Τρίτη 29 Αυγούστου 2017

Η τιμή της Παναγίας στην Αγία Γραφή Αρχιμανδρίτου Κλεόπα Ηλίε

 


Αρχιμανδρίτου Κλεόπα Ηλίε
 
ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΓΡΑΦΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΗ ΤΙΜΗ ΤΗΣ ΜΗΤΕΡΑΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ.
 
(Έκδ. Ιερής Μονής Συχαστρίας, 1990)
Γιατί τιμούμε την Μητέρα του Κυρίου.
Εμείς οι Ορθόδοξοι χριστιανοί τιμούμε την Παναγία Παρθένο Μαρία πιό πολύ απ’ όλους τους αγίους και αγγέλους του ουρανού, διότι αυτή καταξιώθηκε να γεννήσει τον Χριστό, τον Σωτήρα του κόσμου, διά της επισκιάσεως του Αγίου Πνεύματος. Η τιμή την οποία αποδίδουμε στην Μητέρα του Κυρίου είναι εξαιρετική, τιμιωτέρα ή ευλαβεστέρα, επειδή αυτή δεν είναι μια μόνο «φίλη Του», όμοια με τους άλλους αγίους, αλλά είναι υπέρ-αγία (Παναγία) απ’ όλους τους αγίους και τους αγγέλους.
Γι’ αυτό, τόσο οι άγγελοι όσο και οι άνθρωποι την προσκυνούν και την τιμούν με προσευχές, άσματα, ακολουθίες και εγκώμια. Τοιουτοτρόπως χαιρέτησε αυτήν ο Αρχάγγελος Γαβριήλ στον Ευαγγελισμό (Λουκ. 1,28-29) και η Αγία Ελισάβετ, η μητέρα του Αγίου Ιωάννου του Βαπτιστού (Λουκ. 1, 40-43).
Η ίδια η Παναγία Παρθένος Μαρία προφητεύει διά του Αγίου Πνεύματος: «ιδού γαρ από του νυν μακαριούσι με πάσαι αι γενεαί, ότι εποίησέ μοι μεγαλεία ο δυνατός…» ( Λουκ. 1, 48-49). Απ’ αυτά τα λόγια καταλαβαίνουμε, ότι η εξαιρετική τιμή της Μητέρας του Κυρίου είναι ηθελημένη και ορισθείσα από τον Ίδιον τον Θεό. Αυτή την εξαιρετική τιμή την οποία προσδίδει η Ορθόδοξος Εκκλησία στην Παρθένο Μαρία συγκροτεί τη λατρεία της Μητέρας του Κυρίου.
Στα πλαίσια της λατρείας της Υπεραγίας Θεοτόκου, αναφέρουμε κατά πρώτον τις μεγάλες Θεομητορικές εορτές οι οποίες είναι: Το Γενέσιον της Υπεραγίας Θεοτόκου, Τα Εισόδια, ο Ευαγγελισμός, η Κοίμηση της Θεοτόκου. Κατόπιν οι ακολουθίες οι οποίες γίνονται στις Εκκλησίες και τα μοναστήρια προς τιμήν της, οι χαιρετισμοί, οι παρακλητικοί κανόνες, οι αγιογραφημένες εικόνες και στολισμένες τόσο όμορφα, προ πάντων οι θαυμαστές και πολλές άλλες προσευχές διά των οποίων ζητούμε την βοήθεια της Μητέρας του Κυρίου όλες τις ημέρες της ζωής μας.
Τιμούμε την Θεομήτορα διότι αυτή είναι η μητέρα η οποία εγέννησε τον Υιόν του Θεού και η πρώτη η οποία πρεσβεύει υπέρ του κόσμου εμπρός στην Παναγία Τριάδα. Αυτή μας βοηθά πιό πολύ στην κατάκτηση της σωτηρίας διά των αγίων της προσευχών.
Όμως, κατά την μακραίωνα ιστορία εμφανίσθηκαν και μερικοί βλάσφημοι τόσον εναντίον του Σωτήρος και του Ευαγγελίου Του, όσον και εναντίον της Μητέρας του Κυρίου, τους οποίους ονομάζουμε αιρετικούς η οπαδούς άλλων ομολογιών (νεοπροτεστάντες).
Ο Άγιος Απόστολος Παύλος στις επιστολές του δείχνει ότι στις έσχατες ημέρες θα εμφανισθούν άνθρωποι οι οποίοι δεν θα ανέχονται τη διδασκαλία της ορθής πίστεως, αλλά θα θέσουν διδασκάλους κατά τα έργα των, παρεκκλίνοντας προς τα παραμύθια. Δηλαδή, έχοντας την όψη της αληθινής πίστεως, θα αρνούνται την δύναμή της, συνεχώς διδάσκοντες και μη μπορώντας να φθάσουν στην αλήθεια της πίστεως, «Όν τρόπον δε Ιαννής Ιαμβής αντέστησαν Μωϋσεί, ούτω και ούτοι ανθίστανται τη αληθεία, άνθρωποι κατεφθαρμένοι τον νουν αδόκιμοι περί την πίστιν. Πονηροί δε άνθρωποι και γόητες προκόψουσιν επί το χείρον, πλανώντες και πλανώμενοι». (Β’ Τιμ. 3,8 και 13).
Εμείς από την αρχή της πλάσεως αυτού του έθνους, έτσι γνωριζόμαστε, ρουμάνοι και ορθόδοξοι χριστιανοί. Έτσι γεννηθήκαμε και έχουμε υποχρέωση να διατηρήσουμε αγνό και πλήρες ό,τι κληρονομήσαμε από τους προγόνους, ως από τον Ίδιον τον Θεό. Διότι λέγει ο Απόστολος Παύλος: «Στήκετε και κρατείτε τας παραδόσεις ας εδιδάχθητε είτε διά λόγου είτε δι’ επιστολής ημών» (Β’ Θες. 2, 15)

Η Παναγία κατά τον Άγιο Νικόλαο Καβάσιλα

 


Μαρία Αλεξοπούλου
 Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΝΙΚΟΛΑΟ ΚΑΒΑΣΙΛΑ
 
        Η Παναγία, ως ένα ξεχωριστό και μοναδικό πρόσωπο, δεσπόζει μέσα στο χώρο της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Η πλατυτέρα των Ουρανών είναι η αρχηγός που οδηγεί τους πιστούς όλων των εποχών προς το Χριστό και την αναδημιουργία. Ταυτόχρονα αποτελεί την χορηγό κάθε θεϊκής αγαθότητας προς τον άνθρωπο και την κτίση1. Για το λόγο αυτό, το να προσπαθεί κανείς να παρουσιάσει το μεγαλείο της Θεοτόκου ξεπερνά τις ανθρώπινες δυνάμεις. Μόνο οι άγγελοι, τονίζει ο άγιος Νικόλαος Καβάσιλας, μπορούν επάξια να εκφράζουν τη δόξα της Θεοτόκου στην Ουράνια Βασιλεία, ενώ εμείς τόσο μόνο μπορούμε να την εγκωμιάσουμε, όσο χρειάζεται για να αγιάσουμε τη γλώσσα και την ψυχή μας. Αρκεί και μόνο ένας λόγος και μια ενθύμηση για τη δόξα της Παναγίας, για να ανυψώσει την ψυχή και την διάνοια και να μας μεταμορφώσει από σαρκικούς σε πνευματικούς και από βέβηλους σε αγίους2.
       Ο άγιος Νικόλαος Καβάσιλας όχι μόνο εγκωμιάζει τη ζωή και «την ευεργετική παρουσία της Παναγίας στον κόσμο, αλλά με βάση το πρόσωπό της προσπαθεί να δώσει απάντηση στο μεγάλο πρόβλημα που είχε θέσει ο ανθρωπισμός. Γιατί όταν υποτιμάται το μεγαλείο της χριστιανικής ανθρωπολογίας φαλκιδεύεται η ίδια η χριστιανική ζωή3. Ζώντας ο άγιος Νικόλαος Καβάσιλας αυτή την κρίσιμη εποχή του δέκατου τέταρτου αιώνα, προβάλλει την ορθόδοξη ανθρωπολογία μέσα από το πρόσωπο της Θεοτόκου. Στην πρόκληση του ανθρωποκεντρικού Ουμανισμού αντιπαραθέτει το πρόσωπο της Παναγίας που εκπροσωπεί τον «κατ' εικόνα» Θεού άνθρωπο, τον προικισμένο με τη δύναμη του «καθ' ομοίωσιν»4. Με τον τρόπο αυτό έδωσε μια νέα διάσταση στο δόγμα της Παρθένου Μαρίας. Δεν το ερμήνευσε μόνο Χριστολογικά, όπως οι προηγούμενοι Πατέρες της Εκκκλησίας5, αλλά πρόβαλε συγχρόνως και την ανθρωπολογική σημασία του. Η Παναγία αποκαλύπτει την ανθρώπινη φύση, την καταξιώνει και την προσανατολίζει προς το Χριστό. Έτσι η ανθρωπολογία του αγίου Νικολάου Καβάσιλα και η διδασκαλία του για το πρόσωπο της Θεοτόκου αλληλοπλέκονται έχοντας ως κέντρο το Χριστό, που είναι ο μόνος αληθινός και τέλειος άνθρωπος.
 
Η Παναγία ο πρώτος και τέλειος άνθρωπος
 
       Η Παναγία καταγόταν από την αγία ρίζα του Ιωακείμ και της Άννας. Η γέννησή της δεν ήταν απλά μόνο «φύσεως τόκος», αλλά και καρπός της ενάρετης ζωής και της δύναμης της προσευχής των γονιών της6. Ο Ιωακείμ και η Άννα υπερείχαν στην αρετή από όλους τους δίκαιους της Παλαιάς Διαθήκης και ξεχώριζαν για την ακρίβεια της τήρησης του θελήματος του Θεού, με αποτέλεσμα να γίνουν οι πιο αγαπητοί στο Θεό, «θεοφιλείς» και οικείοι σ' Αυτόν7. Ήταν πιστοί τηρητές του νόμου, δίκαιοι με ένθερμο ζήλο προς κάθε αγαθό, γι' αυτό ο Θεός έλυσε τη στειρότητα της φύσεώς τους και εισάκουσε το αίτημα των προσευχών τους. Για τη μεγάλη αρετή τους αξιώθηκαν από το Θεό να φέρουν τον τελειότερο καρπό του νόμου, το θησαυρό της χάριτος, την Παρθένο Μαρία και με τον τρόπο αυτό έγιναν συνεργοί Θεού στο έργο της θείας Οικονομίας8. Η Παναγία ήταν το δώρο του Θεού που τιμούσε τους αγώνες τους για τη βίωση της αληθινής ζωής, ήταν η φανέρωση της αγιότητάς τους9.
       Η αγία αυτή καταβολή της Παναγίας αποτελεί για τον άγιο Νικόλαο Καβάσιλα τη βάση και την αφετηρία της πνευματικής πορείας της10. Η Παναγία, θυγατέρα σωφρόνων γονέων που τελειώθηκαν στην προσευχή και την άσκηση, ήταν εύλογο να παρέμενε πάναγνη και πανάρετη. Η αγιότητά της προετοιμαζόταν από τους ευσεβείς γονείς της σ' όλη τη διάρκεια του επίγειου βίου τους11. Η Παναγία ως άνθρωπος κληρονόμησε από τους γονείς της την αγιότητα και την καθαρότητα. Αυτές τις κληρονομικές καταβολές χρησιμοποιώντας στη ζωή της12 τελειοποίησε την αγιότητα των γονιών της και έφτασε στο σημείο να ανα­δειχθεί ο «πρώτος άνθρωπος» της δημιουργίας13.
       Ο πρώτος άνθρωπος δημιουργήθηκε από τον Θεό προικισμένος με το νου, τη θέληση, το αυτεξούσιο και πολλά άλλα χαρίσματα. Αξιοποιώντας τα χαρίσματα αυτά της «κατ' εικόνα» Θεού δημιουργίας του, ο άνθρωπος θα μπορούσε να ζήσει μ' έναν θαυμαστό τρόπο που θα ξεχώριζε ως το τελειότερο και ωραιότερο δημιούργημα της κτίσης. Τα στοιχεία που συνθέτουν τον αληθινό άνθρωπο και προσδιορίζουν τον ξεχωριστό τρόπο της ζωής του είναι το ν' αγαπά το Θεό με καθαρό τρόπο, να ζει έλλογα, να κυριαρχεί στα πάθη του και να είναι άγευστος από την πίκρα της αμαρτίας14. Η δύναμη αυτή του ανθρώπου να νικά κάθε αμαρτία δεν σημαίνει απόλυτη ελευθερία από τους πειρασμούς, όπως συμβαίνει στο Θεό. Σημαίνει όμως πως η διάπραξή της δεν οφείλεται στη φύση του ανθρώπου αλλά στην ελευθερία της γνώμης, στην προαίρεσή του15.

Ἡ Κοίμηση τῆς Θεοτόκου ὡς μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ. Ιεροθέου

 


Ἡ Κοίμηση τῆς Θεοτόκου ὡς μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας
Κατά τήν ἑορτή τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου ἀσπαζόμαστε τήν ἱερή εἰκόνα πού παριστᾶ τό γεγονός τῆς Κοιμήσεώς της. Ἡ ὅλη εἰκόνα ὄχι μόνον ἀναπαριστᾶ αὐτό πού ἔγινε κατά τήν ἐξόδιο ἀκολουθία τῆς Παναγίας, ἀλλά δείχνει καί τό τί εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Πρόκειται γιά μιά εἰκόνα πού δείχνει κατά τόν πλέον ἀνάγλυφο τρόπο τό μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας.

Ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι μιά ἀνθρώπινη ὀργάνωση, ἀλλά τό Θεανθρώπινο Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ἡ ἑνότητα Θεοῦ καί ἀνθρώπων στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Στήν ἱερή εἰκόνα τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου βλέπουμε ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἔχει στό κέντρο της τόν Χριστό καί τήν Παναγία, ὡς Μητέρα τοῦ Χριστοῦ, καί γύρω ἀπό αὐτούς τούς Ἀποστόλους, τούς Ἐπισκόπους καί τούς Ἀγγέλους.

Ἔπειτα, στήν ἱερή εἰκόνα φαίνεται καθαρά ὅτι στήν Ἐκκλησία ἔχει καταργηθῆ ὁ θάνατος, ἀλλά αὐτό πού ὀνομάζουμε θάνατο εἶναι ἕνας ἁπλός ὕπνος. Τό σῶμα δέχεται τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ καί αὐτό λαμπρύνεται, ἀλλά καί ἡ ψυχή ζῆ μετά θάνατο, καί, ἄν ὁ ἄνθρωπος ἔχη ἁγιασθῆ, βρίσκεται «ἐν χειρί Θεοῦ». Αὐτό πού συνέβη μέ τήν Παναγία, κατά ἀναλογία, ἐπιθυμοῦμε νά συμβῆ καί σέ μᾶς. Δηλαδή, εὐχόμαστε, ὅταν ἔλθη ἡ ὥρα νά φύγουμε ἀπό τόν κόσμο αὐτό, νά εἴμαστε μέσα στήν Ἐκκλησία, νά προσευχόμαστε, νά ἔχουμε τούς Πνευματικούς Πατέρες κοντά μας, νά λάβουμε τήν εὐχή τους καί, κυρίως, νά κοινωνήσουμε τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ.

Ἀκόμη, ὅπως ὁ Ἰεφωνίας προσπάθησε νά ἀτιμάση τό σῶμα τῆς Παναγίας καί δέν τό κατόρθωσε, ἔτσι ὑπάρχουν διάφοροι ἐχθροί, οἱ ὁποῖοι προσπαθοῦν νά βλάψουν τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία, ἀλλά δέν κατόρθωσαν οὔτε θά κατορθώσουν νά κάνουν τίποτε, γιατί ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι ἕνα ἀνθρώπινο σωματεῖο, ἀλλά τό θεανθρώπινο Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ἡ Ἐκκλησία ἔχει μεγάλη δύναμη, δέν φοβᾶται ἀπολύτως τίποτε, ἀλλά σώζει τούς πάντες καί αὐτούς ἀκόμη τούς λεγομένους ἐχθρούς της, ὅταν μετανοήσουν.

Ὅλη ἡ σύνθεση τῆς εἰκόνας ἀπό τά πρόσωπα πού παρίστανται σχηματίζουν ἕναν νοητό Σταυρό. Ἡ ὁριζόντια διάσταση τοῦ Σταυροῦ σχηματίζεται ἀπό τήν κλίνη, ὅπου βρίσκεται τό νεκρό σῶμα τῆς Θεοτόκου. Ἡ κατακόρυφη διάσταση τοῦ Σταυροῦ σχηματίζεται στό ἐπάνω μέρος ἀπό τόν Χριστό πού βρίσκεται ὄρθιος, καί στό κάτω μέρος ἀπό τόν Ἑβραῖο Ἰεφωνία πού θέλησε νά ἀτιμάση τό σῶμα τῆς Θεοτόκου. Εἶναι ἕνας νοητός Σταυρός πού τόν ἀποτελοῦν ὁ Χριστός, ἡ Θεοτόκος, καί οἱ παρόντες στήν Κοίμησή της, ἀπό τούς ὁποίους οἱ περισσότεροι τήν ἀνυμνοῦν καί ἕνας προσπαθεῖ νά τήν ἀτιμάση.

Ὁ Σταυρός εἶναι δόξα καί ἀτιμία, σωτηρία καί καταδίκη. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος διακηρύσσει: «Ὁ λόγος γάρ ὁ τοῦ σταυροῦ τοῖς μέν ἀπολλυμένοις μωρία ἐστί, τοῖς δέ σῳζομένοις ἡμῖν δύναμις Θεοῦ ἐστι» (Α΄ Κορ. α΄, 18).

Τετάρτη 23 Αυγούστου 2017

Εννέα σωτήριες Ευχές στην Παναγία μας





Πρώτη ευχή

Θεοτόκε Παρθένε βασιλεύουσα, Κάλλος Ουράνιο, την πίστη ημών ευφραίνουσα, η Υψηλοτέρα των Ουρανών, το ύδωρ της ζωής, η Δυναστεία των αγαθών, Ζωοδότειρα, Ηγεμονίς, Άνθος εύοσμον, του Δημιουργού των πάντων Θεού εικόνα έμψυχη, χαράς πηγή συμβάντων, Δόξα των Αγγέλων, η αείρρυτος η υμνωδία.


Η Ασύγκριτος, Θεού οσμή και ευωδία, βοήθησον τον/την δούλον/ην σου (τάδε).
Ζωηφόρε, της Τριάδος της Αγίας Ευλογία, Δύναμις Θεία, νόσων ιατρός, Γιάτρισσα Αγία. Ο λόγος και το έλεος της άπειρης Αγάπης του Θεού, Πεσόντων ανάκληση, Όπλο σωτηρίας κάθε αμαρτωλού, η φοβερή κατάπτωση του εχθρού, Δύναμις Αγία. Λυτήριον λύπης, Διάδωσμα πιστών και Θεραπεία.
Η Δόξα πάσα, η Αρχαγγελιώτισσα, το Άξιον Εστί. Η Γνώση της Σοφίας, Μήτηρ του Ιησού, Παραδείσου η Αρχή.
Δεύτερη ευχή
Ουρανών Υψηλοτέρα, Άγιον Ρόδον το Αμάραντον, Δεομένη Μήτηρ των πιστών, Άνθος χαράς ακράδαντον, Άρμα λαμπρόν βασιλικόν της Τρισηλίου Αρχής.
Ανακαίνιση του Κόσμου, στολή ουσίας κτιστής. Η Δέσποινα πάντων ημών, η παρισταμένη τω Θεώ, Όμμα αθέατων θεωριών, το παλάτιο το αγαθό, Ίαση ωκεία, Γοργοϋπήκοε, φοβερή βροντή Θεία, Πορταΐτισσα, και Δύναμις ασθενούντων, η παραμυθία, βοήθησον τον/την δούλον/ην σου (τάδε).
Η λυχνία η φωτοφόρος, Μυριώνυμη Ουρανών. Η λύτηρα των νόσων, σωτηρία των Χριστιανών. Βρύση ιαμάτων, Φως θαυμάτων, αθώωση ενόχων. Πρεσβεία θερμή, Θεόνυμφε, Ευλογημένη Κόρη. Άρτος ζωής, Ξίφος δίστομο, Ελπίδα μόνη.
Η Δόξα πάσα, η Αρχαγγελιώτισσα, το Άξιον Εστί. Η Γνώση της Σοφίας, Μήτηρ του Ιησού, Παραδείσου η Αρχή.
Τρίτη ευχή
Θεοτόκε κραυγάζομέν Σε, γενού τροφός ζωής εις πάντας τους επικαλουμένους Σε, Σιών στοργής, Ψυχοσώστρια, Αγαθή χειμερία των δεινών, Ελευθερώτρια, Απαλλαγή πειρασμών και συμφορών.
Κυοφορία Αγνή χαράς, το καθάρσιον λυτήριον. Καταργήσασα φθορέα φρενών, δαιμόνων αμυντήριον, Άρμα Ουράνιον, Θεού φόβος καταχθονίων, Φαρμακολύτρια, τέλος κατάρας, ζωής ταμείον, βοήθησον τον/την δούλον/ην σου (τάδε).
Η Ρύτειρα των δόλων, Στήριγμα των αθλοφόρων. Το Τείχος το Ακαταμάχητον, η εξάλειψη δαιμόνων, Κραταιή πασών των δαιμόνων ράβδος φοβερή, Πλύση μιαρών, και πάσης ασθενείας συντριβή, Ζώσα Υπέρλαμπρη χαρά, Υπερτέρα ουρανών. Αρχή θαυματουργίας, επίσκεψις των ασθενών.
Η Δόξα πάσα, η Αρχαγγελιώτισσα, το Άξιον Εστί. Η Γνώση της Σοφίας, Μήτηρ του Ιησού, Παραδείσου η Αρχή.

Παρασκευή 11 Αυγούστου 2017

O Φώτης Κόντογλου γράφει για την Παναγία και για την Κοίμησή της.



Η Παναγία είναι η ελπίδα των απελπισμένων – Φώτης Κόντογλου
Η Παναγία είναι η ελπίδα των απελπισμένων, η χαρά των πικραμένων, το ραβδί των τυφλών, η άγκυρα των θαλασσοδαρμένων, η μάνα των ορφανεμένων. Η θρησκεία του Χριστού είναι πονεμένη θρησκεία, ο ίδιος ο Χριστός καρφώθηκε απάνω στο ξύλο: κ’ η μητέρα του η Παναγία πέρασε κάθε λύπη σε τούτον τον κόσμο. Γι’ αυτό καταφεύγουμε σε Κεiνη που την είπανε οι πατεράδες μας: «Καταφυγή»,«Σκέπη του κόσμου», «Γοργοεπήκοο», «Γρηγορούσα»,«Οξεία αντίληψη»,«Ελεούσα», «Οδηγήτρια», «Παρηγορίτισσα» και χίλια άλλα ονόματα, που δεν βγήκανε έτσι απλά από τα στόματα, αλλά από τις καρδιές που πιστεύανε και που πονούσανε. Μονάχα στην Ελλάδα προσκυνιέται η Παναγία με τον πρεπούμενο τρόπο ήγουν με δάκρυα με πόνο και με ταπεινή αγάπη. Γιατί η Ελλάδα είναι τόπος πονεμένος,χαροκαμένος, βασανισμένος από κάθε λογής βάσανο. Κι’ από τούτη την αιτία το έθνος μας στα σκληρά τα χρόνια βρίσκει παρηγοριά και στήριγμα στα αγιασμένα μυστήρια της ορθόδοξης θρησκείας μας, και παραπάνω από όλα στο Σταυρωμένο το Χριστό και στη χαροκαμένη μητέρα του, που πέρασε την καρδιά της σπαθί δίκοπο. Σε άλλες χώρες τραγουδάνε την Παναγία με τραγούδια κοσμικά, σαν νάναι καμιά φιληνάδα τους, μα εμείς την υμνολογούμε με κατάνυξη βαθειά, θαρρετά μα με συστολή, με αγάπη μα και με σέβας,σαν μητέρα μας μα και σαν μητέρα του Θεού μας. Ανοίγουμε την καρδιά μας να τη δει τι έχει μέσα και να μας συμπονέσει. Η Παναγία είναι η πικραμένη χαρά της Ορθοδοξίας, «το χαροποιόν πένθος», «η χαρμολύπη» μας, «ο ποταμός ο γλυκερός του ελέους», «ο χρυσοπλοκώτατος πύργος και η δωδεκάτειχος πόλις».
Φώτης Κόντογλου

Του Φώτη Κόντογλου
Σήμερα Γιορτάζουμε την ένδοξη Κοίμηση της Παναγίας. Σ’ αμέτρητες εκκλησίες και μοναστήρια χτυπούνε οι καμπάνες και ψέλνουνε οι ψαλτάδες. Τα πιο πολλά είναι στης Παναγίας τ’ όνομα, και πανηγυρίζουνε σήμερα την Κοίμηση της Θεοτόκου. Μα αυτή δεν είναι γιορτή θανάτου, είναι γιορτή χαράς και θρίαμβος, γιατί αυτή που κοιμήθηκε είναι η Μητέ ρα της Ζωής, όπως λέγει εκείνο το θεσπέσιο δοξαστικό πού λένε σήμερα στη Λειτουργία: «Τη αθανάτω σου κοιμήσει Θεοτόκε μήτηρ της ζωής, νεφέλαι τους αποστόλους αιθέριους διήρπαζον και κοσμικώς διεσπαρμένους, ομοχώρους παρέστησαν τω αχράντω σου σώματι, ο και κηδεύσαντες σεπτώς, την φωνήν του Γαβριήλ μελωδούντες ανεβόων. Χαίρε, κεχαριτωμένη παρθένε, μήτερ ανύμφευτε, ο Κύ ριος μετά σου. Μεθ’ ων, ως Υιός σου και θεόν ημών ικέτευε σωθήναι τας ψυχάς ημών».
Σήμερα όλη η Ελλάδα μοσχοβολά από το ευωδέστατο σκήνωμα της Παναγίας, που είναι η μητέρα των ορφανεμένων, η ελπίδα των απελπισμένων, η χαρά των θλιμμένων, το ραβδί των τυφλών, η άγκυρα των θαλασσοδαρμένων. Κι απ’ άκρη σε άκρη της Ελλάδας, στις πολιτείες, στα χωριά, στα μοναστήρια και στις σκήτες, απάνω στα δασωμένα βουνά, στα λαγκάδια, στις σπηλιές, στα γαλανά τα κύματα που δροσοαφρίζουνε από τον πελαγίσιον αγέρα, στα νησιά και στα ρημόνησα, στους κάβους, παντού αντιλαλεί η υμνολογία που ψέλνουνε οι ψαλτάδες για την ταπεινή βασίλισσα που κοιμήθηκε.

Αθανάσιος Γιέφτιτς (πρώην Ζαχουμίου και Ερζεγοβίνης) Ο Άγ. Ιωάννης Δαμασκηνός περί της Παναγίας Θεοτόκου


"Εισαγωγή" εις Αγ. Ιωάννου του Δαμασκηνού, Η Θεοτόκος - τέσσερις θεομητορικές ομιλίες, εκδ. Αποστολικής Διακονίας, Αθήνα 19953.

Από τον πνευματικόν πατέρα μου παρέλαβον ότι πρέπει να θέτωμεν «φυλακήν τω στόματι» ημών όταν ομιλώμεν περί των μυστηρίων του Χριστού. Πόσω μάλλον πρέπει να κάνωμεν τούτο όταν ομιλώμεν περί του «μυστηρίου των μυστηρίων» του Χριστού περί της Παναγίας και Υπερευλογημένης Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μητρός Του. Εάν ο θεόπτης Μωϋσής με φόβον και έντρομος «ευλαβείτο κατεμβλέψαι» ενώπιον της αφλέκτου βάτου, που ήτο μόνον η «σκιά της αληθείας», σκιά της αληθινής Βάτου, της Παναγίας Θεοτόκου, τι άλλο να κάνωμεν ημείς οι αμαρτωλοί και ανάξιοι, όταν πρόκειται να ομιλήσωμεν δια την Παναγίαν Θεοτόκον, παρά να προσευχώμεθα πρώτον ταπεινά μαζί με όλον το πλήρωμα της Εκκλησίας του Χριστού, έχοντας τους αγίους υμνωδούς μας ως κανονάρχας και τελετάρχας:
Τείχισόν μου τας φρένας, Σωτήρ μου·
το γαρ τείχος του κόσμου ανυμνήσαι τολμώ,
την άχραντον Μητέρα Σου·
εν πύργω ρημάτων ενίσχυσόν με,
και εν βάρεσιν εννοιών οχύρωσόν με·
Συ γαρ βοάς των αιτούντων πιστώς τας αιτήσεις πληρούν.
Συ ουν μοι δώρησαι γλώτταν,
προφοράν,
και λογισμόν ακαταίσχυντον·
πάσα γαρ δόσις ελλάμψεως παρά Σου καταπέμπεται,
Φωταγωγέ,
ο μήτραν οικήσας αειπάρθενον»1.

Περί της Παναγίας Θεοτόκου ωμίλησαν και έγραψαν πολλοί άγιοι Πατέρες και υμνωδοί της Εκκλησίας του Χριστού. Ένας από τους πιο μεγάλους Πατέρας και υμνωδούς της Εκκλησίας, που εξύμνησε την Υπεραγίαν Θεοτόκον «όσον εφικτόν» ήτο εις τους ανθρώπους («το γαρ προς αξίαν ανέφικτον», Β΄, 14), είναι ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, η χρυσόρροος λύρα του Παναγίου Πνεύματος, το θεόπνευστον στόμα του Λόγου2, ο «ορθότομος λάτρης της Αγίας και Ασυγχύτου Τριάδος»3. Αλλά και προ του αγίου Δαμασκηνού και μετά τον Δαμασκηνόν έχομεν επίσης πολλούς Πατέρας οι οποίοι ωμίλησαν και έγραψαν περί της Μητρός του Σωτήρος Χριστού. Όλοι αυτοί ήσαν συγχρόνως και ποιηταί - υμνογράφοι της Εκκλησίας, γεγονός το οποίον μαρτυρεί ότι εις την Πανύμνητον Θεοτόκον αρμόζει μάλλον «θείος και ιερός ύμνος» και αίνος (Α΄, 5· Δ΄, 4), λόγος δηλαδή δοξολογικός, διότι τα μυστήριά της είναι «πάντα υπέρ έννοιαν, πάντα υπερένδοξα»4, και ουδείς απλός λόγος θα εξαρκέση προς ύμνον των «μεγαλείων» της, τα οποία «εποίησεν αυτή ο Δυνατός» (Λουκ. 1, 42). Προ του Δαμασκηνού οι άγιοι Γρηγόριος ο Θεολόγος και Εφραίμ ο Σύρος, Πρόκλος Κωνσταντινουπόλεως και Κύριλλος Αλεξανδρείας, Μόδεστος και Σωφρόνιος Ιεροσολύμων, Ανδρέας Ιεροσολυμίτης και Γερμανός Κωνσταντινουπόλεως, και μετά τον Δαμασκηνόν οι Θεόδωρος ο Στουδίτης, Φώτιος ο Πατριάρχης, Συμεών ο Νέος Θεολόγος και οι τρεις βυζαντινοί Παλαμάς, Θεοφάνης Νικαίας και Καβάσιλας, - όλοι αυτοί έγραψαν λόγους εις την Παναγίαν, οι οποίοι είναι ποιήματα θεόπνευστα και «ύμνοι θεοπρεπείς», μεγαλυνάρια και ωδαί πνευματικαί μιας ακαταπαύστου και διαρκούς τελετής και εορτής5 της Θεοτόκου.