Κυριακή 29 Μαρτίου 2015

Το Κάλλος της Θεοτόκου


"Άκουσον Θύγατερ και ίδε και κλίνον το ους σου και επιλάθου του λαού σου και του οίκου του πατρός σου και επιθυμήσει ο Βασιλεύς του Κάλλους σου" (Ψαλμ. 44)
Την Υπερένδοξη Μητέρα του Θεού, την Πάναγνο Θεοτόκο, την γυναίκα που έγινε το μέσο της Ενανθρωπήσεως του Θεού, την Μητέρα της Ζωής τιμά σήμερα και εορτάζει ο πιστός λαός μας. Και γίνεται η ημέρα της εκδημίας της ημέρα χαράς και πανηγύρεως, γιατί η Παναγία δεν πέθανε, αλλά μετέστη, μαζί με το σώμα της, και μετέβη προς τον Υιό της, προς την όντως Ζωή!
Ο ψαλμωδός αναφέρεται στην Υπεραγία Θεοτόκο με πολύ κολακευτικά λόγια, διότι αυτή είναι η θυγάτηρ του Θεού και αυτή της οποίας το κάλλος επιθυμεί ο Βασιλεύς. Αυτό το κάλλος της Παναγίας μας, αυτή την μυστική ομορφιά καλούμαστε κι εμείς να ανακαλύψουμε και να ενστερνιστούμε. Η Παναγία είναι η υπέρτατη ανθρώπινη ομορφιά. Όχι αυτή που ο κόσμος μας ταυτίζει με την σωματική εμφάνιση, την υγεία, την ευρωστία. Αυτή η ομορφιά είναι και ψεύτικη και, δυστυχώς, εφήμερη. Το κάλλος της Παναγίας είναι εσωτερικό και πνευματικό και γι' αυτό γίνεται επιθυμητό από όλο τον κόσμο, υλικό και πνευματικό.

Η Παναγία μας δίδει ένα άλλο πρότυπο ομορφιάς και μας διδάσκει με τον βίο της πάμπολλα. Αυτό διότι: ακούει (Άκουσον θύγατερ): ακούει τον λόγο του Θεού και παραμένει πιστή σ' αυτόν. Από τη στιγμή του Ευαγγελισμού της μέχρι το Σταυρό, από τη στιγμή που αντηχεί το 'Δόξα εν Υψίστοις…' των αγγέλων, τότε που ο Συμεών της λέει στην Υπαπαντή τα όσα αναφέρονται στον Υιό της, αλλά και καθόλη την επίγεια πορεία του Ιησού βρίσκεται πάντα διακριτικά κοντά Του, ακούει τον Λόγο Του και τα βάζει όλα μέσα στην καρδία της, ακόμα και μέχρι το φρικτό Σταυρό, που ο Υιός της τής απευθύνει τις τελευταίες λέξεις "γύναι, ιδού ο υιός σου". Αλλά είναι και η πρώτη που μαζί με τις Μυροφόρες πληροφορείται την Ανάσταση. Μας διδάσκει λοιπόν ότι ομορφιά είναι να έχει κανείς τα ώτα της ψυχής του αφιερωμένα στο Θεό, μακριά από τις Σειρήνες του κόσμου και κάθε τι που προκαλεί σύγχυση.

Βλέπει (και ίδε): Βλέπει τον εσωτερικό κόσμο της αρετής, έχει τους οφθαλμούς της να ατενίζουν και να φροντίζουν το εσωτερικό κάλλος που προέρχεται από την άσκηση, την παρθενία, την εγκράτεια, αρετές που οδηγούν τελικά στην όραση του Θεού. Η Παναγία ορά τον Ιησού Χριστό, όχι μόνο όταν ήταν αισθητώς εν τω κόσμω, αλλά και κατόπιν, δια της καρδιακής προσευχής, καθώς ο πνευματικός οφθαλμός της ήταν κεκαθαρμένος και ο λογισμός της παραδομένος αγαπητικώς στον Ιησού Χριστό. Γι' αυτό και η Κοίμησή της είναι γι' αυτήν η στιγμή της επιστροφής στον ηγαπημένο της Υιό, που την εμπειρία Του διαρκώς είχε μέσα στην καρδία της.

Υπακούει (και κλίνον το ους σου): Η Παναγία αποτελεί το πρότυπο της υπακοής στο Θεό. Ο Κύριος είπε ότι όποιος με αγαπά, υπακούει και τηρεί τις εντολές μου και η Παναγία ετήρησε τις εντολές του Θεού, όντας παρθένος, όντας χαριτωμένη, όντας η γυναίκα που στο πρόσωπό της αίρεται η ανυπακοή της πρώτης Εύας. Η πρώτη Εύα δια της ανυπακοής οδηγεί τον άνθρωπο στο θάνατο, η Παναγία δια της υπακοής μας επανασυνδέει με τη Ζωή. Μας διδάσκει με το παράδειγμά της ότι "πειθαρχείν δει Θεώ μάλλον ή ανθρώποις" και ότι ο πιστός δεν μπορεί να υπακούει σε τίποτε άλλο από τις εντολές του Θεού, που είναι καταγεγραμμένες στο Ευαγγέλιο και εκφράζονται δια των ποιμένων του και δια της Εκκλησίας.

Αποτάσσεται την ματαιότητα και ζει ασκητικά (και επιλάθου του λαού σου και του οίκου του πατρός σου): Η Παναγία αποτελεί το υπόδειγμα του μονήρους βίου, το καύχημα των μοναχών και των ασκητών. Γι' αυτό πλείστα όσα μοναστήρια την έχουν προστάτιδα, και οι περισσότερες των Θαυματουργών Εικόνων της κοσμούν τις Ιερές Μονές μας: διότι απετάχθη την ματαιότητα του κόσμου, ζώσα εν τω κόσμω. Εδημιούργησε οικογένεια, ζώντας εν παρθενία. Απέταξε τους δεσμούς τους φυλετικούς, τους εθνικούς, τους προσωπικούς και ταυτόχρονα προσεύχεται και δέεται για όλον τον κόσμο. Έζησε μέσα στον κόσμο, παρέμεινε όμως αλώβητη της αμαρτίας και της ηδονής. Με απλά λόγια, η Παναγία βίωσε το εσωτερικό κάλλος, παραδομένη στην χάρη του Θεού και αποτινάσσοντας κάθε ζυγό του κοσμικού πνεύματος. Με τον ίδιο τρόπο και οι μοναχοί, αποτελούν πνευματική οικογένεια ζώντας ασκητικά, είναι ξένοι τω κόσμω, αλλά ταυτόχρονα αγαπούν και δέονται υπέρ της σωτηρίας του κόσμου, αγωνίζονται να διέλθουν εκ της ζωής του κόσμου, δαμάζοντας χάριτι Θεού τους λογισμούς και τις επιθυμίες της δόξας, της ηδονής, της φιλαυτίας.

Το κάλλος της Παναγίας γίνεται επιθυμητό υπό του Βασιλέως (και επιθυμήσει ο βασιλεύς του κάλλους σου). Έχει ανάγκη ο Θεός από το ανθρώπινο κάλλος; Όχι, αλλά το κάλλος της Παναγίας είναι καρπός της χάριτος του Θεού, της ενεργείας Του. Η Παναγία με την καλλιέργεια των αρετών που περιγράψαμε αποκτά το πνευματικό κάλλος, γίνεται το πρότυπο της πνευματικής ομορφιάς και ελκύει το Θεό, κατοικεί μέσα της το Άγιον Πνεύμα, γίνεται η ευλογημένη, η κεχαριτωμένη, και καθίσταται η Υψηλοτέρα των Ουρανών, η καθαρωτέρα των ηλιακών λαμπηδόνων που φωτίζεται από τον κυοφορηθέντα Υιό Της, ώστε να μας λυτρώνει εκ της κατάρας και να καθίσταται μεσίτρια για όλο τον κόσμο.

Αυτό το μεγάλο μήνυμα της πνευματικής ομορφιάς κρύβει μέσα της η εορτή της Κοιμήσεως της Παναγίας. Αυτό το πνευματικό περιεχόμενο είναι που καθιστά την εκδημία της Θεοτόκου γεγονός άκρως χαρμόσυνο και αίτιο πανηγυρισμού. Αυτό το κάλλος καλούμαστε σήμερα να προσεγγίσουμε, να ψηλαφίσουμε, να γευτούμε, να ενστερνιστούμε. Είναι καιρός να προσανατολίσουμε τη ζωή μας στην αναζήτηση της πνευματικής ομορφιάς.

Μέσα σ' έναν κόσμο που θορυβεί, που δεν βλέπει ή βλέπει ότι θέλει και ότι τον συμφέρει, που δεν κλίνει την κεφαλή για να ακούσει τον άλλο και να κάμει την υπακοή, οι χριστιανοί καλούμαστε να ζήσουμε διαφορετικά. Να σιωπήσουμε, να απομονώσουμε τους θορύβους του κόσμου και να ακούσουμε τον έσω άνθρωπο. Να ακούσουμε πάνω απ' όλα τον λόγο του Θεού, να τον βάλουμε καλά μέσα στην καρδιά μας και να τον κάνουμε πράξη. Να δούμε καθαρά με τα μάτια της ψυχής μας και να κάνουμε πρώτο μέλημά μας την καλλιέργεια των αρετών. Να υπακούσουμε στις εντολές του Θεού, στο Ευαγγέλιο, στην Εκκλησία, στους πνευματικούς μας πατέρες, γιατί τελικά μόνο η υπακοή θα μας οδηγήσει πίσω στον Παράδεισο.

Σ' αυτή την όντως δύσκολη πορεία μας ας αντλήσουμε δύναμη και κουράγιο από το πάνσεπτο πρόσωπο της Παναγίας μας, ώστε μιμούμενοι τον τρόπο του βίου, της αγάπης για τον Θεό, της υπέρβασης της αμαρτίας, της ασκητικής παρθενίας, να γίνουμε κάλλει ωραίοι ελκύοντας επάνω μας την αγάπη του Ιησού και την σωτήριο χάρη του Αγίου Πνεύματος. Πουθενά αλλού μακριά από την Εκκλησία δεν θα βρούμε αυτή την υπέρτατη πνευματική ομορφιά, γιατί ακριβώς εδώ βρίσκεται η Παναγία, η Μήτηρ της Ζωής, η Μεσίτρια, το ακατανόητον θαύμα, το κεκρυμμένον Μυστήριον, η Μήτηρ όλων μας, η ηγαπημένη!


Αρχιμ. Νεκταρίου Ντόβα
Πηγή: www.imd.gr

Εις εσέ του Θεού την Μητέρα και Μητέρα ημών έχομεν την ελπίδα της σωτηρίας μας (Ηλίας Μηνιάτης)


Η Παναγία Παρθένος είναι ανάμεσα εις όλους τους Μακαρίους ακηλίδωτος καθρέπτης αγνείας και καθαρότητος· όλη καλή, όλη άμωμος, καθώς την ονομάζει εις το Άσμα το Πνεύμα το Άγιον· «όλη καλή η πλησίον μου, και μώμος ουκ έστιν εν σοι». Καθαρωτέρα ασυγκρίτως και των ανθρώπων και των Αγγέλων.Όθεν όχι μόνον εις αυτήν χύνει της μακαριότητος το φως, αλλ’ εις αυτήν εισεβαίνει και ωσάν περικλείεται όλη, όλη εκείνη η πολυχεύμων πηγή του φωτός, όλος, όλος της δόξης ο Ήλιος· εις τρόπον, ότι ως άλλος δεύτερος της δόξης Ήλιος, ακτινοβολεί της Παναγίας Παρθένου το μακάριον πρόσωπον και κάνει διπλούν το φως της ανεσπέρου ημέρας. Καταλάβετε δε την διαφοράν της μακαριότητος οπού χαίρονται των λοιπών δικαίων τα πνεύματα και της μακαριότητος οπού χαίρεται η θεομήτωρ Μαρία· ότι εκείνοι μεν κατά μέρος δέχονται της θείας δόξης το φως, αυτή δε όλον δέχεται της δόξης τον Ήλιον. Εκείνοι μερικώς έλαβον εδώ την χάριν και κατά το μέτρον της χάριτος απολαμβάνουσιν εκεί την δόξαν· αυτή είναι δοχείον δεκτικόν εκεί όλης της δόξης, καθώς εδώ εστάθη δοχείον δεκτικόν όλης της χάριτος. Όθεν εδώ ήτον, καθώς την ωνόμασεν ο Αρχάγγελος κεχαριτωμένη, είχε δηλαδή όλον το πλήρωμα της θείας χάριτος· το ομολογεί και ο Θεολόγος· «εκάστοις των εκλεκτών η χάρις κατά μέγεθος εδόθη, τη δε Παρθένω άπαν το της χάριτος πλήρωμα»· εκεί δε είναι δεδοξασμένη, έχει δηλαδή όλον το πλήρωμα της θείας δόξης, καθώς την επροείδεν ο Ιεζεκιήλ· «και είδον, και ιδού πλήρης δόξης ο οίκος του Κυρίου». Και «παρέστη η βασίλισσα εκ δεξιών σου, εν ιματισμώ διαχρύσω περιβεβλημένη, πεποικιλμένη».

Αδύνατον είναι, Χριστιανοί, ο νους μας να φαντασθή το υπέρλαμπρον εκείνο φως, με το οποίον αστράπτει η μακαρία Παρθένος εις τον Παράδεισον· η Σελήνη, ο Ήλιος είναι σκοτεινά πράγματα παραβαλλόμενα με εκείνο το ανεκλάλητον κάλος, το οποίον βλέπουσι και δεν χορταίνουσιν οι μακάριοι· τι ωραίον! τι φαεινόν! τι θεοειδές θέαμα εις τα μάτια των Σεραφίμ. Τούτο επεθύμησε να ιδή ένας νέος πολλά ευσεβής της Παρθένου και έκαμε προς αυτήν τοιαύτην δέησιν. «Μαρία, γλυκύτατον όνομα, όπου εγώ μετά Θεόν σέβω και προσκυνώ με όλον τον πόθον και ευλάβειαν της ψυχής μου, διατί είσαι της ψυχής μου η παρηγορία και η χαρά· αν εύρηκα χάριν ενώπιόν σου ο ταπεινός δούλος σου, μίαν χάριν να μου κάμης σε παρακαλώ· ανάμεσα εις τας άλλας ευεργεσίας να με αξιώσης να σε ιδώ καθώς είσαι εις τον Παράδεισον. Αξίωσόν με, αειπάρθενε Κόρη, αξίωσόν με, Μήτερ ελέους· ας σε ιδώ και ευχαριστούμαι να χάσω ένα από τα μάτια μου». Εισήκουσεν η Πάναγνος Δέσποινα του ευλαβούς της δούλου την προσευχή· του εφάνη μίαν νύκτα εις τον ύπνον του ολολαμπής, με όλον εκείνο το φως της δόξης, με το οποίον λάμπει εις τον ουρανόν. Εξύπνησεν ο νέος και, αληθινά, έχασε το ένα από τα ομμάτια του, μα από την χαράν οπού είχεν, ότι ηξιώθη να ιδή την Βασίλισσαν του ουρανού και της γης, δεν ελυπάτο ολότελα, ότι εστερήθη το φως του· μάλιστα πάλιν παρακαλεί να την ιδή άλλην μίαν φοράν και ευχαριστείται να χάση και το άλλο ομμάτι, οπού του έμεινε· και πάλιν ηξιώθη, πάλιν την είδε· μα τι λογιάζετε, Χριστιανοι; πως τάχα να έμεινε τυφλός και από τα δύο ομμάτια; η συμπαθεστάτη Μήτηρ του Θεού, ωσάν του εφάνη την δευτέραν φοράν, όχι μόνον δεν τον εστέρησεν από το ένα ομμάτι οπού του έμεινεν, αλλά του έστρεψε και το άλλο οπού είχε χαμένον. Εξύπνησεν ο νέος εκείνος και με τα δύο ομμάτια υγιή και όλος εκστατικός από την διπλήν χαρά, με πολλά δάκρυα ευλαβούς αγαλλιάσεως, έδωκε τη Θεομήτορι χιλίας ευχαριστίας.

Κεχαριτωμένη, Δεδοξασμένη, Παντάνασσα, από την άφθονον εκείνην ηλιοβολίαν του θείου φωτός οπού χαίρεσαι, παρισταμένη εκ δεξιών του μονογενούς σου Υιού, πέμψον εδώ κάτω και εις ημάς τους ευλαβείς δούλους σου μίαν μακαρίαν ακτίνα, οπού να είναι και φως εις τον εσκοτισμένον μας νουν και φλόγα εις την ψυχραμένην μας θέλησιν, διά να βλέπωμεν να περιπατούμεν σπουδαίοι εις την οδόν των θείων δικαιωμάτων. Ημείς, μετά Θεόν, εις εσέ του Θεού την Μητέρα και Μητέρα ημών έχομεν την ελπίδα της σωτηρίας μας· από σε ελπίζομεν τας νίκας της γαληνοτάτης Αυθεντίας, τα τρόπαια των Ευσεβών Βασιλέων· την στερέωσιν της Εκκλησίας· την αντίληψιν του Ορθοδόξου γένους· την σκέπην της ευλαβούς του ταύτης πολιτείας, οπού είναι αφιερωμένη εις την άμαχόν σου βοήθειαν. Ναι, Παναγία Παρθένε, ναι, Μαρία, όνομα οπού είναι η χαρά, η παρηγορία, το καύχημα των Χριστιανών· δέξου την νηστείαν και παράκλησιν των αγίων τούτων ημερών, οπού εκάμαμε εις τιμήν σου, ως θυμίαμα ευπρόσδεκτον· και αξίωσόν μας, καθώς εδώ εις την Εκκλησίαν ευλαβώς ασπαζόμεθα την αγίαν και θαυματουργόν ταύτην εικόνα, έτζι και εκεί εις τον Παράδεισον να ιδούμεν αυτό το μακάριόν σου πρόσωπον, το οποίον να προσκυνούμεν συν τω Πατρί και τω Υιώ και τω αγίω Πνεύματι, εις τους απεράντους αιώνας.

Αμήν.

Πέμπτη 26 Μαρτίου 2015

Ομιλία στο Γενέθλιο της Υπεραγίας Θεοτόκου, του μακαριστού Μητροπολίτου Νικοπόλεως π. Μελετίου Καλαμαρά

Ομιλία στο Γενέθλιο της Υπεραγίας Θεοτόκου, του μακαριστού Μητροπολίτου Νικοπόλεως π. Μελετίου Καλαμαρά
ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟ ΓΕΝΕΘΛΙΟ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ
Ἁγία γῆ

Ἤλθαμε στήν Ἐκκλησία γιά νά τιμήσομε τήν Ὑπεραγία Δέσποινα Θεοτόκο, τῆς ὁποίας ἔχομε σήμερα τήν ἱερά πανήγυρη.
Ἀκούσαμε ἕνα τροπάριο πού λέγει: «Μυστικός εἶ Θεοτόκε Παράδεισος, ἀγεωργήτως βλαστήσασα Χριστόν». Μᾶς λέγει, δηλαδή, ὅτι ὅπως ὁ παράδεισος ἦταν ἕνας τόπος ἅγιος καί ὁλοκάθαρος, ἀπό τόν ὁποῖον ἔλαβε μέ τά ἴδια του τά χέρια ὁ φιλάνθρωπος καί πανάγαθος Θεός χῶμα καί ἔπλασε τόν πρῶτο ἄνθρωπο, τόν Ἀδάμ, καί γι’ αὐτό ἦταν ὁ Ἀδάμ καθαρός καί ἅγιος καί τέλειος, σωματικά, πνευματικά καί ψυχικά,  κατά τόν ἴδιο τρόπο καί ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος ἦταν ἕνας νέος παράδεισος, μυστικός παράδεισος, γιατί ἦταν καί αὐτή γῆ καθαρή, γῆ ἁγία, ἄμεμπτη, ἀμόλυντη, ἀπείραχτη ἀπό ἁμαρτία, ἀκηλίδωτη.
Καί ἀπό αὐτή τήν ἀκηλίδωτη γῆ, τοῦ σώματος τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, σάν ἀπό νέο παράδεισο μυστικό, ἔλαβε ὁ Πανάγαθος Θεός μέ τά ἴδια του τά χέρια, ἀγεωργήτως,  σάρκα καί διέπλασε τό σῶμα τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ καί Σωτῆρος  ἡμῶν Ἰησοῦ  Χριστοῦ. Τοῦ Μονογενοῦς Του Υἱοῦ, ὁ ὁποῖος ἔγινε, ἀπό Θεός τῆς δόξης, ὁ δεύτερος Ἀδάμ. Γιά νά ἀνακαινίσει ἐκείνους, πού ἐξ’ αἰτίας τῆς ἁμαρτίας τοῦ Ἀδάμ, ἐνῶ εἶχαν καί αὐτοί τήν δυνατότητα νά εἶναι ἅγιοι καί τέλειοι, νά εἶναι πάντοτε ἅγιοι καί τέλειοι, ἐξ’ αἰτίας τῆς ἁμαρτίας μολύνθηκαν καί ἔφεραν στόν κόσμο αὐτό τό χάλι, μέσα στό ὁποῖο ζοῦμε.
Καί φτάνουν στό σημεῖο νά αὐτοκτονοῦν παιδιά τῶν ἑφτά καί τῶν δεκατεσσάρων ἐτῶν.  Καί μάλιστα ὅπως λένε οἱ στατιστικές σέ φοβερό ἀριθμό. Ἄς μήν ὑπολογίσομε τίς ἄλλες δυστυχίες, τίς ἄλλες ταλαιπωρίες, καί τούς στεναγμούς τοῦ καθενός μας, πού προσπαθοῦμε νά τούς σκεπάσομε λίγο, μέ καμιά ψευτοδιασκεδασούλα, ἡ ὁποία συνήθως μολύνει περισσότερο τήν ψυχή καί αὐξάνει ἀκόμα περισσότερο τό στεναγμό της καί τήν ταλαιπωρία τοῦ ἀνθρώπινου γένους ἐπάνω στή γῆ.
Ἔγινε, λοιπόν, ὁ Μονογενής Υἱός τοῦ Θεοῦ, ὁ νέος Ἀδάμ, ἀπό τά αἵματα καί ἀπό τή σάρκα τῆς Ὑπεραγίας  Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου, γιά νά ἀναπλάσει τήν φθαρεῖσα φύση μας  καί νά μᾶς ἁγιάσει. Νά μᾶς καθαρίσει. Οὕτως ὥστε, τουλάχιστον στό τέλος, νά μπορέσομε νά εἴμαστε ἄξιοι νά βρεθοῦμε κοντά στό Θεό. Ἀλλά καί σ’ αὐτή τή γῆ, ἄν ὑπάρχει, κάποια ὀμορφιά καί κάποια χαρά καί κάποια παρηγορία, αὐτή εἶναι ἡ ἀγάπη τῶν δούλων τοῦ Θεοῦ καί ἡ ἀρετή τῶν δούλων τοῦ Θεοῦ. Αὐτή εἶναι τό φῶς. Αὐτή εἶναι τό ἁλάτι τῆς γῆς. Καί αὐτή εἶναι ἡ παρηγορία τοῦ κάθε ἀνθρώπου.
Γιατί ἄν δέν φαινόταν πουθενά αὐτό τό φῶς τῆς ἀρετῆς, τῆς ἀγάπης, τῆς καλωσύνης, τῆς θυσίας, τήν ὁποία δίδαξε, ὁ Μονογενής Υἱός τοῦ Θεοῦ, μέ τήν κατάβασή Του στή γῆ καί μέ τήν κατάβασή Του στά κατώτατα μέρη τῆς γῆς, τουτέστι τόν τάφο, ἀφοῦ ἀνέβη πρῶτα στό ὕψος τοῦ Σταυροῦ καί ἀπέθανε ἐπάνω στό Σταυρό, ἀπό ἀγάπη καί ἀπό φιλανθρωπία, γιά νά μᾶς καθαρίσει ἀπό τό ρύπο τῆς ἁμαρτίας τοῦ Ἀδάμ, καί ἀπό τό ρύπο τῶν δικῶν μας ἁμαρτιῶν.
Ἀπό τό σιτάρι στό ψωμί
Λέγει ὁ Χριστός, τό φῶς τοῦ κόσμου:  «Ἐγώ εἶμαι ἕνας κόκκος σιτάρι, ἄν θελήσετε νά μέ παρομοιάσετε,  καί ἄν ἐγώ θελήσω νά παρομοιάσω τό ἑαυτό Μου, μέ κάτι»,  λέει ὁ Χριστός, «εἶμαι ἕνα σπυρί σιτάρι. Τό σπυρί τό σιτάρι ἄν δέν πέσει στήν γῆ, κι ἄν μέσα στήν γῆ δέν σαπίσει, δέν πάψει νά εἶναι σπυρί σιτάρι, μένει μοναχό του. Ἀλλά ἅμα μέσα στή γῆ, πού τό σπέρνομε τό φθινόπωρο, σαπίσει μέ τά νερά γίνεται φυτό. Καί τό φυτό βλαστάνει. Μεγαλώνει καί στό τέλος φέρνει καρπό πολύ. Καί ἐγώ, λοιπόν, ἦρθα, γιά νά μή μείνω σπυρί σιτάρι, ἀλλά τή ζωή τήν ὁποία ἔχει αὐτό τό σπυρί τό σιτάρι, τό σπυρί τό σιτάρι τοῦ Θεοῦ, νά μπεῖ μέσα στή γῆ τῆς κάθε καρδιᾶς καί τῆς κάθε ψυχῆς, τοῦ κάθε ἀνθρώπου, νά πεθάνει μέσα σ’ αὐτή τήν καρδιά καί μέσα σ’ αὐτή τήν ψυχή· γιά νά βλαστήσει. Νά βλαστήσει τήν αἰώνια ζωή καί τήν ἀφθαρσία».
Ἄς πάρομε μερικές εἰκόνες ἀπό τό σπυρί τό σιτάρι. Πρῶτα τό ρίχνομε στή γῆ. Μετά ἀπό δεκαπέντε μέρες, ἄν ψάξεις νά τό δεῖς, δέν ὑπάρχει πιά σπυρί σιτάρι. Ἔχει βγάλει ἕνα βλασταράκι κι ἔχει ἐξαφανιστεῖ ἐντελῶς. Τό πολύ-πολύ νά βρεῖς τή φλούδα του, τίποτε ἄλλο. Καί μετά βλαστάνει, μεγαλώνει. Κάνει πολλά σπυριά σιτάρι. Καί αὐτά τά πολλά σπυριά σιτάρι τά μαζεύομε ἐμεῖς, χοῦφτες, σακιά, τόνους, ποσότητες τεράστιες, καί τά κάνομε τί; Τά πηγαίνομε στό μύλο.
Ἐκεῖ, παύουν τά σπυριά τό σιτάρι νά εἶναι σπυριά σιτάρι. Γίνονται ἀλεύρι. Ἄλλαξαν; Χάθηκαν; Καταστράφηκαν;
Φαίνεται, ἀλλά ὄχι, ἀδελφοί μου. Δέν ἐχάθηκαν οὔτε καταστράφηκαν. Ἀξιοποιοῦνται! Καί μετά τά παίρνομε καί τά ζυμώνομε. Οὔτε ἀλεύρι μένουν, οὔτε στό ἀλεύρι σταματᾶνε. Γίνονται μία ζύμη, ἕνα ζυμάρι. Μά οὔτε ζυμάρι μένουν! Ἔπειτα τά βάζομε στό φοῦρνο. Γίνονται ψωμί. Καί τό ψωμί; Τό ψωμί δέν τό ἔχομε γιά νά τό βάλομε στή βιτρίνα. Δέν εἶναι γιά τή βιτρίνα τό ψωμί. Δέν εἶναι γιά τά μάτια. «Φᾶτε μάτια ψάρια καί κοιλιά περίδρομο», πού λέει μία παροιμία. Εἶναι γιά τήν κοιλιά τό ψωμί.
Τό παίρνομε, λοιπόν, καί τό τρῶμε. Ἀφοῦ τό φᾶμε, μεταβάλλεται πάλι αὐτό τό ὡραῖο ψωμί ποῦ μοσχοβολάει! Σέ τί μεταβάλλεται; Σέ κοπριά μεταβάλλεται. Σέ βρῶμα καί σέ δυσωδία.
Ἀλλά, ἀδελφοί, ἐκπλήρωσε ἕνα μεγάλο σκοπό. Ἐξετέλεσε τό σκοπό γιά τό ὁποῖο τό ἔφτιαξε ὁ Παντοδύναμος Θεός. Ἔδωσε στό σῶμα μας ζωή. Ὑγεία! Σφρίγος! Δύναμη!
Ὅταν ὁ Κύριός μας, ἔλεγε τά λόγια «Ἐγώ εἶμαι ἕνα σπυρί σιτάρι κι ἄν τό σπυρί τό σιτάρι δέν πέσει στή γῆ καί δέ πεθάνει, δέν φέρνει καρπό πολύ, δέν ἐξεπλήρωσε τήν ἀποστολή του», αὐτό ἐννοοῦσε.
Καί νά, λοιπόν, ἀδελφοί. Ἀφοῦ ἔπεσε τό σπυρί τό σιτάρι, ὁ Λόγος, ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, μέσα στή κοιλιά τῆς Ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου, βγῆκε βλαστάρι τό ὁποῖο ἔλαμψε μέ τήν ὀμορφιά τῶν ἔργων Του ἐπάνω στή γῆ.
Καί μετά; Μετά ἀνῆλθε στό Σταυρό καί σταυρώθηκε. Καί «τό σπυρί τό σιτάρι», ὅταν πέθανε ὁ Χριστός πάνω στό Σταυρό «δι’  ἡμᾶς τούς ἀνθρώπους καί διά τήν ἡμετέραν σωτηρίαν», ὅπως ὁμολογοῦμε στό ἱερό σύμβολο τῆς πίστεως, ἔπεσε στή γῆ πάλι· ἀλλά σέ ἄλλη γῆ. Ὄχι τήν καθαρή γῆ τῆς Παναγίας. Ἀλλά στή βρώμικη. Τοῦ Τάφου. Τήν γῆ αὐτή πού εἶχε μολύνει ὁ Ἀδάμ, καί πού μολύνομε κάθε μέρα ἐμεῖς.
Ἀλλά δέν ἔμεινε μέσα στή γῆ. Ἀναστήθηκε, ἀφοῦ πῆγε πρῶτα στόν Ἅδη καί φώτισε τόν Ἅδη καί τούς νεκρούς. Ἀναστήθηκε καί ἀνελήφθη στούς οὐρανούς. Ὁ Λόγος ἀνελήφθη στούς οὐρανούς μέ τό σῶμα Του. Μᾶς ἄφησε ὅμως ἐμᾶς τόν Ἄρτον. Τόν Ἄρτον τόν ὁποῖον ἔφτειαξε μέ τό σῶμα Του.
Μᾶς εἶπε ὅταν ἔκανε τό μυστικό δεῖπνο: «Λάβετε, φάγετε, τοῦτό μου ἐστι τό σῶμα, τό ὑπέρ ἡμῶν κλώμενον, εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν» καί μετά «Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες, τοῦτό ἐστι τό αἷμά μου, τό ὑπέρ ὑμῶν καί πολλῶν ἐκχυνόμενον, εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν».
Τί λέει μ’ αὐτό ὁ Χριστός;
Μᾶς λέει ὅτι: «Ἄν θέλετε νά μεταβάλλετε τήν ταλαιπωρημένη γῆ, τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματός σας, σέ γῆ καθαρά, σέ γῆ ἁγία, δέν ὑπάρχει ἄλλος τρόπος ἀπό τό νά λάβετε καί νά φᾶτε τό σῶμα καί τό αἷμα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ», τό ὁποῖο δίνεται «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καί εἰς ζωήν αἰώνιον». Μόνο μ’ αὐτό τόν τρόπο θά γίνει ἡ ψυχή σας καί τό σῶμα σας γῆ καθαρά, γῆ ἁγία, ἀξία νά περιπατήσει ἐπάνω της ὁ Χριστός. Ἄξιοι νά  παραστεῖτε κοντά Του.
Νά γιατί δοξάζεται
Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος Μαρία, αὐτό τό πράγμα ὑπηρέτησε. Τό θέλημα καί τήν ἐπιθυμία καί τό σχέδιο τοῦ Παναγάθου καί Φιλανθρωποτάτου Θεοῦ, γιά τήν ἀνάπλασή μας, μέ τό αἷμα Του καί μέ τό σῶμα Του, ἀπό τή φθορά τῆς ἁμαρτίας. Γι' αὐτό ὀνομάζεται καί εἶναι Θεοτόκος. Ὀνομάζεται καί ἀπό ἐμᾶς Θεοτόκος  καί εἶναι ἡ μεγαλύτερη εὐεργέτιδα τοῦ κόσμου καί τῆς ψυχῆς τοῦ καθενός μας χωριστά. Γιατί;
Γιατί μόνο χάρις σ’ Αὐτή, ἀπό τό ὅ,τι ὑπῆρξε γῆ καθαρά, ὥστε νά μπορέσει ἀπό αὐτή νά πάρει ὁ Χριστός τήν ἄχραντη καί ἀμόλυντη σάρκα Του, πού θά καθάριζε τόν κόσμο ὅλο, ἐπετεύχθη αὐτή ἡ μεγάλη εὐδοκία τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου.
Γι’ αὐτό καί προφητεύοντας, ἡ Πανάχραντη Μητέρα τοῦ Σωτῆρος μας Χριστοῦ, ὅταν εἶχε συλλάβει μέσα στήν κοιλιά της τόν Υἱόν καί Λόγον τοῦ Θεοῦ, τόν Χριστό, ἔλεγε ἀπαντώντας στήν Ἁγία Ἐλισάβετ πού τῆς εἶπε: «καί πόθεν μοι τοῦτο ἵνα ἔλθη ἡ μήτηρ τοῦ Κυρίου μου πρός με;». Ποῦ τέτοια τιμή, σ’ ἐμένα τήν ἁμαρτωλή καί τήν ταπεινή νά ὑποδεχτῶ καί νά χαιρετήσω τήν Μητέρα τοῦ Κυρίου, τοῦ ἐπουρανίου Θεοῦ.
Ἀπάντησε λοιπόν ἡ Παναγία: «Μεγαλύνει ἡ ψυχή μου τόν Κύριον, καί ἠγαλλίασε τό πνεῦμά μου ἐπί τῷ Θεῶ τῷ σωτῆρι μου. Ὅτι ἀπό τοῦ νῦν», ἀπό τήν στιγμή  αὐτή καί πέρα, «μακαριοῦσι με πᾶσαι αἱ γενεαί. Ὅτι ἐποίησέ μοι μεγαλεῖα ὁ δυνατός, καί ἅγιον τό ὄνομα αὐτοῦ».
Μιά κοπέλα ἦταν τότε ἡ Παναγία γύρω στά δεκαοχτώ, ἀλλά ἡ προφητεία της ἦταν θέλημα καί Λόγος τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Ἦταν λόγος τοῦ ἀψευδοῦς στόματος τοῦ Θεοῦ. Καί ἀπό ἐκείνη τήν ἡμέρα μέχρι σήμερα, σέ ὅλο τόν κόσμο, ἡ Παναγία μακαρίζεται καί θεωρεῖται ἀξιομακάριστος.
Καί ἐμεῖς σέ κάθε μας Λειτουργία, κι ὅταν μέ τά χέρια τῶν ἱερέων, δούλων τοῦ Θεοῦ, ἐπευλογηθεῖ ὁ ἄρτος καί ὁ οἶνος καί γίνει Σῶμα καί Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ἡ Ἐκκλησία, ἐγώ κι ἐσεῖς, καί οἱ Πατέρες μας καί οἱ Ἄγγελοι πού παρίστανται μέσα στήν ἐκκλησία, τήν ὥρα πού ἐμεῖς δοξολογοῦμε τό Θεό, ὅλοι μαζί, «ἐν ἑνί στόματι καί μιᾷ καρδία»  ὑμνοῦμε τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο. Τήν ὑμνοῦμε, ἀμέσως μετά ἀπό τό καθαγιασμό τῶν τιμίων δώρων, πού ἐκείνη τήν στιγμή στεκόμαστε ὅσο πιό σιωπηλοί μποροῦμε. Καί μέ ὅσο περισσότερη κατάνυξη μποροῦμε, ὅσο ἀσεβεῖς κι ἄν εἴμαστε ἔξω, στήν κοσμική μας ζωή. Ἀλλά ὅταν μποῦμε στήν ἐκκλησία, καί καταλάβομε ὅτι γίνεται αὐτό τό φοβερό μυστήριο, στεκόμαστε ὅλοι «στήλη ἅλατος», ὅταν ἀκοῦμε πώς ὁ παπάς εὐλογεῖ τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ.
Καί ἀμέσως μετά, γεμάτοι ἀπό εὐγνωμοσύνη, ὅλοι μαζί, ψάλλομε τιμώντας τήν Παναγία: «Ἄξιον ἐστιν ὡς ἀληθῶς, μακαρίζειν σε τήν Θεοτόκον, τήν ἀειμακάριστον καί παναμώμητον καί μητέρα τοῦ Θεοῦ ἡμῶν. Τήν τιμιωτέραν τῶν Χερουβείμ καί ἐνδοξοτέραν ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ».
Τό ἄλεσμα τοῦ ἁγίου Ἰγνατίου
Κάποια φορά, εἶχε συλληφθεῖ ἕνας ἅγιος. Ἦταν μαθητής τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου, καί μάλιστα, κατά μία παράδοση τό παιδί ἐκεῖνο πού κάποτε ὁ Χριστός τό πῆρε στήν ἀγκαλιά Του, τό εὐλόγησε καί εἶπε: «Ἄν δέν ἀλλάξετε λιγάκι μυαλά καί δέν γίνετε σάν κι αὐτό τό μικρό παιδάκι σέ καλωσύνη καί σέ ἀκακία, δέν θά μπεῖτε ποτέ στόν παράδεισο».
Αὐτό, λοιπόν τό παιδάκι, μαθητής τώρα τοῦ Χριστοῦ καί τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου, ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος Ἐπίσκοπος Ἀντιοχείας, συνελήφθη σάν χριστιανός καί ἐστέλλετο στή Ρώμη. Τί νά κάνει;
Εἶχε ἐκδοθεῖ ἡ διαταγή: Νά τόν ρίξουν στά ἄγρια θηρία τοῦ Κολοσσαίου νά τόν φᾶνε ζωντανό, ἐνῶ τά τέρατα τῆς ἀνθρωπότητος, ἤ μᾶλλον ὁ καρπός τῆς ἁμαρτίας τοῦ Ἀδάμ πού ἐξαχρειώνει τόν ἄνθρωπο, θά ἐστέκοντο μέσα σ’ αὐτό τό ἀπέραντο ἀμφιθέατρο γιά νά χαίρουν, γιά νά διασκεδάζουν. Μέ ποιό θέαμα;
Μέ τό ὅτι τά ἄγρια θηρία θά ἔτρωγαν ἕναν ἄνθρωπο ζωντανό!
Ἐκεῖ καταντάει ἡ ἁμαρτία τόν ἄνθρωπο. Καί χειρότερα ἀκόμη.
Ἀπό αὐτή τήν κατάρα ἦλθε νά μᾶς σώσει ὁ Χριστός. Καί ἐνῶ τόν πήγαιναν γι’ αὐτή τή δουλειά καί τό ἤξερε ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος, ἔγραψε μία ἐπιστολή στούς Ρωμαίους χριστιανούς, πού ἦταν βέβαια λίγοι, ἀλλά μερικοί εἶχαν θέσεις στά ἀνάκτορα τοῦ αὐτοκράτορος Τραϊανοῦ. Γιατί εἶχε μάθει ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος, ὅτι θά προσπαθήσουν νά ἀλλάξουν τήν διαταγή καί τήν ἀπόφαση.
Τούς ἔγραφε: «Γιά τ’ ὄνομα τοῦ Θεοῦ, λυπηθεῖτε με. Λυπηθεῖτε με. Εὑρῆκα τήν εὐκαιρία. Θά τήν χάσω, ἐξ’ αἰτίας σας; Νά μέ εὐεργετήσετε πᾶτε ἤ νά μέ καταστρέψετε; Αὐτή τή στιγμή, ἐγώ, αἰσθάνομαι ὅτι εἶμαι σίτος τοῦ Θεοῦ. Τώρα γίνομαι σιτάρι. «Καί ὑπό ὀδόντων θηρίων ἀλήθομαι». Καί μέ ἀλέθουν, ἀντί γιά μύλο, σά μύλος, τά δόντια τῶν θηρίων, γιά νά γίνω ἀλεύρι καί μετά ψωμί, προσφορά εὐάρεστη στόν Κύριο καί Σωτήρα τόν Ἰησοῦ Χριστό. «Ἵνα ἄρτος εὑρεθῶ καθαρός τῷ Θεῶ».
Ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος, ἐπειδή εἶχε κάνει φρόνημά του, πόθο του, ἐπιθυμία του, στόχο του, ἔργο του, τό νά μπεῖ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί τό φρόνημα τοῦ Θεοῦ καί ἡ διδασκαλία τοῦ Θεοῦ μέσα στήν καρδιά του, ἐπεθύμισε νά γίνει ἄρτος τοῦ Θεοῦ. Νά πάψει νά εἶναι ἁπλό σιτάρι. Νά γίνει ἄρτος τοῦ Θεοῦ, καθαρός.
Τό δικό μας ἄλεσμα
Καί σέ μᾶς ὁ Θεός ἔχει ρίξει τό σπόρο, τό σιτάρι Του. Ὅταν βαφτιστήκαμε, ὅταν πήγαμε στήν ἐκκλησία, ὅταν κάθε τόσο πηγαίνομε στήν ἐκκλησία καί παίρνομε κάποια εὐλογία ἀπό τήν ἐκκλησία, γινόμαστε ὅλο καί περισσότερο σιτάρι τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά πρέπει νά γίνομε καί «ψωμί». Προσφορά ἐνώπιον τοῦ θρόνου τῆς μεγαλωσύνης Του.
   Πῶς γινόμαστε «ψωμί»; Ἔλεγε ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος: «ὑπό ὀδόντων θηρίων ἀλήθομαι». Μέ ἀλέθουν τά δόντια τῶν θηρίων.
Ἐμᾶς, ξέρετε τί μᾶς ἀλέθει;
Ἡ ὑπομονή.
Ἡ ὑπομονή μᾶς ἀλέθει.
Ἡ ὑπομονή σ’ ἐκεῖνα πού περνᾶμε κάθε ἡμέρα, ὅταν ξέρομε νά δοξάζομε τόν Θεό, νά Τόν εὐχαριστοῦμε καί νά τοῦ λέμε: «Δέξου, Κύριε, τήν ὑπομονή μας σάν θυμίαμα εὐῶδες, ἐνώπιόν Σου. Ἄς γίνουν αὐτές οἱ περιπέτειες πού περνᾶμε, δόντια θηρίων, μυλόπετρες, πού θά μᾶς ἀλέσουν καί θά μᾶς κάνουν σιτάρι καί ψωμί· προσφορά ἐνώπιόν Σου»!
Γιατί, ἀδελφοί μου;
Γιατί τά πάθη, οἱ περιπέτειες, οἱ στενοχώριες μας ἤ θά μᾶς ἁγιάσουν ἤ θά μᾶς θηριοποιήσουν. Ἤ θά γεμίσει ἡ καρδιά μας ἀπό γλυκύτητα, τή γλυκύτητα τῆς συγγνώμης, τῆς συγχώρεσης, τῆς ἀγάπης, καί τῆς θυσίας καί θά μᾶς κάνουν πραγματικά μιμητές τοῦ Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τῆς Πανάχραντης Μητέρας Του, ἤ θά μᾶς κάνουν θηρία!
Σάν ποιά θηρία; Σάν κι ἐκεῖνα πού θά μαζευόντουσταν καί μαζεύτηκαν τελικά στό Κολοσσαῖο τῆς Ρώμης, γιά νά καμαρώσουν, νά γλεντήσουν. Νά διασκεδάσουν. Μέ τό πῶς τά ἄγρια θηρία, τά φυσικά θηρία, τά λιοντάρια καί οἱ τίγρεις, θά ἔτρωγαν ζωντανό τόν δοῦλο τοῦ Θεοῦ Ἰγνάτιο.
Ἄς παρακαλέσομε τήν Ὑπεραγία Δέσποινα Θεοτόκο, τή μεγάλη ἐλπίδα καί προστασία καί παρηγορία καί καταφυγή μας, σά Μητέρα τοῦ Χριστοῦ, νά μᾶς φωτίζει καί νά μᾶς καθοδηγεῖ στόν ἅγιο δρόμο, στήν ἁγία ὁδό τῆς πνευματικῆς ζωῆς, μέ τήν ὁποία θά ἀξιοποιήσομε τήν προσφορά τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. «Οὐ γάρ ἦλθεν» - λέει τό Εὐαγγέλιο - «στόν κόσμο, νά κρίνει τόν κόσμον».  Δέν θέλει νά κρίνει κανέναν ὁ Χριστός. Στή κόλαση δέ θέλει νά πάει κανένας. «Ἀλλά ἦλθεν» - λέγει - «ἵνα σωθεῖ ὁ κόσμος δι’ Αὐτοῦ».
Δέ λέει «νά τούς σώσει ὅλους».
Ἀλλά, νά δώσει τή δυνατότητα σέ ὅλους νά σωθοῦν…
Δηλαδή, ὅποιος θέλει, ὅποιος ἔχει μυαλό, ὅποιος ἔχει αἴσθηση, ὅποιος ξέρει νά καταλαβαίνει, ὅποιος κάνει στόχο του νά καταλάβει καί νά μή μείνει στό τοῦνελ τοῦ σκοταδιοῦ τοῦ παρόντος τρόπου ζωῆς, νά ἔχει τήν δυνατότητα νά νικήσει τήν ἁμαρτία, μέ τό ἅγιο θέλημα τοῦ Θεοῦ. Καί νά τραφεῖ καί νά ἀναζωογονηθεῖ μέ τό Ἅγιο σῶμα καί τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Καί νά γίνει ἄξιος νά ζεῖ μαζί μέ τό Χριστό στήν οὐράνιον καί αἰώνιον Βασιλείαν Του.  ΑΜΗΝ.
Τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Νικοπόλεως κυροῦ Μελετίου,

Κοίμηση της Θεοτόκου - Ο έλεγχος της Μάρθας, του μακαριστού Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου


(Λκ. 10,38-42· 11,27-28)
«Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά· ἑνὸς δέ ἐστι χρεία» (Λουκ. 10,41-42)

Σήμερα, ἑορτὴ τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου, θὰ ἑρμηνεύσουμε ἕνα λόγο ποὺ ἀκούσαμε στὴν ἐκκλησία. Εἶνε ἕνας ἔλεγχος ὅλων μας· «Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά· ἑνὸς δέ ἐστι χρεία» (Λουκ. 10,41-42).
Δὲν εἶνε λόγια ἀνθρώπου· εἶνε λόγια θεϊκά, λόγια τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Τὰ εἶπε σ᾿ ἕνα χωριὸ καὶ τ᾽ ἄκουσαν λίγοι. Ἐν τούτοις, ἐνῷ πέρασαν τόσοι αἰῶνες, ἡ ἀξία τους μένει. Ὁ ἴδιος εἶπε· «Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσονται, οἱ δὲ λόγοι μου οὐ μὴ παρέλθωσι» (Ματθ. 24,35). Ἂς ἐμβαθύνουμε στὸ νόημά τους.
Ἔξω ἀπὸ τὰ Ἰεροσόλυμα ἦταν ἕνα μικρὸ προάστιο, ἡ Βηθανία. Ἐκεῖ ζοῦσε ὁ Λάζαρος ὁ φίλος τοῦ Χριστοῦ μὲ τὶς δύο ἀδελφές του Μαρία καὶ Μάρθα. Ἐκεῖ ἔρχεται ὁ Κύριος. Ἂν εἶνε τιμὴ γιὰ ἕνα φτωχὸ σπίτι νὰ τὸ ἐπισκέπτεται ἕνας μεγάλος ἄνθρωπος, τί τιμὴ καὶ τί εὐλογία εἶνε νὰ τὸ ἐπισκέπτεται ὁ Βασιλεὺς τῶν βασιλευόντων καὶ Κύριος τῶν κυριευόντων! Σπίτι, ποὺ φιλοξενεῖ τὸ Χριστό, εἶνε εὐτυχισμένο· σπίτι χωρὶς τὸ Χριστό, εἶνε δυστυχισμένο. Καλύβα ποὺ ἔχει Χριστό, εἶνε παράδεισος· παλάτι χωρὶς Χριστό, εἶνε κόλασι. Σ᾿ αὐτὸ λοιπὸν τὸ φτωχικὸ καταδέχεται καὶ πηγαίνει ὁ Κύριος. Τί χαρά, τί ἀκτινοβόλα πρόσωπα ἀντίκρυσε ἐκεῖ! Ἀλλὰ τί βλέπω;
Οἱ δύο ἀδελφὲς χωρίζουν, διαφέρουν στὶς ἐκδηλώσεις. Καὶ οἱ δυὸ τὸν ἀγαποῦν, μὰ τὸ δείχνουνμὲ διαφορετικὸ τρόπο. Ἡ Μάρθα, μόλις φίλησε τὸ χέρι του, τρέχει στὸ μαγειρεῖο κ᾽ ἑτοιμάζεται νὰ παραθέσῃ πλούσιο τραπέζι· νόμιζε ὅτι ἔτσιθὰ τὸν εὐχαριστήσῃ. Ἡ Μαρία, πολὺ διαφορετική, μόλις εἶδε τὸ Χριστό, πῆρε ἕνα σκαμνί,κάθισε κοντά του καὶ τὸν ἄκουγε μὲ κατάνυξι σὰν πιστὴ κι ἀφωσιωμένη μαθήτρια, ὅπως τὸ ῥόδο ἀνοίγει τὰ πέταλά του στὴν πρωινὴ δροσιά.
Ἱερὰ ἦταν ἡ ἀτμόσφαιρα. Ἀλλὰ σὲ μιὰ στιγμὴ ἡ διδασκαλία διακόπτεται. Ἐκεῖ ποὺ δίδασκε ὁ Χριστὸς εἰσβάλλει ἀπότομα ἡ Μάρθα κάπως θυμωμένη. –Κύριε, λέει, ἔμεινα μόνη στὸ μαγειρεῖο καὶ πνίγομαι ἀπὸ δουλειά· στεῖλε τὴ Μαρία νὰ μὲ βοηθήσῃ. Καὶ τότε ὁ Χριστὸς ἀναγκάζεται νὰ τῆς πῇ· – «Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά· ἑνὸς δέ ἐστι  χρεία». Πόσο ἀπατᾶσαι! Ἐγὼ δὲν ἦρθα ἐδῶ νὰ φάω νὰ πιῶ καὶ νὰ καλοπεράσω· ἦρθα νὰ φέρω τὸ λόγο καὶ τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Ἐκτιμῶ τὴν ἀγάπη καὶ τὴ φροντίδα σου· ἀλλὰ παραπάνω ἀπ᾿ ὅλα αὐτά, ἀνώτερο κι ἀναγκαιότερο εἶνε ἕνα· ἡ ἀκρόασις τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ , αὐτὸ ποὺ κάνει ἡ Μαρία. Αὐτὸ ἔπρεπε νὰ κάνῃς κ᾽ ἐσύ.
«Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ  πολλά…». Τὰ λόγια αὐτά, ποὺ εἶπε ὁ Κύριος στὴ Μάρθα, ἀπευθύνονται, ἀγαπητοί μου, καὶ σ᾽ ἐμᾶς. Διότι καὶ ἡ γενεά μας εἶνε Μάρθα. Καὶ μακάρι νὰ ἦταν Μάρθα. Ἐκείνη ἐπὶ τέλους φρόντιζε γιὰ τὴν ὑπηρεσία τοῦ Χριστοῦ· ἡ γενεά μας εἶνε γεμάτη ἀπὸ ὑλικὲς φροντίδες καὶ κοσμικὲς μέριμνες. Ἔχει ἀπορροφηθῆ ἀπὸ χίλια - δυὸ μικρὰ πράγματα. Εἶνε γενεὰ τῆς ἀγορᾶς, τοῦ ἐμπορίου, τοῦ δοῦναι - λαβεῖν, τοῦ χρήματος, τοῦ μαμωνᾶ. Ὅταν σὲ κάποιον πῇς «ἔλα στὴν ἐκκλησία, ἄκου ἕνα κήρυγμα, ἄνοιξε Εὐαγγέλιο»,σοῦ λέει· Δὲν εὐκαιρῶ.  Τὰ λεφτὰ καὶ ἡ δουλειὰ εἶναι γι᾽ αὐτοὺς τὸ πᾶν. Ἂν μποροῦσαν θ᾽ ἄνοιγαν τὸ κατάστημά τους καὶ Μεγάλη Παρασκευή.
Λέγοντας αὐτὰ μὴν παρεξηγηθοῦμε· δὲν καταδικάζουμε τὴν ἐργασία. Ὄχι. Ὁ Χριστὸς δὲν εἶπε, Σταύρωσε τὰ χέρια καὶ περίμενε νὰ βρέξῃ ὁ οὐρανὸς καρβέλια. Τὸ Εὐαγγέλιο λέει «ἐργάζεσθε» (βλ. Ματθ. 21,28· 25,16. Λουκ. 13,14. Ἰω. 5,17· 6,27· 9,4. Α΄ Κορ. 4,12. Γαλ. 6,10. Ἐφ. 4,28. Α΄ Θεσ. 2,9· 4,11. Β΄Θεσ. 3,8-12). Ἀλλὰ λέει καὶ κάτι ἄλλο· ὅτι ἡ ἐργασία δὲν εἶνε σκοπός, εἶνε μέσο, κι ἀλλοίμονο σ᾽ἐκείνους ποὺ τὸ μέσο τὸ κάνουν σκοπό. Τὸ Εὐαγγέλιο λέει καὶ τοῦτο· ὅτι ἀπ᾿ ὅλες τὶς ἐργασίες ἀνώτερη εἶνε ἡ ἐργασία ἡ ἐσωτερική, ἡ ἐργασία τοῦ πνεύματος, ἡ καλλιέργεια οῦ ἔσω ἀνθρώπου, ἡ σωτηρία τῆς ψυχῆς. Σ᾽  αὐτοὺς λοιπὸν ποὺ δὲν ἐννοοῦν νὰ διαθέσουν οὔτε λίγο χρόνο γι᾽ αὐτὴ τὴ δουλειά, τὸ εὐαγγέλιο σήμερα λέει· «Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά· ἑνὸς δέ ἐστι χρεία».
Ἀλλὰ ὁ ἔλεγχος αὐτὸς τοῦ Χριστοῦ ἀπευθύ- νεται καὶ σὲ ἄλλους. Ποιοί εἶν᾽ αὐτοί; Εἶνε ὅσοι θέλουν καλοπέρασι. Ἂν τοὺς ρωτήσῃς τί εἶνε γιὰ σᾶς ἡ ζωή, σοῦ λένε· Ζωὴ ἴσον ἀπόλαυσις.
Εἶνε ὀπαδοὶ ἑνὸς ἀρχαίου ὑλιστοῦ φιλοσόφου. Εἶνε παιδιὰ ὄχι τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Παναγιᾶς, δὲν τοὺς γέννησε τὸ Εὐαγγέλιο· εἶνε τέκνα ἄλλης σπορᾶς. Σοῦ λένε·«Φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνῄσκομεν»(Ἠσ. 22,13 = Α´ Κορ. 15,32). Ἔχουν τεντωμένα αὐτιὰ καὶ στηλωμένα μάτιαψάχνοντας γιὰ εὐχαριστήσεις. Θέλουν νὰ πιοῦν ὄχι σταγόνες ἀλλὰ ὅλη τὴν ἡδονὴ ἂν γινόταν ,νὰ τὴν ἀπολαύσουν μὲ ὅλες τὶς αἰσθήσεις. Ποῦ γλέντι, διασκέδασι, θέαμα, ταξίδι, μπάνια…; ἐκεῖ  ὁ νοῦς τους. Ἡ κυρία στὸν καθρέφτη, στὶς βιτρίνες, στὶς μοδίστρες, σὲ ἐκδρομές, σὲ βόλτεςστὴν Εὐρώπη. «Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς  καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά· ἑνὸς δέ ἐστι χρεία» .Πρὸς ὅλους αὐτοὺς κι ὅλες αὐτὲς στρέφε-ται ὁ ἔλεγχος τοῦ εὐαγγελίου. Διότι λησμονοῦν μερικὰ πράγματα τόσο ἀληθινά . Λησμονοῦν, ὅτι τὸ κορμὶ αὐτό, γιὰ τὸ ὁποῖο κάνουντόσα, εἶνε ἄνθος ποὺ μαραίνεται, λουλούδι ἐφήμερο. Μιὰ μέρα, ὅταν πλέον θά ᾽νε μέσα σὲ μιὰ κάσσα, θ᾽ ἀκουστῇ καὶ γι᾽ αὐτοὺς μέσα στὸ ναό· «Πάντα ματαιότης τὰ ἀνθρώπινα…» (Νεκρ. ἀκολ.), «ματαιότης ματαιοτήτων, τὰ πάντα ματαιότης»(Ἐκκλ. 1,2· 12,8). Λησμονοῦν ἀκόμη, ὅτι ὁ ἄνθρω-πος δὲν εἶνε μόνο σῶμα, αὐτὰ τὰ 50 - 60 κιλὰ ποὺ ζυγίζει, ἕνας πεπτικὸς σωλήνας ποὺ συνεχῶς γεμίζει καὶ ἀδειάζει, δὲν εἶνε μόνο ὕλη. Μέσα στὸ κορμὶ αὐτὸ κατοικεῖ κάτι ἄυλο, ἡ ἀθάνατη ψυχή. Ὁ ἄνθρωπος τῆς ρεαλιστικῆς ἐποχῆς μας πρέπει νὰ νιώσῃ, ὅτι πέρα ἀπὸ τὶς πέντε αἰσθήσεις, ποὺ ἔχουν καὶ τὰ ζῷα, ὑπάρχει καὶ μιὰ ἄλλη, ἕκτη αἴσθησι, ἡ πίστις, κι ἀλλοίμονο στὸν πολιτισμὸ ποὺ στερεῖται τὴν πίστι καὶ στηρίζεται μόνο στὶς πέντε αἰσθήσεις. Πέ-ρα ἀπὸ τὰ αἰσθητά, ἀπὸ τὸν ὑλικὸ κόσμο, ὑπάρχει ἕνας ἄλλος κόσμος. Ὑπάρχει, ἀδελφοί μου! Ὅσο εἶνε βέβαιο ὅτι ὅτι πατᾶτε στὴ γῆ κι ὅτι σήμερα εἶνε 15 Αὐγούστου, ἄλλο τόσο βέβαιο εἶνε ὅτι ὑπάρχει ὁ κόσμος ἐκεῖνος, ὁ ἀόρατος καὶ πνευματικός, κόσμος «ὄμορφος, ἀγγελικὰ πλασμένος», ὅπου ζοῦν τὰ ἄυλα πνεύματα καὶ φτερουγίζουν ἄγγελοι, ὁ κόσμος στὸν ὁποῖον μετετέθη ἡ ὑπεραγία Θεοτόκος. Αὐτὰ δυστυχῶς τὰ λησμονοῦν ὅλοι αὐτοὶκαὶ μένουν σκυμμένοι σὰν τὰ τετράποδα στὴ γῆ καὶ ποτέ δὲν στρέφονται πρὸς τὸν οὐρανό. Πρὸς ὅλους αὐτοὺς ἀπευθύνεται τὸ εὐαγγέλιο καὶ λέει «Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά· ἑνὸς δέ ἐστι χρεία».
Ἀγαπητοί μου! Ὁ πολιτισμὸς τοῦ αἰῶνος τούτου, ποὺ τόσο θαυμάζεται, ἔχει πόδια ξύλινα, εἶνε ἀτροφικός. Ἔχει κόψει τὰ φτερὰ τοῦ ἀνθρώπου· τὸν ἔκανε σκλάβο τῆς ὕλης καὶ τοῦ συμφέροντος, αἰχμάλωτο τῶν παθῶν καὶ τῶν κακιῶν του, εἵλωτα τῆς ματαιότητος. Καὶ ἐνῷ αὐτὸς πλάστηκε γιὰ τὰ μεγάλα καὶ ὑψηλά, ἔγι νε ἑρπετὸ καὶ σέρνεται στὸ χῶμα. Μοιάζει σὰν ἕναν ἀετὸ ποὺ τοῦ ἔστησαν καρτέρι καὶ τὸν ἔπιασαν, καὶ τοῦ ἔδεσαν σίδερα στὰ πόδια –εἶδα ἐγὼ ἕναν ἀετὸ σὲ τέτοια κατάστασι–καὶ πάει νὰ πετάξῃ μὰ δὲν μπορεῖ καὶ ταλαιπωρεῖται.Γιατὶ ὁ ἀετὸς δὲν εἶνε κόττα νὰ πατάῃ στὴ γῆ,εἶνε πλασμένος νὰ πετάῃ στὰ γαλανὰ πλάτη, κ᾽εἶνε πολὺ θλιβερὸ νὰ βλέπεις τὸ βασιλιᾶ τῶν πουλιῶν νὰ σπαρταράῃ. Ἄχ, ἂν μποροῦσες νὰ τοῦ κόψῃς τὰ βαρύδια! θὰ πετοῦσε μὲ ὁρμὴπρὸς τοὺς αἰθέρες.
Βαρύδια εἶνε οἱ μέριμνες. Ἂν μπορούσαμε σήμερα, ἅγια ἡμέρα, νὰ κόψουμε αὐτὰ τὰ βαρύδια, θὰ βλέπαμε τὴν ψυχήμας ἐλαφρὰ σὰν τὰ φτερὰ τοῦ ἀετοῦ νὰ πετάῃ μέχρι «τρίτου οὐρανοῦ» ποὺ λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος (Β΄ Κορ. 12,2), νὰ γίνεται ἄγγελος καὶ νὰ ψάλλῃ στὴν ἁγία Τριάδα τὸν αἰώνιο ὕμνο.Σ᾿ αὐτὰ τὰ ὕψη μᾶς καλεῖ ὁ Χριστός, νὰ γίνουμε ὄχι Μάρθες ἀλλὰ σὰν τὴ Μαρία, μὲ τὴνἀγάπη, ἀφοσίωσι, πνευματικότητα, ἁγιότητα.Φαίνονται αὐτὰ θεωρητικά; Θέλετε λοιπὸν κάτι πιὸ πρακτικό; Τότε ἐπιτρέψτε μου νὰ σᾶς ὑποδείξω ἕνα κανόνα . Ἀπὸ τὶς 24 ὧρες ποὺ ἔχει τὸ ἡμερονύκτιο ξεχωρίστε ἕνα τέταρτο τῆς ὥρας γιὰ νὰ κάνετε προσευχὴ καὶ ἕνα τέταρτο γιὰ ν᾿ ἀνοίγετε τὸ Εὐαγγέλιο νὰ τὸ διαβάζετε. Ἀκόμη, ἀπὸ τὶς 168 ὧρες ποὺ ἔχειἡ ἑβδομάδα ἀφιερῶστε μία ὥρα γιὰ νὰ ἐκκλησιασθῆτε τὴν Κυριακή, τόσο διαρκεῖ ἡ θεία Λειτουργία ἀπ᾽ τὸ «Εὐλογημένη ἡ βασιλεία τοῦ  Πατρός…» μέχρι τὸ «Δι᾿ εὐχῶν…» . Καὶ τέλος,ἀπ᾽ ὅλο τὸ χρόνο ποὺ ἔχει 365 μέρες ἀφιερῶστε μία μέρα γιὰ λουτρὸ τῆς ψυχῆς, νὰ πᾶτεστὸν πνευματικό σας νὰ ἐξομολογηθῆτε. Τὸ κάνετε; Ἂν δὲν τὸ κάνετε, κλαίω γιὰ σᾶς,κλαῖνε οἱ ἄγγελοι, κλαίει ἡ Παναγιά.
Ὄχι Μάρθες, ἀδελφοί μου, γιὰ νὰ μὴν ἀκούσουμε κ᾽ ἐμεῖς «Μάρθα Μάρθα…», ἀλλὰ νὰ πῇ ὁ Χριστὸς γιὰ ὅλους μας « Μακάριοι  οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ φυλάσσοντες αὐτόν»(Λουκ. 11,28) . Ἀμήν
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Απομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Γεωργίου Ἀκαδημίας Πλάτωνος τὴν 15-8-1962.

Ἡ Κοίμησις τῆς Θεοτόκου καί οἱ εὐεργεσίες της


(Οἱ ἄπιστοι ἀντιλογίες καί ἐχθρικά διακείμενοι στόν Υἱόν της)
Περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλο θέμα χρεωστοῦμε ἤ καλύτερα ὀφείλουμε μέ ἀγάπη, νά διηγούμαστε τά μεγαλεῖα τῆς Θεομήτορος καί Ἀειπαρθένου Μαριάμ. Κατ’ἐξοχήν δέ, τόν μήνα τῆς Παναγίας, τόν Αὔγουστο.

Ἡ γλυκειά μας ἡ Παναγιά, μέ ἄπειρη χαρά καί ὑπακοή προσέφερε τόν ἑαυτό Της στά παντοδύναμα χέρια τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ γιά τό ἔργο τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων. Μέ πόθο, λοιπόν, καί λαχτάρα, οἱ Ὀρθόδοξοι ἄς ἐπιδοθοῦμε σέ ὕμνους δοξολογίας πρός τήν Παρθένο Μαρία, σ’ Ἐκείνην πού τό Ἅγιον Πνεῦμα κατέβηκε νωρίτερα ἀπ’ὅ,τι στούς Ἁγίους Ἀποστόλους καί τήν κατέστησε Κυρία Ἀγγέλων καί ἀνθρώπων, ἔχουσα τά δευτερεῖα τῆς Ἁγίας Τριάδος.
Οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι ὡς Ἐκκλησία, δηλ. ὡς μιά συντροφιά Ἁγίων πού εἶχαν ὁμοψυχία, κοινή Ὀρθόδοξη πίστη καί κοινό ὀρθόδοξο φρόνημα, δέχτηκαν τό Ἅγιο Πνεῦμα πού κατέβηκε σ’αὐτούς κατά τήν Πεντηκοστή καί σύμφωνα μέ τόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο οὐδέποτε ἡμάρτησαν. Ἀναλυτικότερα αὐτό σημαίνει, καθαρίσθησαν ἀπό τό προπατορικό ἁμάρτημα, ἔλαβαν τόν ὕψιστον Θεῖον φωτισμόν, δηλαδή τήν κατά Χάριν θέωσιν.Ἔτσι ὄντες κεκαθαρμένοι ἔλαβαν τό χάρισμα τῶν γλωσσῶν[1], ὥστε στή συνέχεια νά πορευθοῦν καί νά μαθητεύσουν πάντα τά ἔθνη, μέ ποιόν τρόπο;  διδάσκοντας καί βαπτίζοντας στό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ἡ Ἁγνή Παρθένος Μαριάμ δέχτηκε καί αὐτή μέ ὑπακοή καί ταπείνωση τό Πνεῦμα τό Ἅγιον[2]πού κατέβηκε σ’Αὐτήν, ὡς σέ ἐκλεκτόν σκεῦος,κατά τόν Εὐαγγελισμό, ὅπου ὁ ἀρχάγγελος Γαβριήλ τῆς ἀνακοίνωσε ὅτι διά τῆς δυνάμεως τοῦ Παρακλήτου, θά φέρει τόν Πανένδοξο Καρπό, πού τό ἄρωμά του θά διαπερνᾶ γῆ καί οὐρανό καί ἀπό τόν Ὁποῖον θά τρέφονται ὅλοι οἱ πιστοί[3], ἀπό τόν πρῶτον ὡς τόν τελευταῖον. Τοιουτοτρόπως, ἀπαλλάσσεται ἡ Θεοτόκος,ἅμα τῇ συλλήψει τοῦ Υἱοῦ της, ἀπό τό προπατορικό ἁμάρτημα[4], ἀλλά γίνεται ταυτοχρόνως καί ἡ μεσίτρια μεταξύ Θεοῦ καί ἀνθρώπων.
Ἀναδεικνύονται ἔτσικαί οἱ πιστοί διά τῆς ἀκτίστου Χάριτος, μέσῳ τῆς Παναγίας καί τῶν Ἁγίων μας Ἀποστόλων, Ἅγιοι, ὄργανα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, φῶς τοῦ κόσμου, ἅλας τῆς γῆς, ἀποκτῶντες τήν ἴδια ἄκτιστη ἐνέργεια μέ Ἐκείνου, τοῦ Παρακλήτου. Μεταμορφώνονται σέ Ἄνθη μυρίπνοα τοῦ Παραδείσου καί κληρονόμους τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
Ὀφείλουμε λοιπόν ἀδελφοί μου, καί τώρα καί πάντοτε, νά ἀποφεύγουμε ὅλους τούς ἐχθρούς τοῦ Υἱοῦ τῆς Θεοτόκου καί τῆς Ἁγίας Ὀρθοδόξου Παραδόσεώς μας, ὡς ἀπό κατάρα, πού «φάσκοντες εἶναι σοφοὶ, ἐμωράνθησαν, καὶ ἤλλαξαν τὴν δόξαν τοῦ ἀφθάρτου Θεοῦ ἐν ὁμοιώματι εἰκόνος φθαρτοῦ ἀνθρώπου...» (Ρωμ., α΄, 22-23). Οἱ τοιοῦτοι, ἐξαιτίας τοῦ τύφου τῆς ὑπερηφανείας, ἀπέβαλαν ἀπό τό Θεάνθρωπο Ἰησοῦ ὅλη τή δόξα καί τήν ἔθεσαν πάνω στούς ὤμους ἐχθίστων θνητῶν ἀνθρώπων, τούς ὁποίους ἀνύψωσαν σέ νέους ἀλάθητους «μεσσίες» (βλ. Πάπα Ρώμης) διά τοῦ ὁποίου ἀκυρώνεται ἡ μοναδικότητα τοῦ μοναδικοῦ ἀλαθήτου Μεσσία, τοῦ Ἰησοῦ.
Στή συνέχεια κάποιοι ἀπό αὐτούς, Λούθηρος, Καλβίνος καί ἄλλοι, ἀπό ἀντίδραση στόν Παπισμό θεοποίησαν τή φύση, τή λογική, τήν ἐπιστήμη καί μέ συμβουλή τοῦ Ἑωσφόρουἀρνοῦνταιτήν Παναγία ὡς Θεοτόκο καί Ἀειπάρθενο.
Αὐτά τά φοβερά καί βλάσφημα δέν εἶναι ὁ τελευταῖος σταθμός στόν κατήφορο καί στήν καταστροφή τῆς χωρίς Χριστό ἀνθρωπότητος. Ἡ σχετικοποίηση τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Παναγίας ὁδηγεῖ ἀναπόφευκτα καί σέ ἄλλες συνέπειες. Ὅπως στήν ἀποδοχή τῆς ξεδιάντροπης θεωρίας ὅτι ἡ βιολογική ζωή εἶναι ἡ μόνη ἀποδεκτή ἀλήθεια, στήν ἀναίσχυντη ἀναγνώριση τοῦ πιθήκου ὡς προπάτορα τοῦ ἀνθρώπου,στό πεῖσμα καί τήν κακία τῶν ἡμερῶν μας ἐναντίον τῆς Κυριακῆς ἀργίας καί τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. Μισοῦν ἐπίσης θανάσιμα τήν Ὀρθόδοξη Λειτουργία τῆς Κυριακῆς γιατί δέν ἀντέχουν νά ἀκοῦν τό «Ἀνάστασιν Χριστοῦ θεασάμενοι». Φλέγονται τά σπλάγχνα ὅλων αὐτῶν τῶν πολεμοχαρῶν ἀνθρωπάκων στίς ἐκφωνήσεις: «ἐν εἰρήνη τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν, ὑπέρ τῆς ἄνωθεν εἰρήνης καί τῆς σωτηρίας τῶν ψυχῶν ἡμῶν τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν, ἐν εἰρήνη προέλθωμεν τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν». Ἀρνοῦνται πεισματικά τή διδασκαλία τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, πού λέει: «Ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι μυστήριο εἰρήνης» καί τοῦ Ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, πού βοᾶ ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι «ἄσυλος[5], εἰρήνης ἀνάκτορον»καί ἄς λένε ὅτι δῆθεν κόπτονται γιά τήν εἰρήνη, τήν δικαιοσύνη καί τήν ἐλευθερία. Ἡ γήϊνή τους ἀτμόσφαιρα ἀποπνέει ὀσμή ἐγκλημάτων, αἵματος, βιασμῶν καί βορβορωδῶν σαρκικῶν μίξεων. Ὄντως, αὐτή ἡ πλανεμένη γενιά εἶναι ἡ περισσότερο πλανεμένη στήν ἱστορία τοῦ κόσμου. Ἄραγε, θά μπορέσει ποτέ νά ἐπιστρέψει στήν Ἀλήθεια, στόν Χριστό; Μακάρι, τό εὐχόμαστε.
Ἐκτός τοῦ γλυκυτάτου Ἰησοῦ, τοῦ Υἱοῦ τῆς Θεοτόκου Μαριάμ, δέν ὑπάρχει λύση στήν τραγωδία τῆς ἐπίγειας ἱστορίας. Ὅταν, λοιπόν, ἀκοῦμε ὅλους αὐτούς τούς Νεοεποχῖτες ἐχθρούς τῆς Θεοτόκου καί τοῦ Υἱοῦ της νά ὁμιλοῦν γιά «ἕνωση ἐκκλησιῶν», «ἕνωση θρησκειῶν», «παγκόσμια εἰρήνη», «ἐκκλησία μέ δύο πνεύμονες ἤ δύο κλάδους»[6], ὅλα αὐτά σηματοδοτοῦν τή διαστροφή τῆς πραγματικῆς ἐν Χριστῷ ἑνότητος ἐν ἀγάπῃ καί δικαιοσύνῃ καί ἀληθείᾳ, πού ὁ Ἰησοῦς σφράγισε μέ τή θυσία Του στό Γολγοθᾶ, τήν Ἀνάστασή Του, τήν Ἀνάληψη καί τήν Ἁγία Πεντηκοστή. Εἶναι ἡ ἀπιστία τῆς Νέας Ἐποχῆς στή δύναμη τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ καί τοῦ Χριστοῦ καί ἡ ἐμπιστοσύνη στή δύναμη τῶν ἀνθρωπίνων συστημάτων. Τέλος εἶναι βλασφημία στό Ἅγιο Πνεῦμα, ράπισμα στό Θεανδρικό πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ, ὕβρις στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση καί Ἐκκλησία καί συνειδητή χειραγώγηση τῶν ἀνθρώπων νά ὑποδεχθοῦν τόν Ἀντίχριστο.
Βεβαίως, ἐκτός ὅλων ἐκείνων, πού τά ὀνόματά τους ἔχουν γραφεῖ στό Βιβλίο τοῦ Ἐσφαγμένου Ἀρνίου ἀπό καταβολῆς κόσμου[7].
Στ’ἀλήθεια, αὐτοί οἱ νάνοι δέν δίδουν σημασία στήν Ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ. Ἀντίθετα, τρέχουν νά βολευθοῦν σέ στοές καί λέσχες, οὕτως ὥστε, ὅταν ἔλθει ὁ ὑπεραιρόμενος, τό βδέλυγμα, νά κατέχουν τήν καλύτερη δυνατή θέση στήν κοινωνία τους μέ τόν ἀρχηγό τους, τόν παγκόσμιο δικτάτορα. Ἀλλά, γιά τοῦτο ἀκριβῶς, πέμψει αὐτοῖς ὁ Θεός ἐνέργεια πλάνης εἰς τό πιστεῦσαι αὐτούς τῷ ψεύδει, ἵνα κριθῶσι πάντες οἱ μή πιστεύσαντες τῇ ἀληθείᾳ ἀλλ’εὐδοκήσαντες ἐν τῇ ἀδικία.
Ἐν τούτοις, ἀδελφοί Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, ζεῖ Κύριος ὁ Θεός. Τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ οὐδείς δύναται νά ὑπερισχύσει, τήν Ὀρθοδοξία οὐδείς δύναται νά καταλύσει. Ἄς εὐχαριστήσουμε πάλιν καί πολλάκις τή γλυκειά μας τήν Παναγιά καί ἄς ὑμνήσουμε τήν Ἁγίατης Κοίμηση μέ δάκρυα μετανοίας καί κατανύξεως, ψάλλοντας: «Ἐν τῇ Γεννήσει τὴν παρθενίαν ἐφύλαξας, ἐν τῇ Κοιμήσει τὸν κόσμον οὐ κατέλιπες Θεοτόκε· μετέστης πρὸς τὴν ζωήν, μήτηρ ὑπάρχουσα τῆς ζωῆς, καὶ ταῖς πρεσβείαις ταῖς σαῖς λυτρουμένη, ἐκ θανάτου τὰς ψυχὰς ἡμῶν» (Ἀπολυτίκιο Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου) καί λέγοντες σύν πᾶσι τοῖς Ἁγίοις καί Ἀγγέλοις:
«Ὦ Παρθένε θεία καὶ τώρα οὐράνια, πῶς νὰ περιγράψω ὅλα τὰ προσόντα σου; Πῶς νὰ σὲ δοξάσω, τὸν θησαυρὸ τῆς δόξας; Καὶ ἡ μνήμη σου μόνο ἁγιάζει αὐτὸν ποὺ τὴν χρησιμοποιεῖ· πρὸς ἐσένα καὶ μόνη ἡ κλίσις καθιστᾷ τὸν νοῦ καθαρώτερο, ἀναλαμβάνοντὰς τον ἀμέσως πρὸς θεῖο ὕψος·...Μετάδωσε λοιπὸν πλούσια στὸ λαό σου, σ’αὐτὸν τὸν κλῆρο σου, τὸ ἔλεὸς σου καὶ τὰ χαρίσματὰ σου, ὦ Δέσποινα. Δῶσε λύση τῶν δεινῶν ποὺ μᾶς κατέχουν. Βλέπεις ἀπὸ πόσα καὶ ποιὰ δεινὰ κατατρυχόμαστε, καὶ δικὰ μας καὶ ξένα, καὶ τὰ ἐξωτερικὰ καὶ τὰ ἐσωτερικά. Μετάτρεψὲ τα μὲ τὴν δύναμή σου ὅλα πρὸς τὸ καλύτερο, τοὺς μὲν εὑρισκομένους μέσα καὶ ὁμοφύλους ἐξημερώνοντας πρὸς ἀλλήλους, τοὺς δὲ ἐπιτιθεμένους ἀπ’ἔξω σὰν ἄγρια θηρία ἀποκρούοντας. Φέρε τὴν βοήθεια καὶ θεραπεία σου ὡς ἀντίμετρο στὰ πάθη μας, κατανέμοντας καὶ στὶς ψυχὲς καὶ στὰ σώματα πλούσια τὴ χάρι, καὶ πρὸς ὅλα διαρκῇ. Καὶ ἄν δὲν τὴν χωροῦμε, κάνε μας χωρητικοτέρους, καὶ κανόνισε τὸ μέτρο κατὰ τέτοιον τρόπο, ὥστε, σωζόμενοι καὶ δυναμούμενοι ἀπὸ τὴ χάρι σου, νὰ δοξάζουμε τὸν προαιώνιο Λόγο ποὺ σαρκώθηκε ἀπὸ σένα γιὰ μᾶς μαζὶ μὲ τὸν ἄναρχο Πατέρα του καὶ τὸ ζωοποιὸ Πνεῦμα, τώρα καὶ πάντοτε καὶ στοὺς ἀτέλειωτους αἰῶνες. Γένοιτο.» (Παλαμικόν Ταμεῖον,σελ.436,437 - Ὁμιλία ΛΖ΄Εἰς τὴν Κοίμησιν τῆς Θεοτόκου...,ΕΠΕ 10,438-462.PG 151,461A-473C).
ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ   ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ   ΜΗΝΑ
[1]«...καὶ ἤρξαντο λαλεῖν ἑτέραις γλώσσαις καθὼς τὸ Πνεῦμα ἐδίδου αὐτοῖς ἀποφθέγγεσθαι.»(Πράξ.,β’,4)
2«Πνεῦμα ἅγιον ἐπελεύσεται ἐπὶ σέ καὶ δύναμις ὑψίστου ἐπισκιάσει σοι· διὸ καὶ τὸ γεννώμενον    ἅγιον κληθήσεται υἱὸς Θεοῦ.» (Λουκ., α΄, 35)
[3]«ἐγώ εἰμι ὁ ἄρτος τῆς ζωῆς.» (Ἰωάν., στ΄,48)
[4]«Ἦταν λοιπὸν ἀναγκαῖο νὰ γίνῃ ἕνας ἄνθρωπος ἀναμάρτητος καὶ νὰ ζήσῃ ἀναμάρτητα, ὥστε ἔτσι νὰ βοηθήση τόν ἄνθρωπο ποὺ ἁμάρτησε μὲ τὴν θέλησί του.» (Παλαμικόν Ταμεῖον, σελ.1774 - Διάλεξις πρὸς τοὺς ἀθέους Χιόνας, ΕΠΕ7, 216-220. Ε.Χ.4, 156-160)
[5]ἄσυλος = ἀπαραβίαστος
[6]«Ἡπαλύνθησαν οἱ λόγοι αὐτῶν ὑπὲρ ἔλαιον καὶ αὐτοί εἰσι βολίδες» (Ψαλμ.νδ΄,22)

[7]«καὶ εἶδον τοὺς νεκρούς, τοὺς μεγάλους καὶ τοὺς μικρούς, ἑστῶτας ἐνώπιον τοῦ θρόνου, καὶ βιβλία ἠνοίχθησαν· καὶ ἄλλο βιβλίον ἠνοίχθη, ὅ ἐστι τῆς ζωῆς· καὶ ἐκρίθησαν οἱ νεκροὶ ἐκ τῶν γεγραμμένων ἐν τοῖς βιβλίοις κατὰ τὰ ἔργα αὐτῶν. ...καὶ εἴ τις οὐχ εὑρέθη ἐν τῇ βίβλῳ τῆς ζωῆς γεγραμμένος, ἐβλήθη εἰς τὴν λίμνην τοῦ πυρός.»(Ἀποκ.,κ΄,12-15)

Η Κοίμησις της Θεοτόκου


(Ὁμιλία τοῦ ἀειμνήστου Ἁγιορείτου Ἡγουμένου  π. Γεωργίου Καψάνη)

Οἱ ἑορτές τῆς Παναγίας μας, οἱ Θεομητορικές Ἑορτές καί μέσα σ' αὐτές ἡ μεγαλύτερη εἶναι ἡ ἑορτή τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, ἕνα Πάσχα μικρό, ἕνα Πάσχα μές τό καλοκαίρι, μᾶς δίνει τήν εὐκαιρία νά ἐκφράσωμε τήν βαθειά μας εὐγνωμοσύνη πρός τήν Μητέρα τοῦ Λυτρωτοῦ μας καί δική μας Μητέρα γιά ὅτι ἔχει κάνει γιά τό ἀνθρώπινο γένος καί γιά τόν κάθε ἕνα ἀπό μᾶς. Διότι, χωρίς τή δική της συνέργεια καί προσφορά εἰς τόν Ἅγιον Τριαδικόν Θεόν δέν θα ἐνσαρκοῦτο ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ. Περίμενε ὁ Θεός νά βρεθεῖ μία τέτοια ἁγία ψυχή, πανάσπιλη, πάναγνη, ἡ ὁποία θά προσέφερε ὅλη τήν ἐλευθερία της εἰς τόν Θεόν, ὥστε καί ὁ Θεός νά προσφερθῆ ὁλόκληρος σ' Αὐτήν.
Κι αὐτή ἦταν ἡ εὐλογημένη Μαρία, ἡ ταπεινή κόρη τῆς Ναζαρέτ. Τήν εὐγνωμονοῦμε. Μᾶς ἔδωσε ὅ,τι πολυτιμότερο ἔχουμε στή ζωή μας. Τόν Σωτῆρα μας. Τί θά εἴμαστε χωρίς τόν Σωτῆρα Χριστόν. Οἱ ἀπελπισμένοι κατάδικοι τοῦ θανάτου. Οἱ αἰώνιοι αἰχμάλωτοι τοῦ διαβόλου. Χωρίς ἐλπίδα. Ἐάν λοιπόν ἔχωμε Σωτῆρα καί Λυτρωτή καί Θεόν τόν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν Θεόν ἐνανθρωπήσαντα, αὐτό τό ὀφείλουμε εἰς τήν Κυρίαν Θεοτόκον.
Γι' αὐτό ὁ ἔπαινος τῆς Ἐκκλησίας εἶναι παντοτινός. Οἱ ὕμνοι τῆς Ἐκκλησίας εἶναι παντοτινοί κι ἀνεξάντλητοι πρός τό πρόσωπον τῆς Κυρίας Θεοτόκου. Κανένα πρόσωπο ἐπί τῆς γῆς δέν ἐτιμήθη μέ τόσους ὕμνους, μέ τόσες δοξολογίες, μέ τόσες διακοσμητικές ἐκφράσεις μέ ὅσες ἡ Παναγία μας...
Ἡ Ἐκκλησία ἤδη ἀπό τήν 3η Οἰκουμενική Σύνοδο τῆς ἔδωσε τόν τίτλο Θεοτόκος, ὁ ὁποῖος ὅρος «Θεοτόκος» κατά τούς ἁγίους Πατέρες, τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο περικλείει ὅλο τό μυστήριο τῆς σωτηρίας καί τῆς εὐσεβείας. Διότι ἠρνοῦντο οἱ αἱρετικοί ὅτι ἡ κυρία Θεοτόκος ἔτεκε Θεόν ἐνανθρωπήσαντα. Ὅμως ἡ Ἐκκλησία διετράνωσε τήν πίστι της ὅτι ἡ κυρία Θεοτόκος ἐγέννησε Θεόν ἐνανθρωπήσαντα, τόν Λόγον τοῦ Θεοῦ. Ὅτι ἔγινε τό ἐργαστήριον τῆς ἀπορρήτου ἑνώσεως τῶν δύο φύσεων, τῆς θείας καί τῆς ἀνθρωπίνης. Διότι, μέσα εἰς τήν ἁγίαν κοιλίαν της ἀπό τήν ὥρα τῆς συλλήψεως τοῦ Μονογενοῦς της Υἱοῦ ἡνώθη ἡ ἀνθρωπίνη μέ τήν Θεία φύσι καί ἐκυοφορήθη ὁ Θεάνθρωπος Χριστός. Γι' αὐτό λοιπόν καί χαρακτηρίζεται ἐργαστήριον τῆς ἀπορρήτου ἑνώσεως τῶν δύο φύσεων. Καί αὐτά ὅλα δέν πρέπει νά τά ξεχνᾶμε, δέν τά ξεχνάει ποτέ ἡ Ἐκκλησία˙ γι' αὐτό καί ὁσάκις ἡ Ἐκκλησία δοξάζει τόν Μονογενῆ της Υἱόν, δοξάζει καί τό πρόσωπο τῆς Παναγίας.Δέν ὑπάρχει Ἀκολουθία τῆς Ἐκκλησίας, σύναξι τῆς Ἐκκλησίας, πού νά μήν καλεῖται καί ἡ Κυρία Θεοτόκος νά παρίσταται κι ἐκείνη καί μᾶλλον καί νά προΐσταται τῆς Συνάξεως τοῦ Λαοῦ τοῦ Θεοῦ. Ὅπως προΐστατο τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων κατά τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ. Διότι, ὅταν ἀνελήφθη ὁ Κύριος εἰς τούς οὐρανούς ἡ Κυρία Θεοτόκος  ἐνεψύχωνε, ἐνεθάρρυνε, ἐδίδασκε, καθοδηγοῦσε τούς ἁγίους Ἀποστόλους. Ἦταν τρόπον τινά ἡ Γερόντισσά τους καί ἐξακολουθεῖ νά εἶναι ἡ Γερόντισσα, ἡ πνευματική Μητέρα ὅλων τῶν Χριστιανῶν, ὅσων ὀρθοδόξως πιστεύουν εἰς τόν Τριαδικόν Θεόν. Καί ἰδιαιτέρως νά εἶναι ἡ Γερόντισσα καί ἡ Μητέρα τῶν Μοναχῶν καί δή τῶν Ἁγιορειτῶν...
Ἐκεῖνο πού ἔκανε τήν Παναγία μας καί τήν ἀνέδειξε εἶναι ὄχι ἁπλῶς ὅτι ἐγέννησε παθητικά τόν Θεόν, τόν Θεάνθρωπον Χριστόν, ἀλλά συνήργησε εἰς τήν Γέννησιν τοῦ Χριστοῦ καί εἰς τήν κυοφορίαν τοῦ Χριστοῦ καί συνήργησε διότι, ὅπως λέγει τό σημερινόν Ἀποστολικόν Ἀνάγνωσμα, τῆς πρός Φιλιππησίους Ἐπιστολῆς συμμετεῖχε κι αὐτή εἰς τό φρόνημα τοῦ Χριστοῦ... Αὐτό εἶναι τό φρόνημα τοῦ Χριστοῦ, ἡ ἄκρα ταπείνωσις, ἡ κένωσις, ἡ θυσία, ἡ προσφορά στό ἀνθρώπινο γένος. Κι αὐτό ἦταν καί τό φρόνημα τῆς Παναγίας μας. Δέν μποροῦσε ἐκείνη ἡ ὁποία ἐβάσταξε εἰς τούς κόλπους της τόν Θεόν νά μήν εἶχε τό ἴδιο φρόνημα μέ Ἐκεῖνον, τόν ὁποῖον κυοφοροῦσε. Αὐτό τό φρόνημα πού εἶχε ὁ Σαρκωθείς Κύριος καί ἕνεκα τοῦ ὁποίου ἐνεσαρκώθη καί ἐταπεινώθη καί ἐκένωσεν ἑαυτόν, αὐτό τό φρόνημα εἶχε καί ἡ ταπεινή κόρη τῆς Ναζαρέτ. Κι αὐτή ἐκένωσε τόν ἑαυτό της, προσέφερε τόν ἑαυτό της, τελείαν προσφοράν, δέν κράτησε τίποτα γιά τόν ἑαυτό της. Καί αὐτό τό φρόνημα ζητάει καί ὁ Κύριος Ἰησοῦς καί ἡ Κυρία Θεοτόκος ἀπό μᾶς τούς χριστιανούς, τά παιδιά τῆς Παναγίας μας, τά τέκνα τῆς Παναγίας μας.
...Τό ἀκήρατον σκήνωμά της νοερῶς τό περιπτυσσόμεθα, τό ἀσπαζόμεθα καί τρόπον τινα καί μεῖς μετά τῶν ἁγίων Ἀποστόλων συμμετέχομεν εἰς τήν πάνσεπτον κηδείαν της, ἡ ὁποία ὅμως κηδεία δέν ἦταν παρά τό μεταίχμιο τῆς ἀναβάσεώς της εἰς τούς οὐρανούς. Διότι ἡ Κυρία Θεοτόκος, χάριτι καί φιλανθρωπίᾳ τοῦ Μονογενοῦς της Υἱοῦ, ἐξεδήμησε καί σωματικῶς πρός τόν οὐρανόν καί ἀνῆλθεν εἰς τόν οὐρανόν, διότι δέν μποροῦσε ἐκεῖνο τό Πανάγιο Σῶμα, τό ὁποῖον ἐκυοφόρησε τόν Θεόν νά τό φᾶνε τά σκουλήκια μέσα στή γῆ. Ἔπρεπε δεδοξασμένο νά ἀναστηθῆ καί νά καθήση στά δεξιά τοῦ Κυρίου καί νά πρεσβεύη γιά ὅλη τήν ἀνθρωπότητα. Καί ἄλλοτε τό ἔχουμε πεῖ, τό λέω καί γιά ὅσους δέν τό ἄκουσαν, τούς ἀδελφούς προσκυνητάς, ἡ Παναγία μας εἶναι τό πρῶτο πρόσωπο τῆς Καινῆς Διαθήκης, τό ὁποῖον ἀνέστη, ἐκρίθη, ἐδικαιώθη, ἐδοξάσθη καί κάθεται εἰς τά δεξιά τοῦ Χριστοῦ, πρεσβεύουσα ὑπέρ ὅλου τοῦ κόσμου.
Συνεπῶς τήν Δευτέρα Παρουσία, ὅταν ὅλοι θά ἀναστηθοῦμε καί θά βρεθοῦμε μπροστά στό Βῆμα τοῦ Κυρίου θά ἔχουμε τήν Παναγία μας μεσίτρια καί προστασία καί βοήθεια.
Γιά ὅλα αὐτά λοιπόν τήν εὐγνωμονοῦμε καί τήν παρακαλοῦμε νά μᾶς φωτίση νά μήν εἴμεθα ἀνάξια παιδιά της, ἀλλά νά κάνουμε τόν ἀγῶνα μας τόν καθημερινό καί νά ἔχουμε τό φρόνημά της, αὐτό τό φρόνημα πού εἶχε καί ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, τό φρόνημα τό ταπεινό, τό θυσιαστικό, τό φρόνημα τῆς ἀγάπης καί τῆς θυσίας. Βοήθειά μας ἡ Παναγία καί καλή δύναμι στόν ἀγῶνα πού ἔχει ὁ καθένας ἀπό ἐμᾶς διά πρεσβειῶν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.

Η Κοίμηση της Θεοτόκου


Με απόφαση και διάταγμα του αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης Μαυρίκιου (582-602) [«τάττει δε και Μαυρίκιος την της Πανάγνου και Θεομήτορος Kοίμησιν κατά την πεντεκαιδεκάτην του Αυγούστου μηνός» (Νικηφόρου Καλλίστου, Εκκλησιαστική Ιστορία P.G.147)] ορίζεται συγκεκριμένη ημέρα (15 Αυγούστου) για την γιορτή της Κοίμησης της Παναγίας, την οποία μέχρι τότε, οι κατά τόπους εκκλησίες, γιόρταζαν ανεξάρτητα η κάθε μία. Έκτοτε πλέον ολόκληρη η Εκκλησία του Χριστού την ίδια μέρα γιορτάζει την Κοίμηση.

Τα Ευαγγέλια τίποτε δεν γράφουν περί της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Η ζωή της Παναγίας και πριν και κατά τον επίγειο βίο του Χριστού και μετά την Ανάληψη του Χριστού, ήταν στην αφάνεια και στην σιωπή. Η ταπείνωση της Παναγίας ήταν υπαρξιακή στάση, όχι συμπεριφορική εκδήλωση. Ήταν περιεχόμενο, όχι …’’καμώματα’’. Ήταν επιλογή, όχι ανάγκη. Η απάντησή της στον άγγελο του Ευαγγελισμού ‘’Ιδού η δούλη Κυρίου γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου’’, ήταν απόφαση ‘’προσαρμογής’’ της ζωής της στο θέλημα του Θεού.
Μέσα σ αυτό το πνεύμα και κατ απαίτησίν της, δεν αναφέρεται το πρόσωπό της παρά παρεμπιμπτόντως και μόνον, όπου είναι απόλυτη ανάγκη, στη ζωή του Χριστού (π.χ. κάτω από τον Σταυρό). Όταν διηγούμενοι την Ανάσταση οι Ευαγγελιστές μιλάνε γι Αυτήν λένε ‘’… και η άλλη Μαρία’’. ‘’Αυτονόητα’’ λοιπόν, για την Παναγία, δεν γίνεται μνεία των περιστατικών της ζωής στα Ευαγγέλια. Η Αγία Γ΄ Οικουμενική Σύνοδος στην Έφεσο, ‘’περιγράφει’’ το πρόσωπό της, την ομολογεί, εκφράζοντας όλη την Εκκλησία, Θεοτόκον, και αποσαφηνίζει την προς το πρόσωπό της τιμή, χωρίς να ‘’κανονίζει’’ γιορτές Της.
Για την Κοίμησή Της υπάρχει μια πρώιμη χρονικά διάσπαρτη αναφορά ακόμα σε κάποια ανώνυμη ‘’Ευθυμιακή Ιστορία’’, και γράφουν για την Κοίμηση (οι παλαιότεροι δηλαδή ασχοληθέντες, ενώ οι μεταγενέστεροι τους επαναλαμβάνουν …προσθέτοντας!): Ο πατριάρχης Ιεροσολύμων Μόδεστος, ο άγιος Ανδρέας Κρήτης, τα φερόμενα στο όνομα του Διονυσίου συγγράματα (ψευδοαρεοπαγητικά) και ο μέγας Ιωάννης ο Δαμασκηνός, στους λόγους του στην Κοίμηση, επεξηγόντας την ‘’διαδρομή’’ της γιορτής, με την έκφραση ’’…παίς εκ πατρός, άνωθεν παρειλήφαμεν’’ δηλαδή από παράδοση γενιάς σε γενιά.
Αυτό είναι το πλαίσιο και τα εξωτερικά της γιορτής. Όμως ‘’πάσα η δόξα της θυγατρός του Βασιλέως έσωθεν’’. Εσωτερική είναι η ομορφιά της Παναγίας. Αυτήν ας προσέξουμε, για να  την αντιγράψουμε και να την μιμηθούμε.
Η Παναγία φαίνεται να πέρασε την ζωή της μέσα σε μια ρουτίνα καθημερινότητας. Χωρίς εξωτερικές αναλαμπές και εξάρσεις. Ασχολούμενη με τα μικρά η μεγάλα θέματα καθημερινότητας. Με πράγματα κοινά και σε μας, πού όμως εμάς μας ταλαιπωρούν και μας …πνίγουν.
Τι διαφορετικό λοιπόν είχε;
Η Μαρία ήξερε να υποδεχθεί, μέσα στην ρουτίνα της καθημερινότητάς της, το θαυμαστό σχέδιο του Θεού, και να το γιορτάσει με χαρά και γαλήνη. 
Και ποιο ήταν αυτό το σχέδιο;  
Για κάθε άνθρωπο το σχέδιο του Θεού είναι, ο άνθρωπος να ωριμάσει και να ολοκληρωθεί πνευματικά μέσα από την διαδρομή της ζωής του, ώστε να φθάσει στην αγιότητα. Μια αγιότητα, που δεν εξειδικεύται σε ανάπτυξη δυνατοτήτων (…να κάνει θαύματα!!) αλλά σε ψυχικό άνοιγμα, στο θέλημα του Θεού, που είναι η όντως ζωή! Ο εκπληκτικός συγγραφέας ‘Αλμπ. Καμύ γράφει στο έργο του ‘’Πανούκλα’’: ‘’το μόνο συγκεκριμένο πρόβλημα που ξέρω σήμερα, είναι: αν μπορείς να γίνεις άγιος, δίχως Θεό’’. Καταλαβαίνει το θέμα και την ανάγκη, χάνει όμως τον δρόμο της κατεύθυνσης προς αυτό! Πόσοι άραγε νουνεχείς άνθρωποι, και σήμερα, δεν ταλαιπωρούνται σε ανάλογες δολιχοδρομίες;
Η Παναγία έχει να μας πεί για τον τρόπο και τον κόπο της ελευθερίας από τον κλοιό του αυτοερωτισμού, που μας περισφίγγει! Η Παρθενία της δεν είναι μια αρνητική αρετή στέρησης, αλλά το μεγαλείο της ετοιμότητας να ανταποκριθεί στον Αγαπημένο! Η ταπείνωσή της δεν είναι μια καλοσυνάτη γυναικεία απλότητα, αλλά αυτοαξιολόγηση ελευθερίας από την αγωνία της γνώμης των άλλων και ‘’καθρέφτισμα’’ στο θέλημα του Άλλου (του Θεού), που ζωοποιεί.
Στο Σταυρό ο Χριστός με το Αίμα Του ‘’υπέγραψε’’ την υιοθεσία μας και από την Παναγία. ‘’Γύναι, ιδού ο υιός σου’’. Αυτό, κάνει όλους εμάς παιδιά της Παναγίας. Και αυτή ως γνήσια Μητέρα μας, έχοντας πολλά παιδιά, απαντά, όπως απάντησε εκείνη η πολύτεκνη μητέρα στο ερώτημα: ποιο παιδί σου αγαπάς περισσότερο, όταν είπε: Εκείνο που είναι άρρωστο, μέχρι να γίνει καλά∙ και εκείνο που είναι μακρυά, μέχρι να επιστρέψει.
Σε μας μένει η συνειδητοποίηση, α) ότι είμαστε άρρωστοι, όταν βουλιάζουμε στον αυτοθαυμασμό (με χίλιους ‘’όμορφους’’ τρόπους) και β) ότι απομακρυνόμαστε ψάχνοντας αγιότητα, χωρίς τον Θεό!
Η Κοίμηση η δική Της ας γίνει έναρξη και αφορμή ‘’κοίμησης’’ των δικών μας παθών και τερματισμός της αδιέξοδης πορείας σε δρόμους που δεν καταλήγουν σε αγιότητα. Μακάρι η Παναγία να σκεπάζει την ζωή όλων μας.
Με αγάπη και ευχές
Ο εφημέριός σας
π. Θεοδόσιος

πηγή: http://www.enoriako.info/index.php?option=com_content&view=article&id=411:2014-08-09-17-17-48&

Η των απελπισμένων μόνη ελπίς...


Η Παναγία είναι η μόνη ελπίδα. Δεν υπάρχει άλλη για τους πολλούς απελπισμένους. Μονάκριβη μάνα.
Είχε απελπιστεί από τις ικανότητες της. Δεν στεκόταν στα δεκανίκια των λόγων των άλλων. Στηριζόταν στον σταυρό του Υιού της. Ο πόνος την ομόρφαινε πιο πολύ. Στον κίνδυνο βρήκε τη λύτρωση. Επέλεξε τη σιωπή. Κυνηγήθηκε. Αγάπησε τα δύσκολα. Άντεξε στον πόνο. Άντεξε και στην ευτυχία των μαθητών του Υιού της, δίχως λάθη στις εξετάσεις. Ήξερε ν’ αναμένει.
Έπαθε λοιπόν κι έμαθε. Κέρδισε κι έχει να δώσει. Ό,τι έχει είναι δικό μας. Ο πλούτος ακένωτος, ζωοδόχος πηγή, ζωηφόρος αγάπη, επιτάφιος της απόγνωσης. Να μη την καταδέχονται και νάναι τόσο καταδεκτική. Η έκφραση της μια μεγάλη σιωπή, εύλαλη. Σκουπιδοντενεκέδες περιττών λόγων καθημερινά στις εξώθυρες, γεμάτοι οι λάκκοι. Το πέμπτο ευαγγέλιο της Παναγίας είναι όλο λευκές σελίδες, είναι γραμμένο από θωπευτική σιωπή, από μελάνι παραμυθίας. Είναι μια ανοιχτή αγκαλιά, μια σεμνή παρουσία, ένα μαντήλι, ένα ρόδο, ένα κουκί θυμίαμα στο λιβανιστήρι της γιαγιάς, μια αχτίδα ήλιου στην κλειστή κάμαρη, η μόνη γυναικεία μορφή στο κελλί του ασκητή, η διακόνισσα του Άθω, η αρχόντισσα του Πρωτάτου, η θαυματουργός Γερόντισσα.
Η Παναγία, η θάλασσα του Πεντζίκη, το λιμάνι της σωτηρίας, το μαφόρι της σκέπαστρο παρηγοριάς, η αρετή της τροφή μας, όλων των πεινασμένων, των φτωχών άφωτων, η φίλη των αθώων, των μαυρισμένων στο δάκρυ πονεμένων γιάτρισσα, ο ήλιος του χιονιού μας.
Η Παναγία δεν είναι διόλου δυσνόητη, δεν είναι σύμβολο, δεν είναι ούτε γριά ούτε παιδούλα, ξέρει πόσο αισιόδοξη να είναι, ν' απομακρύνεται ξέρει από το προσκήνιο, εκεί που δεν θέλουν να την επικαλούνται. Δεν θέλει να δυσκολεύει κανένα, ούτε με την αγάπη της. Όσοι επέλεξαν τη χαζομάρα τους αφήνει να φάνε τα μούτρα τους.
Επιτέλους ας νοιώσουμε πως η μοναξιά μας πρέπει να μάθει να στρώνει μόνη τραπέζι. Δεν γίνεται συνέχεια να ξεγλυστράμε και να θέλουμε κι έτοιμο φαγητό και στρωμένο τραπέζι κι άμισθο και χαμογελαστό υποτακτικό. Καλούμεθα νάμαστε ευγνώμονες μ’ αυτό που μας δόθηκε, η ανδρεία να μας στολίσει, η ωραιότητα της παιδικής αγνότητας να καλύψει τη γύμνια μας, σε μια εποχή που η κακομοιριά δέρνει τους καλλιτέχνες, τους επιστήμονες και μερικούς ακόμη ιερείς.
Ευχαριστώ, Παναγία μου, για τον ενθουσιασμό που μου δίνεις απόψε, που είμαι απελπισμένος και η ελπίδα μου είσαι Εσύ. Ας αφήσουμε λίγο και τους άλλους, ας δούμε και το σκαρί μας, δεν είναι εγωιστικό, είναι απαραίτητο.
Ελπίδα στο μέλλον, απελπισία καλή στο παρελθόν, χαρά στο νυν, μακαριότητα στο αεί. Πάντα η θυσία, θυσιάζεται ο Υιός στον Σταυρό. θυσιάζεται η μητέρα του στην αγκαλιά του άφατου πόνου. Ο πόνος με πόνο νικιέται. Η αγάπη κερδίζεται με πόλεμο. Πότε θα μας διδάξει κι εμάς η αγία Παράδοση;
Μονάκριβη ελπίδα του κόσμου Υπεραγία Θεοτόκε.

Τρίτη 24 Μαρτίου 2015

Το Αειπάρθενο της Θεοτόκου και αιρετικές "Εόρτιες Ρουκέτες"

 



Το Αειπάρθενο της Θεοτόκου και αιρετικές
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη 23η  Μαρτίου 2015.
ΤΟ ΑΕΙΠΑΡΘΕΝΟ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΚΑΙ ΑΙΡΕΤΙΚΕΣ «ΕΟΡΤΙΕΣ ΡΟΥΚΕΤΕΣ»
Με θλίψη διαπιστώνουμε, ότι τις παραμονές των μεγάλων εορτών της Εκκλησίας μας κάποιοι φροντίζουν να ρίχνουν «πυροτεχνήματα», αστήρικτες, ανιστόρητες, αυθαίρετες και εν πολλοίς παιδαριώδεις και γελοίες θεωρίες, προκειμένου να προσβάλουν την αξιοπιστία των Αγίων Γραφών και την σώζουσα διδασκαλία της Εκκλησίας μας. Αφορμή για την ανακοίνωσή μας αυτή πήραμε από ένα πρόσφατο δημοσίευμα στην εφημερίδα STAR PRESS 1, με τίτλο: «Ο Ιησούς είχε αδελφό, τον Ιάκωβο», παρουσιάζοντας ως «είδηση βόμβα» μια «ανατρεπτική θεωρία Αμερικανού θεολόγου». Όπως έγραψε: «Η Παναγία δεν ήταν “αέναη παρθένα”, όπως πιστεύει μέχρι σήμερα ο χριστιανικός κόσμος, αφού, σύμφωνα με τον Μπεν Γουιδεράιγκτον, απεβίωσε αφότου είχε γεννήσει και άλλα παιδιά, τα οποία, αναπόφευκτά, θεωρούνται αδέλφια του Ιησού Χριστού». Και συνεχίζει το δημοσίευμα: «Ο καθηγητής Θεολογίας στη Θεολογική Σχολή του Κεντάκι των ΗΠΑ και μελετητής της Καινής Διαθήκης ανάβει φωτιές, ισχυριζόμενος ότι “η Καινή Διαθήκη δεν λέει ότι η Μαρία είναι μια αέναη παρθένα. Αναφέρει ότι ήταν παρθένα, όταν συνέλαβε τον Ιησού και αυτό σίγουρα συνεπάγεται ότι μετά τον Ιησού απέκτησε και άλλα παιδιά. Έτσι τα “αδέλφια” και οι “αδελφές” του ήταν πράγματι αδέλφια και αδελφές του”». Προχώρησε μάλιστα ο εν λόγω «θεολόγος» και σε συνέντευξη στο μεγάλο παγκόσμιο τηλεοπτικό δίκτυο CNN, για να μάθει όλος ο κόσμος την καινούργια «ανακάλυψή» του(!), την «ανατρεπτική θεωρία» του, η οποία, ωστόσο είναι γνωστή στους αιρετικούς κύκλους εδώ και δύο χιλιάδες χρόνια! Περισσότερο επικεντρώνεται στο πρόσωπο του αδελφοθέου Ιακώβου, διότι τον αποκαλεί ρητά ο Απόστολος Παύλος ως «αδελφό του Ιησού» (Γαλ.1,19). Εν προκειμένω ο αιρετικός αμερικανός «θεολόγος», εν μέσω της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής και εν όψει της μεγάλης εορτής του Πάσχα, «έριξε» τη δική του «ρουκέτα», με στόχο να σπιλώσει την Εκκλησία του Χριστού και να κλονίσει την πίστη, όσων έχουν «χαλαρή» σχέση με το Χριστό και την Εκκλησία Του.
Πιστεύουμε ότι είναι «χαμένος χρόνος» να ασχολούμαστε με τέτοια θέματα, για τα οποία η αγία μας Εκκλησία έχει δώσει εδώ και πολλούς αιώνες άπαξ διά παντός αυθεντικές απαντήσεις. Εν προκειμένω για μας τους Ορθοδόξους δεν υφίσταται θέμα αειπαρθενίας της Θεοτόκου. Επειδή όμως ο απόστολος μας παραγγέλλει: «έτοιμοι προς απολογίαν παντί τω αιτούντι» (Α΄Πετρ.3,15) και με σκοπό τον επιστηριγμό στην Ορθόδοξη πίστη εκείνων που εύκολα κλονίζονται και επηρεάζονται από την πλάνη της αιρέσεως, θα μπούμε στον κόπο να παραθέσουμε ορισμένες βασικές μαρτυρίες από την αγία Γραφή, που αποδεικνύουν και κατοχυρώνουν την δογματική διδασκαλία της Εκκλησίας μας σχετικά με το αειπάρθενο της Θεοτόκου. Η αμφισβήτηση της αειπαρθενίας της Θεοτόκου αποτέλεσε μια κακόδοξη διδασκαλία, που εμφανίστηκε ήδη από τους αποστολικούς χρόνους (Κήρυνθος κ.α.). Κατά τους νεώτερους χρόνους επανεμφανίζεται μέσα στους κόλπους του Προτεστανισμού τον 16ον αιώνα και από τον 19ον αιώνα μεταξύ των μαρτύρων του Ιεχωβά. Τα κυριότερα χωρία από την αγία Γραφή που προβάλλουν οι δύο τελευταίες νεώτερες αιρέσεις (Προτεσταντισμός-Χιλιασμός) είναι τα εξής: «Και ουκ εγίνωσκεν αυτήν έως ου έτεκε τον υιόν αυτής τον πρωτότοκον, και εκάλεσε το όνομα αυτού Ιησούν» (Ματθ. 1,25).  «Ουχ ούτός εστιν ο του τέκτονος υιός; ουχί η μήτηρ αυτού λέγεται Μαριάμ και οι αδελφοί αυτού Ιάκωβος και Ιωσής και Σίμων και Ιούδας; και αι αδελφαί αυτού ουχί πάσαι προς ημάς εισι; πόθεν ουν τούτω ταύτα πάντα;» (Ματθ.13,55-56). Από την φράση «τον πρωτότοκον» συμπεραίνουν, ότι η Παναγία μετά τον Ιησού γέννησε και άλλα τέκνα. Ωστόσο «πρωτότοκος» λέγεται ο πρώτος γεννώμενος, ο διανοίγων μήτραν, (βλ. Εξοδ.13,2,12-13), ασχέτως αν ακολουθούν, ή όχι άλλα τέκνα. Ο Χριστός λέγεται «πρωτότοκος» όχι μόνον ως Υιός της Παρθένου, αλλά και ως Υιός του Θεού (βλ. Κολ.1,15. Εβρ.1,6). Από το ότι ο Υιός του Θεού λέγεται «πρωτότοκος», μπορούμε να συμπεράνουμε, ότι ο Θεός Πατήρ έχει και δευτερότοκον Υιόν; Όχι βεβαίως. Επίσης από την φράση «έως ου έτεκε» συμπεραίνουν, ότι μετά την γέννηση του Χριστού η Παναγία είχε συζυγικές σχέσεις με τον Ιωσήφ. Εδώ ο ευαγγελιστής ενδιαφέρεται, να μας πληροφορήσει ότι ο Χριστός είναι καρπός τελείας αγνότητος και αποτέλεσμα της επελεύσεως του αγίου Πνεύματος στην Θεοτόκο και όχι καρπός συζυγικής σχέσεως με τον Ιωσήφ, χωρίς (ο ευαγγελιστής) να εξετάζει το τι έγινε μετά την γέννηση του Χριστού. Μ’ ένα τέτοιο τρόπο εκφράζεται πολλές φορές η αγία Γραφή. Για παράδειγμα: «και ιδού εγώ μεθ  υμών ειμι πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώνος» (Ματθ. 28,20). Από τη φράση αυτή μπορούμε να βγάλουμε το συμπέρασμα, ότι ο Χριστός μετά την συντέλεια του κόσμου θα παύσει να είναι μαζί με τους εκλεκτούς του; Όχι βέβαια.
Επίσης ούτε από τα χωρία της Γραφής όπου γίνεται λόγος περί «αδελφών» του Ιησού μπορούμε να βγάλουμε το συμπέρασμα, ότι αυτοί οι «αδελφοί» είναι τέκνα της Παναγίας και ομομήτριοι αδελφοί του Ιησού, όπως αυτό φαίνεται από τις παράκάτω βιβλικές μαρτυρίες: «Είπε δε Μαριάμ προς τον άγγελον, πως έσται μοι τούτο, επεί άνδρα ου γινώσκω;» (Λουκ.1,34). Αφού η παρθένος ήταν «μεμνηστευμένη» με τον Ιωσήφ, εφ’ όσον επρόκειτο να ζήσει συζυγικώς μαζί του δεν θα έπρεπε να έχει απορία και να ρωτά πώς θα αποκτούσε υιόν. Θα αποκτούσε υιόν με τον Ιωσήφ. Τώρα όμως ερωτά, πράγμα το οποίο σημαίνει, ότι η Παναγία εγνώριζε, ότι ο Ιωσήφ δεν προοριζόταν να γίνει σύζυγός της αλλά μόνον προστάτης της. Με το  ερώτημά της προς τον άγγελο είναι σαν να του έλεγε: «έχω μεν άνδρα, αλλά αφού δεν έχω συζυγικές σχέσεις μαζί του, ούτε πρόκειται να έχω ποτέ στο μέλλον, πώς θα γεννήσω υιόν;».
Επίσης: «Ανέβη δε και Ιωσήφ από της Γαλιλαίας εκ πόλεως Ναζαρέτ εις την Ιουδαίαν εις πόλιν Δαυΐδ, ήτις καλείται Βηθλεέμ, δια το είναι αυτόν εξ οίκου και πατριάς Δαυΐδ, απογράψασθαι συν Μαριάμ τη μεμνηστευμένη αυτώ γυναικί, ούση εγκύω» (Λουκ.2,5). Η περίοδος της μνηστείας την εποχή εκείνη έληγε, την ημέρα που ο άνδρας παρελάμβανε την γυναίκα του στο σπίτι του. Εν προκειμένω η Παναγία εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται ως  «μεμνηστευμένη» παρ όλο που είχε ήδη συγκατοικήσει με τον Ιωσήφ. Άρα και μετά την συγκατοίκηση δεν είχε συζυγικές σχέσεις με τον Ιωσήφ.
Επίσης: «Εγερθείς παράλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού και φεύγε εις Αίγυπτον» (Ματθ.2,13). Δεν λέγει το «παιδίον σου και την γυναίκα σου», αλλά «το παιδίον και την μητέρα αυτού». Προ της γεννήσεως του Χριστού ο ευαγγελιστής ονομάζει τον Ιωσήφ «άνδρα» της Μαρίας (Ματθ.1,16), την δε Μαρία ως «γυναίκα» του Ιωσήφ (Ματθ.1,20,24.Λουκ.2,5), παρ’ όλο που δεν είχαν συζυγικές σχέσεις μεταξύ τους, όπως είδαμε προηγουμένως. Μετά όμως την γέννηση, ουδέποτε αναφέρονται έτσι, αλλά η Μαρία αναφέρεται πάντοτε ως «μήτηρ» του Ιησού. Εάν λοιπόν δεν υπήρχε σαρκική συνάφεια καθ’ όν χρόνον ο Ιωσήφ ονομάζεται «ανήρ» της Μαρίας και η Μαρία ως «γυνή» του Ιωσήφ, πως μπορούσε να υπάρχει συνάφεια κατόπιν, όταν ουδέποτε ονομάζονται έτσι, αλλά η Μαρία αναφέρεται πάντοτε ως «μήτηρ» του Ιησού; Σε μία μόνο περίπτωση η Παναγία ονομάζει τον Ιωσήφ πατέρα του Ιησού, αλλά αμέσως ο Ιησούς την διορθώνει: «Και προς αυτόν η μήτηρ αυτού είπε τέκνον, τι εποίησας ημίν ούτως; ιδού ο πατήρ σου καγώ οδυνώμενοι εζητούμέν σε και είπε προς αυτούς, τι ότι εζητείτέ με; ουκ ήδειτε ότι εν τοις του πατρός μου δει είναί με;» (Λουκ.2,48-49). «Γιατί με αναζητούσατε; Δεν γνωρίζετε, ότι εγώ πρέπει να βρίσκομαι στο σπίτι του Πατέρα μου;» Σαν να έλεγε στην μητέρα του: Ο αληθινός Πατέρας μου δεν είναι ο Ιωσήφ, αλλ’ ο ουράνιος Πατέρας, του οποίου οίκος είναι ο ναός του Σολομώντος.
Επίσης: «Τελευτήσαντος δε του Ηρώδου ιδού άγγελος Κυρίου κατ  όναρ φαίνεται τω Ιωσήφ εν Αιγύπτω λέγων• εγερθείς παράλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού και πορεύου εις γην Ισραήλ• τεθνήκασι γαρ οι ζητούντες την ψυχήν του παιδίου. ο δε εγερθείς παρέλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού και ήλθεν εις γην Ισραήλ» (Ματθ. 2,19-21). Δεν λέγει «παράλαβε το παιδίον και την γυναίκα σου», αλλά «παράλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού». Τρείς μετέβησαν στην Αίγυπτο, ο Ιωσήφ με την μητέρα και το παιδίον. Τρείς και επέστρεψαν από την Αίγυπτο. Τέταρτος, δηλαδή άλλο τέκνο της Παναγίας, δεν φαίνεται. Άρα ούτε και κατά τον χρόνον της παραμονής της Θεοτόκου με τον Ιωσήφ στην Αίγυπτο, (που μπορεί να ήταν περίπου δύο χρόνια), είχε ο Ιωσήφ συζυγικές σχέσεις με την Παναγία.
Επίσης «Ιησούς ουν ιδών την μητέρα και τον μαθητήν παρεστώτα ον ηγάπα, λέγει τη μητρί αυτού• γύναι, ίδε ο υιός σου. είτα λέγει τω μαθητή• ιδού η μήτηρ σου. και απ  εκείνης της ώρας έλαβεν ο μαθητής αυτήν εις τα ίδια» (Ιω.19,26-27). Εάν η Παναγία είχε και άλλα τέκνα, γιατί ο Ιησούς δεν ανέθεσε την φροντίδα για την προστασία της, όπως θα ήταν εύλογο και αυτονόητο σε κάποιο από τα παιδιά της, αλλά στον Ιωάννη; Είναι επίσης άξιο προσοχής, ότι εδώ ο Ιησούς με την φράση «ίδε ο υιός σου»,(«ο υιός» με άρθρο), υποδεικνύει τον Ιωάννη ως τον μοναδικό μελλοντικό υιό της. Εάν η Παναγία είχε αποκτήσει και άλλα τέκνα  ο Ιησούς δεν θα εκφραζόταν έτσι, αλλά θα έλεγε: «ίδε έναν ακόμη από τους υιούς σου».
Επίσης: «Ιούδας, Ιησού Χριστού δούλος, αδελφός δε Ιακώβου …» (Ιουδ.1). Ο Ιούδας ενώ από τους ευαγγελιστές εμφανίζεται ως αδελφός του Ιησού (Ματθ.13,55. Μαρκ.6,3), εδώ στην επιστολή του, αυτοσυσταίνεται όχι ως αδελφός του Ιησού, αλλά ως αδελφός του Ιακώβου, του δε Ιησού ως δούλος. Το ίδιο επίσης και ο αδελφόθεος Ιάκωβος στην Καθολική επιστολή του ονομάζει τον εαυτό του δούλο του Ιησού Χριστού: «Ιάκωβος, Θεού και Κυρίου Ιησού Χριστού δούλος» (Ιακ.1,1).
Από τις παραπάνω γραφικές μαρτυρίες αποδεικνύεται ξεκάθαρα, ότι οι λεγόμενοι «αδελφοί» του Ιησού δεν ήταν τέκνα της Παναγίας και ομομήτριοι αδελφοί του Ιησού, αλλά ήσαν μάλλον τέκνα του Ιωσήφ από προηγούμενη γυναίκα του, τα οποία κατοικούσαν στο σπίτι του Ιωσήφ στη Ναζαρέτ (Ματθ.13.55-57). Κατ’ άλλους ήσαν εξαδέλφια, τα οποία οι Εβραίοι ονόμαζαν «αδέλφια».
Αναφέρουμε επίσης σχετικά με το θέμα αυτό και την καταπληκτική προφητεία του προφήτου Ιεζεκιήλ: «και επέστρεψέ με κατά την οδόν της πύλης των αγίων της εξωτέρας της βλεπούσης κατά ανατολάς, και αύτη ήν κεκλεισμένη. Και είπε Κύριος προς με, η πύλη αύτη κεκλεισμένη έσται, ουκ  ανοιχθήσεται, και ουδείς μη διέλθη δι’ αυτής, ότι Κύριος ο Θεός Ισραήλ εισελεύσεται δι’ αυτής, και έσται κεκλεισμένη» (Ιεζ.44,1-2). Όπως ερμηνεύουν οι Πατέρες η «κατά ανατολάς» πύλη, για την οποία ομιλεί εδώ ο προφήτης, η οποία θα παραμείνει κλειστή και κανένας άλλος δεν πρόκειται να περάσει μέσα από αυτήν, παρά μόνον ο Θεός, είναι η Παναγία.
 Το υπέρλογο και μοναδικό στην ιστορία της ανθρωπότητος γεγονός της ενανθρωπήσεως του Θεού Λόγου συγκλόνισε, όπως ήταν φυσικό και επόμενο,  την αγνή Κόρη της Ναζαρέτ, η οποία πλέον ζούσε για να υπηρετεί το έργο της Θείας Οικονομίας. Το πάναγνο σώμα της έμεινε για πάντα αγνό και άμωμο, πέρα από κάθε πάθος και ενστικτώδη λειτουργία. Η διαδικασία γέννησης, υποτάχτηκε μετά την πτώση των πρωτοπλάστων, δυστυχώς, στο πάθος και την ενστικτώδη λειτουργία της φύσεως. Αλλά η Θεοτόκος είχε καθαριστεί κατά τον Ευαγγελισμό της, από τις συνέπειες του προπατορικού αμαρτήματος, από το πανάγιο Πνεύμα και άρα η ίδια ήταν απηλλαγμένη από πτωτικά πάθη και ενστικτώδεις παρορμήσεις και γι’ αυτό παρέμεινε αγνή και αειπάρθενος. Πως ήταν δυνατόν η αγία γαστέρα της, η οποία φιλοξένησε τον πανάγιο Θεό, να φιλοξενήσει πτωτικούς ανθρώπους, μολυσμένους από το προπατορικό αμάρτημα; Πως ήταν δυνατόν να κυοφορήσει στα σπλάχνα της, αυτή, που ήταν καθαρισμένη από τους ρύπους της αμαρτίας και τις συνέπειες του προπατορικού αμαρτήματος, φορείς του προπατορικού αμαρτήματος; Εάν συνέβαινε αυτό, δεν θα ήταν η ανωτέρα μεταξύ όλων των γυναικών και όλων των αγίων, αλλά θα ήταν κατωτέρα μεταξύ πολλών αγίων γυναικών, οι οποίες εφύλαξαν ισοβίως παρθενία.
Μνημονεύουμε τέλος την Γ΄ εν Εφέσω Οικουμενική Σύνοδο (431), η οποία εδογμάτισε, εν Αγίω Πνεύματι, ότι η κατά σάρκα Μητέρα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, υπήρξε Θεοτόκος και αειπάρθενος. Προ τόκου, εν τόκω και μετά τόκον, παρέμεινε παρθένος. Στον όρο της Συνόδου αυτής μεταξύ άλλων αναφέρονται τα εξής: «Συνεκάλεσεν ημάς ενταύθα η αγία και Θεοτόκος Παρθένος Μαρία, το αμόλυντον της παρθενείας κειμήλιον, ο λογικός του δευτέρου Αδάμ παράδεισος…» (Πηδάλιον αγίου Νικοδήμου σελ. 170).
Περαίνοντας, καλούμε τους πιστούς μας να κωφεύουν σε τέτοιου είδους δημοσιεύματα και βλακώδεις θεωρίες, όπως η παρά πάνω και να συνεχίσουν τον πνευματικό τους αγώνα αυτή την ιερή περίοδο, έχοντας τη βεβαιότητα πως το ανέσπερο Φως της Αναστάσεως έχει τη δύναμη να σβήνει και να εκμηδενίζει τα «βεγγαλικά» των αιρετικών και των χριστιανομάχων, αφήνοντας πίσω τους μαύρο καπνό, στάχτες και δυσωδία!
Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών