά πῆ ἀργότερα καλύτερα μέ τά θαύματα καί μέ τήν διδασκαλία Του. Ἐνῶ εἶχε τόν πρῶτο λόγο, γιατί μέσα Της εἶχε τόν ἐνυπόστατο Λόγο, αὐτή νά εἶναι ἡ Γερόντισσα καί ἡ Διδασκάλισσα, ὅμως δέν εἶχε ἀρθρώσει καμμία λέξι. Καί ἄν βάλωμε καί κάποια καλή φαντασία, καί ἀπό κάποιους ἐκεῖ Γραμματεῖς καί Φαρισαίους, διδασκάλους, μέ καλή ἤ μέ ὄχι καλή διάθεσι, πιθανῶς νά ἐδέχετο καί κάποιες συμβουλές καί κάποιες διδασκαλίες. Ποιός; Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, πού εἶχε λάβει τό Ἅγιο Πνεῦμα σέ τέλειο βαθμό. Βλέπομε τί μεγαλεῖο ταπεινώσεως καί σιωπῆς εἶχε ἡ Παναγία Μητέρα μας.
Ἐπίσης, ἀναλύσαμε ὅτι ἡ Ἱερά Παράδοσις εἶναι ἰσόκυρος μέ τήν Ἁγία Γραφή καί ὅτι οἱ Οἰκουμενικαί Σύνοδοι ἠσχολήθησαν μόνο μέ προβλήματα πού ἔτυχε νά ἀπασχολήσουν τήν Ἐκκλησία στό πέρασμα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας. Ἀλλά εὐτυχῶς γι᾽ αὐτό τό θέμα κανείς αἱρετικός δέν εὑρέθηκε νά τό ἀμφισβητήση. Γι᾽ αὐτό καί δέν ὑπῆρξε ἀνάγκη συγκλίσεως Οἰκουμενικῆς Συνόδου.
Ἄλλωστε, ἐκτός ἀπό τήν διαχρονική Πατερική Γραμματολογία, αὐτό φαίνεται, σύν τοῖς ἄλλοις, καί στήν ὑμνολογία τῆς Ἐκκλησίας μας. Μόνον δύο παραδείγματα θά ἀναφέρωμε.
Ὅπως ψάλλομε στό Κοντάκιο «τάφος καί νέκρωσις οὐκ ἐκράτησε», τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο δηλαδή. Ἤ, εἰς τό τελευταῖο τροπάριο τῆς πρώτης ὠδῆς τοῦ πρώτου Κανόνα τῆς ἑορτῆς, ἀναφερόμενος ὁ ὑμνογράφος εἰς τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, λέγει: Νά τό ποῦμε μέ ἁπλᾶ λόγια στήν ἀρχή. «Γι᾽ αὐτό ἀκολουθοῦσα τούς νόμους τῆς φύσεως» καί μετά λέγει στά ἀρχαῖα «δι᾽ ὅ θνήσκουσα σύν τῷ Υἱῷ ἐγείρῃ διαιωνίζουσα». «Γι᾽ αὐτό, ἀφοῦ ἐκοιμήθης, μετά, μαζί μέ τόν Υἱό Σου, ὅπως καί ὁ Υἱός Σου, ἐγείρεσαι διαιωνίζουσα».
Νομίζω αὐτά εἶναι ἀρκετά, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, γιά νά πιστώσωμε τοῦ λόγου τό ἀληθές. Αὐτό πού πρέπει τώρα νά συνειδητοποιήσωμε εἶναι ὅτι ἡ Παναγία εἶναι ὁ μόνος ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος ἀπό τώρα δέν εὑρίσκεται ἁπλᾶ εἰς τόν Παράδεισον, ὅπως ὅλοι οἱ Ἅγιοι καί ὅλοι οἱ σεσωσμένοι, ἀλλά εὑρίσκεται ἀπό τώρα εἰς τήν Βασιλείαν τῶν Οὐρανῶν, γιατί ἔχει ἤδη πάρει τό ἄφθαρτο τελικό σῶμα, ὅπως δηλαδή καί ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος μέ τήν Ἀνάληψί Του ἀνέβασε τήν ἀνθρωπίνη φύσι σέ αὐτό τό ὕψος τῆς Ἁγίας Τριάδος.
Ἁπλῶς, γιά τόν Χριστό, ἔπρεπε νά μείνη σαράντα ἡμέρες πρίν ἀνεβῆ ἡ ἀνθρωπίνη σάρκα εἰς τόν Οὐρανό γιά τόν λόγο ὅτι ἔπρεπε νά πιστωθῆ πέρα γιά πέρα ἡ ἱστορικότητα καί ἡ ἀλήθεια τῆς Ἀναστάσεώς Του. Γι᾽ αὐτό καί στήν ἀρχή ἐνεφανίζετο ὅπως τόν ἤξεραν, ἐνῶ ὁ ἀναστημένος Χριστός ἦταν διαφορετικός καί ἄρρητος στήν θέα Του. Μετά ἐνεφανίζετο διαφορετικά καί τούς ἔκανε σταδιακά μαθήματα πίστεως ἕως ὅτου ἀνελήφθη. Ἐνῶ στήν Παναγία μας δέν ὑπῆρχε αὐτός ὁ λόγος. Ἄλλωστε, ὅπως εἴπαμε, ὅλα τά τῆς Παναγίας μας εἶναι σεσιγημένα μυστήρια.
Ἔτσι, ἡ Παναγία μας εἶναι ὁ μόνος ἄνθρωπος πού ἀπό τώρα εὑρίσκεται σωματικῶς μέ ἄφθαρτο σῶμα εἰς τήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν καί πρέπει ἡ ἰδική Της Ἀνάστασις-Ἀνάληψις νά μᾶς χαροποιῆ πιό πολύ καί ἀπό αὐτήν τήν Ἀνάστασι τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Καί ἐξηγούμεθα. Ὁ Χριστός, ὅπως ψάλλωμε εἰς τούς Αἴνους τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς, ἀνεστήθη ''αὐτεξουσίως'', ἀπό μόνος του δηλαδή. Ἐπί πλέον, ὅπως λέγει ὁ Ἀπόστολος Πέτρος, ''...ὁ Θεός ἀναστήσας τόν παῖδα Αὐτοῦ Ἰησοῦν'' (Πράξ. γ´ 26). Καί τά δύο εἶναι σωστά, διότι ὅταν λέμε ''ὁ Θεός'', ὅταν λέμε ''ὁ Πατήρ'', ὑπάρχει κοινή ἐνέργεια στά τρία Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ὁ Πατήρ, ὁ Λόγος καί τό Ἅγιον Πνεῦμα δηλαδή ἀνέστησαν τήν ἀνθρωπίνη φύσι τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἀλλά ἐπειδή ὁ Χριστός ἦταν καί Θεός - λόγῳ τῆς ὑποστατικῆς ἑνώσεως ἔχομε ἕνα Πρόσωπο στόν Χριστό, τοῦ Θεοῦ Λόγου -, γι᾽ αὐτό καί τά δύο εἶναι σωστά, δηλαδή καί τό ὅτι ὁ Χριστός ἀνεστήθη αὐτεξουσίως, καί τό ὅτι ὁ Θεός, ἡ Ἁγία Τριάς, ἀνέστησε τόν Χριστόν.
Ἐνῷ ἡ Παναγία Μητέρα, ναί μέν δέν ἀνεστήθη αὐτεξουσίως, διότι ἦταν ἁπλός ἄνθρωπος. Ἀνεστήθη μέ ἄκτιστο θεία τριαδολογική ἐνέργεια, δηλαδή ἀνεστήθη ἀπό τόν Θεό. Ὁπότε, εἶναι ἡ πρώτη ἐγγύησις καί προκαταβολή, εἶναι ἡ πρώτη ἐκπλήρωσις τῆς προφητείας τοῦ Χριστοῦ, ὅτι ὅλοι θά ἀναστηθοῦμε. Διότι, νά, ἕνας δικός μας ἁπλός ἄνθρωπος, πού δέν διαφέρει ἀπό μᾶς ὡς πρός τήν φύσι ἀλλά μόνο ὡς πρός τήν ἁγιότητα, ἀπό τώρα ἔχει ἀναστηθῆ. Ὁπότε ἐμεῖς πρέπει νά χαιρώμεθα γι᾽ αὐτό, διότι ἀποτελεῖ τήν πρώτη ἐκπλήρωσι τῆς ὑποσχέσεως τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος εἶναι ἡ αἰτία τῆς τῶν πάντων θεώσεως, εἶναι ἡ σωτηρία καί τῶν ἀγγέλων, καί τῶν ἀνθρώπων, ἀλλά καί ὁλοκλήρου τῆς κτίσεως. Εἶναι ἡ ''γέφυρα ἡ μετάγουσα τούς ἐγγύς πρός οὐρανόν'', γιατί καί ἡ κτίσις θά ἀνακαινισθῆ δυνάμει τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἄρα δυνάμει τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἀπό τήν ὁποίαν δανείσθηκε σάρκα ὁ Θεός Λόγος.
Γι᾽ αὐτό, νά Τήν εὐγνωμονοῦμε αἰώνια καί νά τήν παρακαλοῦμε ἀδίστακτα, ἀφοῦ πρῶτα ὅμως ἐφαρμόζωμε τίς ἐντολές τοῦ Υἱοῦ καί Θεοῦ Της. Γι᾽ αὐτό καί τιμῆς ἕνεκεν λέγομε «Ὑπεραγία Θεοτόκε σῶσον ἡμᾶς». Διότι, ἡ Παναγία δέν εἶναι ὀντολογικός μεσίτης. Εἶναι ἠθικός μεσίτης, ἀλλά ἐπειδή διαφέρει ἡ παρρησία Της πάρα πολύ ἀπό τήν μεγάλη παρρησία τῶν λοιπῶν Ἁγίων, γι᾽ αὐτό τιμῆς ἕνεκεν λέγομε ''Ὑπεραγία Θεοτόκε σῶσον ἡμᾶς''. Ἐνῶ ὁ Χριστός εἶναι ὀντολογικός μεσίτης πρός τόν Πατέρα. Δηλαδή καί μόνον ἡ ἐνανθρώπισίς Του εἶναι μία πρεσβεία στόν Θεό Πατέρα, εἶναι ἡ αἰτία τῆς συμφιλιώσεώς μας μέ τήν Ἁγία Τριάδα.
Εὔχομαι λοιπόν νά Τήν παρακαλοῦμε ἀδίστακτα καί νά Τήν εὐγνωμονοῦμε αἰώνια, γιατί Αὐτή εἶναι ἡ αἰτία τῆς τῶν πάντων θεώσεως, τῆς ὁποίας θεώσεως εὔχομαι, διά πρεσβειῶν Της, ἐν ἡμέρᾳ Κρίσεως, ἀλλά καί ἀπό αὐτήν τήν ζωή, νά τύχωμε.
Ἀμήν. Γένοιτο!


Ἀρχιμανδρίτης Ἀρσένιος Κατερέλος
Ἡγούμενος Ἱ. Μονῆς Ἁγίου Νικολάου Δίβρης Φθιώτιδος
(Ὁμιλία κατά τήν Θεία Λειτουργία στήν Ἱερά Μονή - 18/8/2013)

Παρασκευή 1 Αυγούστου 2014

Η Ανάσταση της Θεοτόκου.



Ισως ο παρών ασυνήθιστος τίτλος σταθεί πρόξενος «συνηθισμένων» ενστάσεων και εντόνου παραξενισμού. Η ενδεχόμενη ίσως αντί-θεση στην εκφραζόμενη αυτή θέση, ενώ φυσικά επιτρέπεται, παράλληλα όμως υπαινίσσεται παντελή έλλειψη ορθόδοξου καταρτισμού και πλουτισμού Θεολογίας. Η Θεολογική άγνοια, συμπορευόμενη με την επιπόλαιη και λανθασμένη γνώση, ειδικώς όταν διαφαίνεται σε ειδήμονες, συνιστά ανεπίτρεπτη αμάθεια και πλήρη έλλειψη Θεογνωσίας.

 Δυστυχώς πολλοί από μας δεν γνωρίζουμε πως ο συνεκτικός όρος «Μετάσταση» δεν αντιτίθεται στην έννοια της αναστάσεως, αλλα μάλιστα και κάλλιστα την εμπεριέχει. Είναι όντως λυπηρό (κάποτε και άκρως τραγικό) να λέγονται και να γράφονται πράγματα ξένα προς την Αγία Γραφή και απαράδεκτα από την Αποστολική μας Παράδοση, όπως το ότι «η Παναγία δεν αναστήθηκε όπως ο Υιός της αλλά μεταστάθηκε»…

 Πρώτον, η Αγία Γραφή τελείως ανατρέπει τέτοιες αντορθόδοξες δοξασίες. Ο Ιερός Δαυίδ στους προφητικούς ψαλμούς πολύ περίεργα προλέγει: «Ανάστηθι, Κύριε, συ ΚΑΙ η Κιβωτός του αγιάσματός σου!» Ενας από τους πιο εξαίσιους και ξεχωριστούς τίτλους της Παναγίας είναι ακριβώς αυτός: «Κιβωτός του αγιάσματός». Επίσης και το «ηγίασε το σκήνωμα αυτού ο Υψιστος», το «ηγίασε» εδώ σημαίνει ανέστησε και αναφαίρεται και ψάλλεται στην Θεοτόκο, η οποία είναι Σκήνωμα του Υψίστου. Μπορεί η Καινη Διαθήκη να μην αναφέρει τίποτε για την Μετάσταση της Θεοτόκου, αλλά δεν είναι τυχαίο και άνευ σημασίας το ότι πριν την τριήμερη Ανάστασή του ο Χριστός, κατά την Σταύρωση, μας παριστάνει δύο αποκλειστικά πρόσωπα, τα οποία παραδίδει με «περίεργο» τρόπο το ένα στο άλλο, τα οποία είναι τα μόνο που «τόλμησαν να παραμείνουν κάτω από τον Σταυρό», οι οποίοι και οι δύο, θα αναστηθούν και αυτοί λίγο αργότερα, τριήμεροι!
 Πλειάδα των Αγίων Πατέρων ρητώς αναφέρουν την Ανάσταση της Θεοτόκου. Ενω μίλησαν ανοικτά και ουσιαστικά για την Ανάσταση του Χριστού, ως κέντρο του Ευαγγελίου, κέντρο της Πίστεως και της Λατρείας μας, για την Ανάσταση όμως της Παναγίας το άφησαν να ωριμάσει ως καρπός βαθειάς πίστεως και αγάπης των Ορθοδόξων προς την Θεομήτωρα, κτίζοντας αυτήν την πεποίθηση με «πύργο ρημάτων» και οχυρώνοντας αυτήν την πίστη «εν βάρεσιν εννοιών» ώστε να εξελιχθεί ως Αποκάλυψη Αληθειών και Μυστηρίων που «ακόμη και οι ίδιοι οι Αγγελοι επιθυμούν να παρακύψουν» και να εξευρενήσουν. (Α’ Πέτρου, 1, 12).

 Ο λόγος όμως που οι Αγιοι Πατέρες δεν επικύρωσαν την Μετάσταση της Θεοτόκου ως δόγμα είναι προς αποφυγή της «Μαριολατρείας» και αποτροπή περαιτέρω παρερμηνειών η σχισμάτων. Και η Μετάσταση του Αγίου και Ευαγγελιστού Ιωάννη, δεν είναι δόγμα, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως δεν είναι και βασική αλήθεια. Η μόνη Θεολογική διαφορά της Αναστάσεως του Χριστού με την Ανάσταση της Παναγίας και του Ευαγγελιστή Ιωάννη είναι ότι ο Χριστός αναστήθηκε «αφ’ εαυτού» με την δική του Θεϊκή δύναμη, ενώ οι άλλοι μεταστάθηκαν, «μετά της ανασταινούσης δυνάμεως του Χριστού». Υπάρχουν στην Παλαιά Διαθήκη πολλές προ-τυπώσεις της Αναστάσεως του Χριστού (Ιωνάς μέσα στο κοίτος, Ιωσήφ ο Πάγκαλος, Οραμα Προφήτη Ιεζεκιήλ, Προφήτης Δανιήλ στον λάκκο των λεόντων κλπ) Υπάρχουν όμως και μετα-τυπώσεις της Αναστάσεως και είναι οι Μεταστάσεις της Υπεραγίας Θεοτόκου και του Ευαγγελιστού Ιωάννη.

 Ο Αγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης λέγει: «Διά της Κοιμήσεώς της, η Θεοτόκος αξιώθηκε της ανακαινήσεως και αναζωοποιήσεως, που δεν είναι τίποτε άλλο παρά η ανάσταση».

 Ο Αγιος Γρηγόριος Θεσσαλονίκης διασαφηνίζει: «Το σώμα που γέννησε τον Σωτήρα συνδοξάζεται με θεία δόξα μαζί με Αυτόν που εξήλθε από αυτό το Σώμα το οποίο και αυτό αναστήθηκε σύμφωνα με την προφητική φράση:  «Ανάστηθι, Κύριε, συ και η Κιβωτός του αγιάσματός σου!»

 Ο Αγιος Μάρκος ο Ευγενικός ευγενικώς αλλά και αυστηρώς καθορίζει: «Απέθανε αλλ’ ανέστη τριήμερος, πιστοποιούσα την κοινήν ανάστασιν ην ελπίζομεν πάντες».

 Ο Δογματικότατος Αγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός δογματίζει: «Η Θεοτόκος έπρεπε να αναστηθεί εκ τάφου!»

 Ενα λογικό επιχείρημά μας θα μπορούσε να είναι: «Ο Θεός που επέτρεψε να έχουμε τόσους ολόσωμους αγίους και αδιάφθορα λείψανα, όπως το ίδιο το δεξί χέρι του μεγίστου Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή και την χείρα της Αγίας Μαρίας της Μαγδαληνής (που ήταν σύγχρονοι της Θεοτόκου) δεν θα επέτρεπε να έχουμε μέρους (εάν όχι ολόκληρο) του Παναγίου Σώματος της Παναγίας μας;» Εχουμε μόνο την Αγία Εσθήτα, την Τιμία Ζώνη και τίποτε άλλο, διότι είναι αναστημένο και δεδοξασμένο. Λογικό πάντως είναι, πως το Εξοχο και Υπέραγνο Σώμα που «δάνεισε» Σάρκα και Αίμα στον Θεάνθρωπο Ιησού να μην κατέληγε ποτέ άδοξα στο χώμα, παραδομένο στη φθορά και την όζουσα σήψη της αποσυνθέσεως.

 Ο περίπλοκος αυτός και περιποίκιλτος όρος, «δάνεισε», όσο παράξενος και εάν ακούγεται, άλλο τόσο και φοβερά συγκινητικός είναι, καθότι το ιερό αυτό δάνειο δεν είναι «δανεικό και αγύριστο» αλλ’ επιστρέφεται με ασύληπτο και υπέρογκο «Τόκο» όχι μόνο προς την Θεοτόκο, αλλά και προς όλους τους πιστούς Ορθοδόξους που την αποδέχονται ως Μητέρα τους, μέσω του «Σταθερού Επιτοκίου» του Σώματος και του Αίματος του Χριστού. Στο δεύτερο Στιχηρό του δευτέρου Κανόνα της Ογδόης Ωδής της Κοιμήσεως, παρουσιάζεται ο Χριστός «ως οφειλέτης Υιός».

 Στην διαδραματική Εικόνα της Κοιμήσεως, ο Χριστός δέχεται τώρα με λαχτάρα και ορθάνοιχτα χέρια στην αγκαλιά Του, αυτήν που Τον αγκάλιασε πρώτη και θήλασε τον Συνέχοντα τα πάντα και Τροφόν της ζωή μας. Για αυτό λέγει το Μεγαλυνάριο της Ενάτης Ωδής: «Εξίσταντο Αγγέλων αι δυνάμεις, εν τη Σιὼν σκοπούμεναι, τον οικείον Δεσπότην, γυναικείαν ψυχὴν χειριζόμενον». Τρελλάθηκαν από την χαρά τους οι Αγγελοι να βλέπουν τον δικό τους «Αφεντικό» να αγκαλιάζει και να υποδέχεται την ΜΑΝΝΑ Του! Ο Δοτήρας των αγαθών και Δωρητής του Παραδείσου μας δώρησε την Θεοτόκο. Και εμείς Του προσφέραμε Μητέρα Παρθένον, «τα σα εκ των σων». Δώσαμε σώμα και αίμα, και λαμβάνουμε Σώμα και Αίμα Θεϊκό, Αίμα και Πυρ και Ατμίδα καπνού. Δώσαμε γάλα και λάβαμε Δωδεκαετή Παντοκράτορα. Χαρίσαμε άνθρωπο και λάβαμε Θεάνθρωπο. Προσφέραμε Αγνεία και λάβαμε άμεση και αποδεκτή Πρεσβεία. Χαρίσαμε Παρθενία και λάβαμε Θεομητορία.

 Πρωτοφανές ορόσημο στην παγκόσμια ιστορία: «Ιδού η δούλη σου, γένοιτο κατά το ρήμα σου». Καμιά άλλη γυναίκα ισχυρή, με δύναμη ανυπέρβλητη και κοσμική επιρροή, δεν κατάφερε ποτέ να καθορίσει την πορεία και τύχη του πλανήτη με μία μόνο τέτοια απλή, σημαδιακή συγκατάθεση. Καμία άλλη διάσημη μητέρα, βασίλισσα ή πριγκίπισσα, αυροκρατόρισσα ή αυγούστα, δεν κατάφερε ποτέ να διασχίσει και να προσδιορίσει την ιστορία ολόκληρης της ανθρωπότητας σε «Πριν και Μετά» από τη γέννηση ενός υιού της. Κανένα άλλο νήπιο δεν προσκυνήθηκε από τη γέννησή του ως Βασιλιάς και Θεός ταυτοχρόνως, και κανένα άλλο νήπιο δε στάθηκε αφορμή να σφαγιαστούν αδίκως, χιλιάδες άλλα τόσα αθώα νήπια, στο όνομά Του, και να παρασταθούν ως πραγματικοί Πρωτομάρτυρες στο Χριστιανικό προσκήνιο.

Τέτοια άφταστη και ανείπωτη θεία δόξα, ενός νεοτάτου και αγνοτάτου κοριτσιού, θα την ζήλευαν οι φεμινήστριες απανταχού της γης. Ενα κυριολεκτικά άγνωστο και άσημο δεκαεξάχρονο κορίτσι που ζούσε σε μια άσημη γωνιά της γης, τολμά τώρα να προφέρει και να προμηνύει σα πάνσοφη προφήτιδα την πιο παράξενη προφητεία, την πιό σοκαριστική δήλωση, το πιό διαδραματικό διάγγελμα, την πιο διαπλανητική προσφώνιση και την πιο πρωτοπορειακή ποτε (αλλά και προκλητική ίσως) ακατάκριτη αυτοπροβολή:

 «Από τώρα και πέρα θα με μακαρίζουν, θα με εξυμνούν και θα με δοξάζουν όλες οι γενιές του κόσμου!»

 Η Θεοτόκος επίσης «κείται εις πτώσιν και ανάσταση πολλών». Πίπτει πάνω της διάβολος και λυσσάζει, διότι διαβάζει το «Ιδού η Παρθένος» και εξετάζει καλά τις παρθένες όλες όπου γης, να βρεί ποιά μπορεί να είναι!» (Αγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης). Πίπτουν επάνω της οι δαίμονες της πλάνης και οι αιρετικοί πάντες που τους τσακίζει τα ντροπιασμένα πρόσωπα με την τρομερή της όψη και φοβερή κόψη της ρομφαίας που διαπέρασε την ψυχή της, την μάχαιρα που «ήλθε να βάλει» ο Υιός της διά της Θυσίας του Σταυρού. «Ανασταίνει», εγείρει πολλούς Νέους Αγίους και Μάρτυρες και πολλά Αγια Μοναστήρια. Ανασταίνει το δικό της ξέχωρο Πανάγιο Περιβόλι, το Αγιον Ορος. Πρωτότοκος των νεκρών ο Υιός της, δευτερότοκη αυτή, τριτότοκος ο Ιωάννης.

 Στην Υπέροχη Ακολουθία του Ακαθίστου Υμνου, στο Γράμμα «Ν» Νέαν έδειξε κτίσιν… διαβάζουμε περιχαρώς: «Χαίρε, αναστάσεως τύπον εκλάμπουσα!» Δεν είναι τυχαίο ούτε φιλολογίας χάριν που ονομάζουμε την Κοίμηση της Θεοτόκου, «το Πάσχα του Καλοκαιριού!» Πράγματι, είναι πραγματικό Πάσχα, χαρά Θεού! Για αυτό και ο εξαίρετος Κανόνας του Ορθρου της Κοιμήσεως, παρουσιάζει καθαρά Αναστάσιμο Χαρακτήρα, πανόμοιο με τον Αναστάσιμο Κανόνα του Πάσχα, σε Πρώτο πάλι Αναστάσιμο Ηχο! «Πεποικιλμένη τη θεία δόξη», (την θεία δόξα της Αναστάσεως), «Νικητικά μεν βραβεία ήρω… Θεόν κυήσασα… μιμουμένη δε τον Ποιητήν και Υιόν (μίμηση διά τριημέρου Αναστάσεως)…. συν τω Υιώ εγείρη διαιωνίζουσα!» Το «συν» εδώ σημαίνει «όπως ακριβώς!»

 Εχει και ο Δεκαπενταύγουστος την δική του «Μεγάλη Εβδομάδα». Είναι η εβδομάδα της Μεγάλης Προπαρασκευής της Παναγίας για την Μεγάλη και Ενδοξη αναχώρησή της. Είναι η Εβδομάδα του Μικρού και Μεγάλου Παρακλητικού Κανόνα. Είναι η ιστορική της Ταφή στης Γεθσημανής το χωρίο. Είναι ο Θεομητορικός Επιτάφιος, τα θρηνητικά και συγκινητικότατα Εγκώμια της Παναγίας μας. Τον Δεκαπενταύγουστο δεν γιορτάζουμε Κοίμηση αλλά Ανάσταση, Ακοίμητη Κοίμηση με πάλι στον Αδη επανάσταση και μάλιστα αυτή τη φορά από γυναίκα! Το διασαφηνίζει πανηγυρικώς το Κοντάκιο: Την εν πρεσβείαις ακοίμητον Θεοτόκον…. τάφος καὶ νέκρωσις ούκ εκράτησεν!» Λόγια που θα νόμιζε κανείς λέγονται μόνο για τον Χριστό! «Νενίκηνται της φύσεως οι όροι… παρθενεύει γαρ τόκος, και ζωὴν προμνηστεύεται θάνατος. Η μετὰ τὸκον Παρθένος, και μετὰ θάνατον ζώσα!»

 Η Παναγία εισήλθε χαίρων εις την χαράν του Κυρίου και Υιού της. Θεοτόκος γάρ εκ του τάφου ανέτειλε. Ο άδης φησίν, επικράνθη, συναντήσας την Αγιωτέραν Γυναίκαν της Γης! Έλαβε σώμα και Θεοτόκω περιέτυχεν. Έλαβε Αγνήν Μητέραν και συνήντησεν Ουρανών Πλατυτέραν. Πού σου, θάνατε, το κέντρον; Πού σου, άδη, το νίκος; Ενικήθης υπό Αγίας Γυναικός! Ανέστη Θεοτόκος και σύ καταβέβλησαι. Ανέστη Θεοτόκος και πεπτώκασι των αιρέσεων δαίμονες. Ανέστη Θεοτόκος και χαίρουσιν άγγελοι διά την Βασίλισσαν των Αρχαγγέλων. Ανέστη Θεοτόκος, και ζωή πολιτεύεται, ότι μετέστη προς την ζωήν, Μήτηρ υπάρχουσα της Ζωής.

 Θέλει αρετή και τόλμη η Ορθόδοξη Υμνολογία. Είχε τόλμη η Παναγία για αυτό και τολμήθηκε η παρούσα πραγματεία.

Η Θεοτόκος, όταν ήταν νέα κοπέλα, τόλμησε να πεί το ιστορικότατο: «Από τώρα και πέρα θα με μακαρίζουν όλες οι γενιές του κόσμου!» Οταν κοιμήθηκε και αφού αναστήθηκε, κατά την ώρα της αναλήψεώς της (το διασώζει με Θεϊκή Επιστασία η Ιερή και Εκκλησιαστική μας Παράδοση) ενώ την κοίταζαν με δάκρυα οι διπλά πια ορφανεμένοι Μαθητές και εκλιπαρούσαν το «μη μας εγκαταλείπεις», Εκείνη, ενώ ανέβαινε «ον τρόπον ανελήφθη ο Υιός της» εις τους ουρανούς, Εκείνη πάλι τόλμησε να πει εκείνο το Θεαρχικότατο:

 «Ιδού εγώ μεθ’ υμών ειμί, έως της Δευτέρας Παρουσίας του Υιού μου!!!»

Μοναχός Νικόδημος, Δεκαπενταύγουστος 2011