Δευτέρα 23 Σεπτεμβρίου 2013

ΚΙ ΑΝ ΜΠΕΙ ΜΕΣ ΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ


Η προσευχή του Θεοδώρου Κολοκοτρώνη στην Παναγιά


Παναγία Δέσποινα Panagia Despoina


NEKTARIA KARANTZI / ΠΑΝΑΓΙΑ ΜΟΥ - Απόσπασμα από το νέο cd


''Παναγιά Χρυσοπηγή μου"


Νεκταρία Καραντζή - «Ύμνοι και Τραγούδια της Παναγιάς»


ΤΑ ΕΓΚΩΜΙΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ 2 (ΚΑΒΑΡΝΟΣ)


ΑΓΝΗ ΠΑΡΘΕΝΕ ΔΕΣΠΟΙΝΑ-Θ.ΒΑΣΙΛΙΚΟΣ


ΤΗΝ ΤΙΜΙΩΤΕΡΑ ΤΩΝ ΧΕΡΟΥΒΕΙΜ


Σύναξη Παναγίας Μηλιώτισσας


Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου 2013

ΦΩΤΗΣ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ - ΠΑΝΑΓΙΑ


Φώτης Κόντογλου ... ελπίδα των απελπισμένων....

 
 
 
Η Παναγία είναι η ελπίδα των απελπισμένων, η χαρά των πικραμένων, το ραβδί των τυφλών, η άγκυρα των θαλασσοδαρμένων, η μάνα των ορφανεμένων.

Η θρησκεία του Χριστού είναι πονεμένη θρησκεία, ο ίδιος ο Χριστός καρφώθηκε απάνω στο ξύλο: κ' η μητέρα του η Παναγία πέρασε κάθε λύπη σε τούτον τον κόσμο.

Γι' αυτό καταφεύγουμε σε Κεiνη που την είπανε οι πατεράδες μας: «Καταφυγή»,«Σκέπη του κόσμου», «Γοργοεπήκοο», «Γρηγορούσα»,«Οξεία αντίληψη»,«Ελεούσα», «Οδηγήτρια», «Παρηγορίτισσα» και χίλια άλλα ονόματα, που δεν βγήκανε έτσι απλά από τα στόματα, αλλά από τις καρδιές που πιστεύανε και που πονούσανε.


Μονάχα στην Ελλάδα προσκυνιέται η Παναγία με τον πρεπούμενο τρόπο ήγουν με δάκρυα με πόνο και με ταπεινή αγάπη. Γιατί η Ελλάδα είναι τόπος πονεμένος,χαροκαμένος, βασανισμένος από κάθε λογής βάσανο.

Κι' από τούτη την αιτία το έθνος μας στα σκληρά τα χρόνια βρίσκει παρηγοριά και στήριγμα στα αγιασμένα μυστήρια της ορθόδοξης θρησκείας μας, και παραπάνω από όλα στο Σταυρωμένο το Χριστό και στη χαροκαμένη μητέρα του, που πέρασε την καρδιά της σπαθί δίκοπο.

Σε άλλες χώρες τραγουδάνε την Παναγία με τραγούδια κοσμικά, σαν νάναι καμιά φιληνάδα τους, μα εμείς την υμνολογούμε με κατάνυξη βαθειά, θαρρετά μα με συστολή, με αγάπη μα και με σέβας,σαν μητέρα μας μα και σαν μητέρα του Θεού μας.

Ανοίγουμε την καρδιά μας να τη δει τι έχει μέσα και να μας συμπονέσει. Η Παναγία είναι η πικραμένη χαρά της Ορθοδοξίας, «το χαροποιόν πένθος», «η χαρμολύπη» μας, «ο ποταμός ο γλυκερός του ελέους», «ο χρυσοπλοκώτατος πύργος και η δωδεκάτειχος πόλις».


Read more: http://iereasanatolikisekklisias.blogspot.com/search?updated-max=2013-08-24T04:04:00-07:00&max-results=7&start=7&by-date=false#ixzz2ewmKTymV

ΑΓΙΟΙ ΙΩΑΝ. ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΥ- ΠΑΝΑΓΙΑΣ

Αγίου Ιωάννου Δαμασκηνού- Εγκώμιον στην Κοίμηση της πανυμνήτου και υπερενδόξου ευλογημένης Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας



Τι είναι αυτό το μυστήριο το μέγα, που συντελείται γύρω από το πρόσωπό σου, ιερή Μητέρα και Παρθένε; «Ευλογημένη συ εν γυναιξί και ευλογημένος ο καρπός της κοιλίας σου». Όσο υπάρχουν άνθρωποι θα σε μακαρίζουν, γιατί μονάχα Συ είσαι άξια για μακαρισμό!
Και να που όλες οι γενιές Σε μακαρίζουν. Εσένα είδαν οι θυγατέρες της Ιερουσαλήμ, δηλαδή της Εκκλησίας, και σε μακάρισαν οι βασίλισσες, δηλαδή οι ψυχές των δικαίων, και θα σε υμνούν αιώνια. Γιατί Συ είσαι ο θρόνος ο βασιλικός, στον οποίον παραστέκονται Άγγελοι κοιτάζοντας τον Βασιλέα και Δημιουργό να κάθεται επάνω του.
Συ έγινες Εδέμ νοητή, πιο ιερή και πιο θεϊκή από την παλιά. Γιατί σε εκείνη την Εδέμ έμεινε ο Αδάμ ο γήϊνος, ενώ σ' Εσένα ο Κύριος του ουρανού.
Εσένα προεικόνισε η κιβωτός, γιατί Συ γέννησες τον Χριστό, τη σωτηρία του κόσμου, που καταπόντισε την αμαρτία και κατασίγησε τα κύματά της.
Εσένα προεικόνισε η βάτος, Εσένα είχαν επιγράψει προφητικώς οι θεοχάρακτες πλάκες, Εσένα προζωγράφισε η κιβωτός του νόμου και Σένα είχαν φανερά προτυπώσει η στάμνα η χρυσή και η λυχνία και η τράπεζα και η ράβδος του Ααρών που 'χε βλαστήσει.
Από Σένα προήλθε η φλόγα της θεότητος, το μέτρο και ο Λόγος του Πατρός, το γλυκύτατο και ουράνιο μάννα, το όνομα το απερίγραπτο και πάνω από όλα τα ονόματα, το φως το αιώνιο και απρόσιτο, ο άρτος της ζωής ο ουράνιος, ο καρπός που δεν γεωργήθηκε, αλλά βλάτησε από Σένα με σώμα ανθώπινο.
Εσένα δεν προμηνούσε το καμίνι που έβγαζε φωτιά και ταυτόχρονα δρόσιζε αλλά και έκαιγε κι ήταν αντίτυπο της θείας φωτιάς που μέσα Σου κατοίκησε;
Παρά λίγο όμως θα ξεχνούσα τη σκάλα του Ιακώβ. Τι δηλαδή; Δεν είναι φανερό σε όλους ότι Εσένα προεικόνιζε κι ήταν προτύπωσή Σου; Όπως ο Ιακώβ είχε δει τις άκρες της σκάλας να ενώνουν τον ουρανό με τη γη και να ανεβοκατεβαίνουν σ' αυτήν Άγγελοι, έτσι κι εσύ ένωσες αυτά που ήσαν πριν χωρισμένα, αφού μπήκες στη μέση Θεού και ανθρώπων κι έγινες σκάλα, για να κατεβεί σε μάς ο Θεός, που πήρε το αδύναμο προζύμι μας και το ένωσε με τον εαυτό Του κι έκανε τον ανθρώπινο νου που βλέπει τον Θεό.
Πού θα αποδώσουμε ακόμη τα κηρύγματα των Προφητών; Σ' Εσένα, αν θέλουμε να δείξουμε ότι είναι αληθινά! Γιατί, ποιο είναι το Δαβιτικό μαλλί του προβάτου που πάνω του έπεσε σαν βροχή ο Υιός του Θεού, που είναι συνάναρχος με τον Πατέρα; Δεν είσαι Συ ολοφάνερα;
Ποια είναι επίσης η Παρθένος, που ο Ησαϊας προορατικώς προφήτευσε ότι θα συλλάβει και θα γεννήσει Υιόν τον Θεό, που είναι μαζί μας;
Και ποιο είναι το βουνό του Δανιήλ, από το οποίο κόπηκε πέτρα, αγκωνάρι, ο Χριστός, χωρίς να υποκύψει σε ανθρώπινο εργαλείο;
Ας έρθει ο Ιεζεκιήλ ο θεϊκότατος κι ας δείξει πύλη που έχει κλειστεί και που πέρασε από μέσα της μόνο ο Κύριος και παραμένει κλειστή.
Εσένα, λοιπόν, κηρύττουν οι Προφήτες. Εσένα διακονούν οι Άγγελοι και υπηρετούν οι Απόστολοι. Εσένα σήμερα, καθώς αναχωρούσες προς τον Υιό Σου, περιτριγύριζαν ψυχές Δικαίων και Πατριαρχών και το άπειρο πλήθος των θεοφόρων Πατέρων, που συγκεντρώθηκαν από τα πέρατα της γης, σαν μέσα σε σύννεφο, ψάλλοντας ύμνους ιερούς σ' Εσένα, την πηγή του ζωαρχικού σώματος του Κυρίου, πλημμυρισμένοι από τα θεία συναισθήματα.
Ω, πως η πηγή της ζωής μεταφέρεται προς την ζωήν δια μέσου του θανάτου! Πώς να ονομάσουμε το μυστήριο τούτο που σχετίζεται με Σένα; Θάνατο; Μα, αν και η πανίερη και μακαρία ψυχή Σου χωρίζεται από το αμίαντο σώμα Σου και αυτό το σώμα Σου παραδίδεται στην ταφή, όμως δεν παραμένει στο θάνατο κι ούτε διαλύεται από τη φθορά. Όπως ο ήλιος, ο ολόλαμπρος και πάντα φωτεινός, όταν σκεπαστεί για λίγο από το σώμα της σελήνης, φαίνεται σαν να χάνεται και το σκοτάδι να παίρνει τη θέση της λάμψης του, μα αυτός δεν χάνει το φως του, αλλά έχει μέσα του την πηγή του φωτός. Έτσι κι Εσύ, αν και καλύπτεσαι σωματικά από τον θάνατο για κάποιο χρονικό διάστημα, εντούτοις αναβλύζεις πλούσια, καθαρά κι ατέλειωτα τα νάματα του θείου φωτός και της αθάνατης ζωής, ποταμούς χάριτος και πηγές ιαμάτων.
Εσύ άνθισες σαν δένδρο γλυκύτατο κι είναι ο καρπός Σου ευλογία στο στόμα των πιστών! Γι' αυτό και δεν θα ονομάσω θάνατο την ιερή μετάστασή Σου, αλλά κοίμηση ή αποδημία ή ενδημία, για να εκφρασθώ καλύτερα, αφού, φεύγοντας από την κατοικία του σώματος, πηγαίνεις να κατοικήσεις στα καλύτερα, στα δεξιά του θρόνου του Υιού Σου.
Άγγελοι μαζί με Αρχαγγέλους Σε μεταφέρουν από τη γη στους ουρανούς. Καθώς περνάς ευλογείται ο αέρας και ο αιθέρας καθαγιάζεται. Χαίροντας υποδέχεται ο ουρανός την ψυχή Σου. Σε προϋπαντούν οι ουράνιες δυνάμεις με ύμνους ιερούς και τελετή χαρμόσυνη: «τις αυτή η αναβαίνουσα λελευκανθισμένη, εγκύπτουσα ωσεί όρθρος;». Είσαι ωραία, λένε οι ουράνιες δυνάμεις, σαν το φεγγάρι κι όλα τα Χερουβίμ εκπλήσσονται και τα Σεραφείμ Σε δοξάζουν, Εσένα που δεν ανέβηκες μονάχα ως τον ουρανό, σαν τον Προφήτη Ηλία, ούτε μονάχα μέχρι τον τρίτο ουρανό, σαν τον Απόστολο Παύλο, αλλά έφτασες μέχρις αυτόν τον θρόνο του Υιού Σου και στέκεις κοντά Του με πολλή κι ανείπωτη παρρησία.
Έγινες, λοιπόν, ευλογία για όλον τον κόσμο, αγιασμός για το σύμπαν, άνεση για τους κουρασμένους, παρηγοριά για τους πενθούντες, θεραπεία για τους αρρώστους, λιμάνι για του θαλασσοδαρμένους, συγχώρηση για τους αμαρτωλούς, παρηγοριά για τους λυπημένους, πρόθυμη βοήθεια για όλους που σε επικαλούνται, αρχή και μέση και τέλος όλων των αγαθών που ξεπερνούν τον νου μας.
Πώς υποδέχθηκε ο ουρανός αυτήν που έγινε πλατύτερη απ' αυτόν; Και πώς ο τάφος δέχθηκε Αυτήν που δέχθηκε μέσα Της τον Θεόν; Ω μνήμα ιερό και θαυμαστό και σεβάσμιο και προσκυνητό, που και τώρα το περιποιούνται Άγγελοι, παρευρισκόμενοι με πολύν σεβασμό και φόβο, και άνθρωποι που έρχονται σ' αυτό με πίστη, τιμώντας το, προσκυνώντας το, φιλώντας το με μάτια και χείλια και με πόθο ψυχής αντλώντας πλούτο αγαθών.
Εμπρός, λοιπόν, ας ταξιδέψουμε νοερά μακριά απ' τη ζωή αυτή μαζί με την Παναγία, που φεύγει απ' τη γη αυτή.
Ελάτε όλοι με πόθο καρδιακό, ας κατεβούμε στον τάφο μαζί με την Παρθένο που κατέρχεται σ' αυτόν. Ας παρασταθούμε ολόγυρα στο ιερότατο κρεβάτι της.
Ας ψάλουμε ύμνους ιερούς, τέτοια περίπου λέγοντας μελωδικά άσματα: «Χαίρε Κεχαριτωμένη, ο Κύριος μετά σου». Χαίρε αμνάς που γέννησες τον Αμνό του Θεού. Χαίρε συ που είσαι πιο πάνω από τις αγγελικές δυνάμεις. Χαίρε η δούλη και Μητέρα του Θεού. Αμήν.


Read more: http://iereasanatolikisekklisias.blogspot.com/search?updated-max=2013-08-24T04:04:00-07:00&max-results=7&start=7&by-date=false#ixzz2ewlixMGo

ΘΕΟΤΟΚΟς ΘΕΟΣ Η ΑΝΘΡΩΠΟΣ

Παναγία: Θεός ή Άνθρωπος;








Η υπερβολική λατρεία πού τρέφει το γένος των ελλήνων ορθοδόξων Χριστιανών για την Υπεραγία Θεοτόκο , γεννάει κάποιους προβληματισμούς και σκέψεις για την κύρια θέση της στην Εκκλησία. Αρχικά, απαξιούμε και να ασχοληθούμε με τις νεοπροτεσταντικές κακοδοξίες επανανηψάντων και αναγγενημένων homo sapiens των εκ της Βαβυλωνίας προερχομένων και υιοθετησάντων συν τοις δολλαρίοις και εκ των δολλαρίων την απόρριψη τιμής στην Θεοτόκο, ξεχνώντας την βαθιά αγάπη των αφελών προπατόρων τους στην Παναγιά των Ελλήνων.

Στην ορθόδοξη πίστη μας δεν έχουμε συστηματικό κλάδο μελέτης πού να λέγεται Μαριολογία, όπως οι Λατίνοι. Ακόμα και η ιερά μετάσταση της Θεοτόκου δεν είναι δόγμα, αλλά θεολογούμενο, πού πάει να πεί ισχυρά και γενικά αποδεκτή παράδοση , πού απορρέει από το ξεκάθαρο και αποσαφηνισμένο δόγμα της Ανάστασης του Χριστού , της κοινής ανάστασης και της Ξεχωριστής θέσης της Θεοτόκου, πού αγιάστηκε από τον Θεανδρικό τόκο, έμεινε άφθορος και αειπάρθενος, κατέστη ναός του Πνεύματος και Νύμφη του Πατέρα.Γι αυτό και κάθε δυτικότροπη εικόνα της ενσώματης μετάστασης είναι σχεδόν απορριπτέα και μόνον αποδεκτή αν έχει περιγραφικό ιστορικό χαρακτήρα. Η στέψη ή η αποθέωση της Παναγίας, γέννημα του υπερουμανισμού και του φεουδαλιστικού μεσαίωνα, μας αφήνει αδιάφορους.Απορρίπτουμε επίσης την conceptio immaculata, την άμωμο σύλληψη δια της αγίας Άννας πού ενεφύη στους ειδωλολατρικούς κύκλους των σεντιμενταλιστών.

Η Θεοτόκος από την ορθόδοξη δογματική θεωρείται ΜΟΝΟΝ μέσω της Χριστολογίας και της Σωτηριολογίας. Δεν μπορείς να θεολογήσεις για την Υπεραγία Μαρία εκτός του Χριστού και δεν μπορείς να κάνεις χριστολογία αν δεν αναφερθείς στην συμβολή της Θεοτόκου, της επάξιας εκπροσώπου της ανθρωπότητος. 

Γι αυτό και στην ορθόδοξη απεικόνιση της η Θεοτόκος σπάνια εμφανίζεται χωρίς τον Χριστό. Είναι η κλείδα και η θύρα της κατανόησης του μυστηρίου του Θεανθρώπου!

Και παρόλο πού δεν καταφεύγουμε σε υπερβολές και κακοδοξίες για το πρόσωπο της, κατασκευάζοντας στην ουσία μια αγία Τετράδα και καλύπτοντας το θρησκειολογικό κενό της γυναίκας θεότητας, όπως κάνουν οι λατίνοι, ομολογούμε και λέμε πώς Αυτή κατέχει τα δευτερεία της Τριάδος. Είναι πάνω απ όλους και κάτω μόνον από τον Θεό. Είναι το προσφιλέστερο και καθαρώτερο πρόσωπο, είναι η κλίμακα πού ενώνει γή και Ουρανό.Και άλλωστε είναι η πρώτη επάξια να φέρει τον τίτλο του κατα χάριν θεού, διότι όχι μόνον προκάλεσε την θέωση, αλλά και ηγιάστηκε σαν πρώτο πρότυπο του Υιού της και δεύτερον πρότυπο για τους ανθρώπους μετά τον Χριστό.

Η θεώρηση της Θεοτόκου αποκλειστικά και μόνον δια της Θεωρήσεως του Χριστού, δεν την μειώνει διόλου. Αντίθετα την εξυψώνει και την συνδέει άμεσα με τον Θεό και Υιό της.Και δια της ομολογίας του σχεδίου του Υιού της για τον άνθρωπο, στην κάθε φορά πού γίνεται λόγος για σάρκωση και ενανθρώπηση του Θεού, μεγαλύνεται και μακαρίζεται η ίδια. Εκ των αγνών σου αιμάτων-ψάλλουμε- ο Θεός εσαρκώθη Θεοτόκε! Και αυτό είναι το μέγιστο και κύριο πού μπορεί να της αποδοθεί! 

Τέλος, χαιρόμαστε για την ανθρώπινη της φύση. Είναι αυτή- το ομολογούμε ξανά και ξανά- πού συνέβαλε για λογαριασμό του ανθρωπίνου γένους στο σχέδιο της θεϊκής οικονομίας. Αποθεώνοντας την Θεοτόκο, εξοβελίζουμε τον άνθρωπο από τούτο το σχέδιο και ακυρώνουμε κάθε δόγμα χριστολογικό και σωτηριολογικό. Τιμή και καύχημα και καμάρι μας πού αυτή ο Ναός του Αχωρήτου Θεού , είναι γέννημα δικό μας, γέννημα των ανθρώπων. Μετά την Παναγιά δεν έχουμε να καυχώμαστε για τίποτα άλλο.


Read more: http://iereasanatolikisekklisias.blogspot.com/search?updated-max=2013-08-24T04:04:00-07:00&max-results=7&start=7&by-date=false#ixzz2ewlCI4hP

Κυριακή 8 Σεπτεμβρίου 2013

Ομιλία για το Γενέθλιον της Θεοτόκου

Ομιλία για το Γενέθλιον της Θεοτόκου



Ἡ εὐθύνη τῶν γονέων γιὰ τὴν ἀνατροφὴ τῶν παιδιῶν.

Ἡ Ἐκκλησία μας ἐθέσπισε πρὸς τιμὴν τῆς Παναγίας μας πολλὲς θεομητορικὲς ἑορτές. Μία δὲ ἀπὸ αὐτὲς εἶνε καὶ τὸ Γενέθλιον τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου, ποὺ ἑορτάζεται τὴν 8η Σεπτεμβρίου. Ποιό εἶνε τὸ ἱστορικὸ τῆς ἑορτῆς; Συντόμως θὰ τὸ είπω.

Η ΓΕΝΝΗΣΙΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

ΚΑΡΠΟΣ ΟΥΡΑΝΙΟΣ ΕΥΣΕΒΩΝ ΓΟΝΕΩΝ
Στὶς 8 Σεπτεμβρίου ἡ Ἐκκλησία μας μᾶς καλεῖ, γιὰ νὰ τιμήσουμε ἕνα πρόσωπο. Ποιό εἶνε τὸ πρόσωπο αὐτό;

Εἶνε κανένας ἀσκητής, ποὺ ἁγίασε εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος;
Εἶνε κανένας ὁμολογητὴς καὶ μάρτυρας, ποὺ ὡμολόγησε τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ κατὰ τοὺς σκληροὺς διωγμούς; Εἶνε κανένας διδάσκαλος καὶ πατέρας τῆς Ἐκκλησίας ἀπ᾿ αὐτοὺς ποὺ ὡς ἀστέρες ἔλαμψαν εἰς τὸν οὐρανὸν τῆς Ἐκκλησίας;
Εἶνε ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος;
Εἶνε ἄγγελοι καὶ ἀρχάγγελοι;
Ὄχι. Εἶνε ἕνα ἄλλο πρόσωπο, ποὺ εἶνε ὑπεράνω ὅλων τῶν προσώπων ποὺ γεννήθηκαν ἐδῶ στὴ γῆ.
Εἶνε ἡ ὑπεραγία Θεοτόκος.

Ὥστε μιὰ γυναίκα ἔφτασε μέχρι τοιούτου ὕψους, ὥστε νὰ εἶνε ὑπεράνω ἁγίων καὶ μαρτύρων καὶ ὁμολογητῶν καὶ ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων; Μάλιστα. Δύο γυναῖκες εἶνε ἄξιες μνημονεύσεως ἐκ διαφόρου πλευρᾶς. Ἐὰν θὲς νὰ δῇς, σὲ ποίαν ἄβυσσον μπορεῖ νὰ πέσῃ ἡ γυναίκα καὶ νὰ συμπαρασύρῃ στὴν πτῶσιν της ὁλόκληρο τὸ ἀνθρώπινο γένος, δὲς τὴν Εὔα.
Καὶ ἐὰν πάλι θὲ᾿ς νὰ δῇς, σὲ ποιό τεράστιο ὕψος μπορεῖ νὰ φθάσῃ ἡ γυναίκα, ὑπεράνω τῶν νεφελῶν, ὑπεράνω γαλαξιῶν, ὑπεράνω ἀστέρων, δὲς τὴν Παναγία μας.
Τὸ ἕνα, βάθος· τὸ ἄλλο, ὕψος δυσθεώρητο.

Ὦ γυναῖκες· ἢ τὸ ἕνα θὰ εἶσθε, ἢ τὸ ἄλλο. Ἢ Εὖες θὰ εἶσθε, ἢ Παναγίες. Ἐὰν εἶσθε Εὖες, συμφορὰ στὴν ἀνθρωπότητα. Ἐὰν εἶστε μικρὲς Παναγίες, ὤ χαρὰ καὶ ἀγαλλίασις στὸν κόσμο.

Καὶ ἡ Παναγία μας ἐγεννήθη κατὰ φυσικὸν τρόπο, ὅπως γεννώμεθα καὶ ἡμεῖς, βεβαρημένη μὲ τὸ προπατορικὸ ἁμάρτημα. Ποιοί ἦταν οἱ γονεῖς της; Κανείς ἄνθρωπος δὲν γεννᾶται ἀπὸ βράχο. Ἔδωσε ὁ Θεὸς ἐν τῇ πανσοφίᾳ του νὰ γεννώμεθα ἀπὸ ἄνδρα καὶ γυναῖκα ἡνωμένους μὲ τὸν γάμο.

Οἱ γονεῖς τῆς Παναγίας ἦταν ἄνθρωποι εὐσεβεῖς· ὁ πατέρας τῆς ὠνομάζετο Ἰωακείμ, καὶ ἡ μητέρα της ὠνομάζετο Ἄννα. Ἀνδρόγυνο ἠγαπημένο. Ἦταν πτωχοί, ἀλλὰ εἶχαν τὸ Θεὸ μέσα τους.

ΘΛΙΨΙΣ ΛΟΓΩ ΤΗΣ ΑΤΕΚΝΙΑΣ
Ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα εἶχαν μιὰ στενοχώρια. Δὲν ὑπάρχει ἄνθρωπος χωρὶς λύπη καὶ στενοχώρια. Καὶ ἡ στενοχώρια τους ἦτο, ποὺ δὲν εἶχαν παιδί. Καὶ ὅταν λείπῃ τὸ παιδὶ ἀπὸ τὸ σπίτι, κανένα ἄλλο ἀγαθὸ δὲν μπορεῖ νὰ ἀντικαταστήσῃ τὴν δωρεὰ αὐτὴ τοῦ Θεοῦ. Στενοχωρημένοι ἦταν οἱ γονεῖς αὐτοί. Περνοῦσαν τὰ χρόνια, φτάσανε σὲ μεγάλη ἡλικία, καὶ δὲν ἔπαυσαν νὰ παρακαλοῦν μὲ δάκρυα τὸ Θεό, γιὰ νὰ τοὺς δώσῃ παιδί. Καὶ ἄκουσε τὴν προσευχὴ αὐτὴ ὁ Θεός.

Δύναμις τεραστία εἶνε ἡ προσευχή. Ἡ προσευχὴ μπορεῖ νὰ κατεβάσῃ τὰ ἄστρα στὴ γῆ, καὶ ἡ προσευχὴ μπορεῖ νὰ ἀνεβάσῃ τὴ γῆ στὸν οὐρανό. Μάλιστα. «Τὰ ἀδύνατα παρὰ ἀνθρώποις δυνατὰ παρὰ τῷ Θεῷ ἐστιν» (Λουκ. 18,27).

Παρακαλοῦσαν τὸ Θεό. Καὶ ὁ Θεὸς ἄκουσε τὴν προσευχὴ τοῦ εὐσεβοῦς ἀνδρογύνου· καὶ ἡ Ἄννα σὲ μεγάλη ἡλικία συνέλαβε καὶ ἐγέννησε ἕνα χαριτωμένο κοριτσάκι, ποὺ ἔλαβε τὸ γλυκύτατο ὄνομα, ποὺ εἶνε γνωστὸ σὲ ὅλο τὸν κόσμο καὶ σ᾿ ὅλη τὴ χριστιανοσύνη, ἔλαβε τὸ ὄνομα Μαρία.

Οἱ γονεῖς τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου μὲ χαρὰ καὶ ἀγαλλίασι ἀνέπεμπαν στὸ Θεὸ δοξολογία γιὰ τὸ παιδὶ ποὺ γεννήθηκε.

Ἀλλ᾿ ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ γεννήθηκε ἡ Μαρία, οἱ γονεῖς, ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα, ᾐσθάνθησαν πολὺ βαρὺ τὸ καθῆκον τους. Προσεπάθησαν μὲ ὅλες τους τὶς δυνάμεις νὰ φυτεύσουν μέσ᾿ στὴν καρδιά της τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ. Ἐκοπίασαν καὶ ἐμόχθησαν· καὶ μαζὶ μὲ τὸ γάλα ἐποτίσθη ἡ μικρὰ Μαρία μὲ τὴν εὐσέβεια καὶ τὴν ἀγάπη στὸ Θεό. Καὶ ὅταν πλέον ἐμεγάλωσε λίγο, τὴν ἀφιέρωσαν στὸ Θεό – σπάνιο φαινόμενο αὐτό.

ΜΕΓΑΛΗ ΑΦΙΕΡΩΣΙ
Ἔρχονται στὶς ἐκκλησίες πολλοὶ καὶ κάνουν δωρεές· ἀφιερώνουν εἰκόνες, ἀνάβουν λαμπάδες κ.τ.λ.. Μικρὰ δῶρα εἶνε αὐτά. Τὸ μεγάλο εἶνε, νὰ κάνῃς ἀφιέρωμα ὄχι εἰκονίσματα καὶ χρήματα, ἀλλὰ ν᾿ ἀφιερώσῃς ἕνα παιδί σου στὸ Θεό. Τώρα ὅμως ὄχι μόνο δὲν ἀφιερώνουν τὸ παιδί τους, ἀλλὰ ἂν ἀκούσουν οἱ μανάδες ὅτι ἕνα παιδί τους πάει στὸ Θεό καὶ ἀγαπάει τὸ Θεό, τί κατάρες καὶ τί πιέσεις ὑφίστανται οἱ ἱερεῖς καὶ οἱ διδάσκαλοι καὶ ὁ ἐπίσκοπος!

Τὰ παιδιά τους νὰ παντρευτοῦν. Παντρειά, παντρειά, πατρειά! τίποτε ἄλλο παραπάνω, τίποτε ἄλλο ἀνώτερο. Καὶ μετά, διαζύγια· καὶ μετά, οἰκογενειακὰ δράματα· καὶ μετά, ὅλα τὰ κακά.

Δὲν εἶμαι ἐναντίον τοῦ γάμου – ἀλλοίμονο· ἀλλὰ βλέπομε ἐδῶ τὴ μεγάλη διαφορά. Μολονότι ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα εἶχαν ἕνα κοριτσάκι, τὴν πῆγαν στὸ ναό. Καὶ ἔμεινε ἐκεῖ ἕως ὅτου «ἄγγελος πρωτοστάτης οὐρανόθεν ἐπέμφθη εἰπεῖν τῇ Θεοτόκῳ τὸ Χαῖρε».

ΦΥΣΙΚΗ ΓΕΝΝΗΣΙΣ
Αὐτὸ εἶνε τὸ ἱστορικὸ τῆς ἑορτῆς. Τί μᾶς διδάσκει; Μᾶς διδάσκει ἕνα ἱερὸ καθῆκον. Ποιό εἶνε αὐτό; Πρέπει νὰ προσέξουμε τὰ παιδιά, ὅπως πρόσεξε τὸ ἀνδρόγυνο αὐτὸ τὴν μονογενῆ τους κόρη.

Τὸ παιδὶ γεννιέται κατὰ φυσικὸ τρόπο· ἔτσι ὥρισε ὁ Θεός. Ὁ φυσικὸς τρόπος γεννήσεως, ἀπὸ ἀρσενικὸ καὶ θηλυκό, συναντᾶται εἰς ὅλην τὴν ζωολογικὴ κλίμακα. Μὲ ἁπλούστερα λόγια· δὲν γεννάει μόνον ὁ ἄνθρωπος· γεννάει π.χ. καὶ τὸ πρόβατο, γεννάει καὶ ἡ ἀγελάδα, γεννάει καὶ τὸ γαϊδουράκι, γεννάει καὶ τὸ κοράκι· γεννᾶνε καὶ τὰ θηρία, γεννάει καὶ ἡ τίγρις καὶ ὁ λέων, γεννάει καὶ ἡ μαϊμοῦ. Γεννᾶνε ὅλα αὐτά. Ἀλλὰ πόση τεραστία διαφορά! Ἄβυσσον διαφορᾶς ἔχει τὸ παιδὶ ποὺ γεννάει ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ ὅλα τὰ νεογνά, τοῦ πιθήκου καὶ τῶν ἄλλων ζῴων. Βέβαια, δὲν τὸ ἀρνούμεθα, καὶ τὸ παιδὶ τοῦ ἀνθρώπου ποὺ γεννᾶται ἔχει σάρκας καὶ κόκκαλα, ἔχει ὑπόστασιν σαρκικὴν ὅπως καὶ τὰ ζῷα. Τὰ ζῷα φροντίζουν καὶ κάνουν τὸ πᾶν γιὰ νὰ τὰ ταΐσουν, γιὰ νὰ τὰ στεγάσουν, γιὰ νὰ φυλάξουν ἀπὸ τοὺς κινδύνους τὰ παιδιά των. Ἔχουμε παραδείγματα πουλιῶν, ὅπως ὁ πελαργός· ἂν πιάσῃ φωτιὰ ἡ φωλιά του, πέφτει στὴ φωτιὰ γιὰ νὰ σώσῃ τὰ νεογνά του. Τέτοια ἀφοσίωσι ἔχουν τὰ πουλιὰ καὶ τὰ ζῷα στὰ παιδιά τους. Καὶ ἂν αὐτά, ποὺ στεροῦνται λογικοῦ, ἔχουν τέτοια ἀγάπη στὰ παιδιά τους, πόσο περισσότερη ἀγάπη πρέπει νὰ ἔχουν οἱ ἄνθρωποι, οἱ μητέρες καὶ οἱ πατέρες στὰ παιδιά τους; Καὶ ὅπως ἐκεῖνα φροντίζουν γιὰ τὴν τροφή τους, ἔτσι καὶ ὁ πατέρας καὶ ἡ μητέρα πρέπει νὰ φροντίζουν νὰ ἔχῃ φαῒ τὸ παιδί, νὰ ἔχῃ τὸ ροῦχο του, νὰ ἔχῃ ὅλα ἐκεῖνα ποὺ χρειάζονται γιὰ τὴν σωματική του ζωὴ καὶ ἀνάπτυξι.

ΑΝΑΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ
Ναί, πρέπει νὰ φροντίζουν οἱ γονεῖς γι᾿ ὅλα αὐτά. Ἀλλὰ ἐκεῖ θὰ σταματήσουμε; Ὄχι. Δὲν ἔχει μόνον φυσικὰς ἀνάγκας τὸ παιδί· ἔχει καὶ πνευματικὰς καὶ ἠθικάς. Τὸ νὰ γεννήσῃς παιδὶ δὲν εἶνε καὶ κανένα δύσκολο πρᾶγμα. Δὲν τὸ λέω ἐγὼ αὐτό, τὸ λέει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος· καὶ τὰ ζῷα γεννᾶνε. Ποιό εἶνε τὸ μεγάλο, ποιό εἶνε τὸ δύσκολο, ποὺ προσιδιάζει στὸν ἄνθρωπο; Ὄχι τὸ γεννᾶν, ἀλλὰ τὸ ἀνατρέφειν. Ὄχι νὰ τὸ γεννήσῃς, ὅπως γεννοῦν τὰ ζῷα, ἀλλὰ τὸ νὰ πάρῃς τὸ παιδὶ καὶ νὰ τὸ ἀναθρέψῃς, νὰ τὸ ἀναδείξῃς, νὰ τὸ κάνῃς ἄνθρωπο· νὰ τὸ ἀπαλλάξῃς ἀπὸ κακίες καὶ ἐλαττώματα, καὶ στὴ θέσι τους νὰ φυτεύσῃς τὰς ἀρετάς, γιὰ νὰ γίνῃ μία νέα κτίσις, ἕνας νέος ἄνθρωπος, ὅπως λέγει ὁ ἀπόστολος (βλ. Β΄ Κορ. 5,17. Γαλ. 6,15. Ἐφ. 2,15· 4,24). Αὐτὴ εἶνε ἡ ἀποστολὴ τῶν γονέων. Ὄχι τὸ γεννᾶν ἀλλὰ τὸ ἀνατρέφειν σὲ κάνει πατέρα. Δὲν θὰ σὲ ὀνομάσω πατέρα, ὅταν ἁπλῶς ζῇς τὸ παιδί σου, ἀλλὰ ὅταν τὸ ἀνατρέφῃς σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Τί θὰ πῇ αὐτό;

Μὲ ἁπλούστερα λόγια. Τὸ παιδάκι ποὺ βρίσκεται στὴν κούνια, μόλις ἀρχίσῃ νὰ μιλάῃ, ἡ πρώτη λέξις ποὺ πρέπει νὰ μάθῃ δὲν εἶνε «μαμάκα» καὶ «μπαμπάκα»· ἡ πρώτη λέξις εἶνε ὁ Χριστός. Καὶ ὅταν κουνάει τὰ εὐλογημένα χεράκια του, ἀπὸ μικρὸ μικρὸ νὰ τὸ μάθῃς νὰ λέῃ τὸ «Ἅγιος ὁ Θεός…», τὸ «Κύριε, ἐλέησον», τὸ «Πάτερ ἡμῶν…», τὶς προσευχὲς τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ ὅταν μεγαλώσῃ καὶ πάῃ στὸ σχολεῖο, νὰ τοῦ ἀγοράσῃς μιὰ Καινὴ Διαθήκη καὶ νὰ διαβάζῃ μέρα – νύχτα τὸ Εὐαγγέλιο. Καὶ ὅταν νυχτώνῃ, κάτω ἀπὸ τὰ ἄστρα, νὰ πάρῃς μὲ τὴ γυναῖκα σου τὸ παιδάκι σου, νὰ γονατίσῃς καὶ νὰ κάνῃς προσευχὴ μαζί του. Καὶ ὅταν χτυπᾷ ἡ καμπάνα τὴν Κυριακή, νὰ πᾶτε οἰκογενειακῶς στὴν ἐκκλησία. Νὰ ἐκκλησιαστῇς μαζί του. Νὰ τὸ ἔχῃς κοντά σου στὴν ἐκκλησία, μὲ σταυρωμένα τὰ χέρια, καὶ νὰ μὴν τὸ ἀφήσῃς νὰ τρέχῃ σὰν σὲ ἁλώνι στὴν ἐκκλησία. Καὶ ὅταν πλησιάζει τὸ Πάσχα καὶ οἱ μεγάλες γιορτές, νὰ τὸ πᾷς στὸν ἐξομολόγο, γιὰ νὰ πῇ τ᾿ ἁμαρτήματά του καὶ νὰ κοινωνήσῃ τῶν ἀχράντων μυστηρίων. Νὰ προσέχῃς τὴ ζωή σου καὶ νὰ τοῦ δίνῃς καλὸ παράδειγμα. Καμμιά αἰσχρὰ λέξι νὰ μὴ βγῇ ἀπὸ τὸ στόμα σου, καμμιά βλασφημία, καμμιά φιλονικία μὲ τὴ γυναῖκα σου. Νὰ εἶνε ἁγιασμένο τὸ σπίτι σου, καὶ νὰ τὸ κάνῃς ἐκκλησία.

Αὐτὰ πρέπει νὰ κάνῃς σὰν πατέρας.

ΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΚΑΚΗΣ ΑΝΑΤΡΟΦΗΣ
Καὶ τώρα γεννᾶται τὸ ἐρώτημα. Ἔτσι ἀνατρέφονται τὰ παιδιὰ σήμερα; Ἐμένα ρωτᾶτε; Ζῆτε μέσα στὴν κοινωνία, εἶστε οἰκογενειάρχαι, καὶ γνωρίζετε, ὅτι σήμερα δὲν ὑπάρχει αὐτὴ ἡ χριστιανικὴ ἀνατροφή. Πόσα παιδάκια δὲν ξέρουν οὔτε τὸ σταυρό τους νὰ κάνουν. Κανένας πατέρας καὶ καμμιά μάνα δὲν τὰ ἔμαθε νὰ κάνουν προσευχὴ στὸ Θεό. Οἱ γονεῖς δὲν κάνουν προσευχὴ στὸ σπίτι· εὐαγγέλιο δὲν διαβάζουν· δὲν ἐξομολογοῦνται καὶ δὲν κοινωνοῦν τῶν ἀχράντων μυστηρίων· παράδειγμα δὲν δίνουν στὰ παιδιά.

Καὶ τ᾿ ἀποτελέσματα τὰ βλέπουμε. Τὰ παιδιὰ ἀγρίεψαν. Βλέπεις τὰ μικρὰ καὶ μουντζώνουν καὶ βλαστημοῦνε καὶ αἰσχρολογοῦνε καὶ νὰ αἰσχροπράττουν. Καὶ ἀφοῦ σὺ ὁ πατέρας δὲν τὰ διδάσκεις καὶ δὲν τοὺς δίνεις καλὸ παράδειγμα, τότε θὰ ἔχουν γιὰ δάσκαλο τὸ ῥαδιόφωνο, τὴν τηλεόρασι καὶ τοὺς ἀθέους καθηγητὰς καὶ δασκάλους. Γι᾿ αὐτὸ τὸ παιδὶ ἀγρίεψε καὶ τὸ βλέπουμε νὰ κάνῃ πράγματα φοβερά. Κάθε μέρα ἡ ἐφημερίδες στάζουν αἷμα. Βλέπουμε μικρὰ παιδιὰ νὰ κάνουν λῃστεῖες, νὰ μπαίνουν στὰ σπίτια νὰ λῃστεύουν γριές, νὰ σκοτώνουν. Βλέπουμε μικρὰ παιδιὰ νὰ πράττουν ὄργια τῶν ὀργίων, καὶ νὰ τρέχουν ἰλιγγιωδῶς μέσα στοὺς δρόμους, καὶ νὰ σκοτώνουν καὶ νὰ σκοτώνωνται. Καὶ ἕνα παιδὶ ―σημάδι τοῦ αἰῶνος μας εἶνε― πῆρε τὴν καραμπίνα καί, μὲ σκάγια ποὺ σκοτώνουν τ᾿ ἀγριογούρουνα, σκότωσε τὸν πατέρα του. Ἔμ, ἔτσι εἶνε· τὸ παιδὶ ποὺ δὲν τὸ ἀνατρέφεις μὲ τὸ Θεό, θὰ γίνῃ τὸ ἀγριώτερο θηρίο· καὶ θὰ ὑποστῇς μεγάλας πικρίας.

Καὶ ὅμως τὰ παιδιὰ αὐτὰ θὰ μποροῦσαν νὰ εἶνε τὰ καλύτερα παιδιὰ τοῦ κόσμου. Ναί, τὸ πιστεύω αὐτὸ ποὺ λέω· θὰ ἦταν τὰ καλύτερα παιδιά, ἂν εἶχαν καλὴ ἀνατροφή. Θὰ ἦταν τὰ καλύτερα παιδιὰ τοῦ κόσμου, ἐὰν ἐσὺ ὁ πατέρας κ᾿ ἐσὺ ἡ μητέρα, κοντὰ στὸ φαΐ, κοντὰ στὸ ροῦχο, κοντὰ στὴν ἄλλη περιποίησι ποὺ ἔχεις στὸ παιδί σου ἀπὸ μικρό, ἐφρόντιζες καὶ γιὰ τὴν ἀνατροφή του.

ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΣΗΜΕΡΑ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΕΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ;
Αὐτὰ τὰ ὀλίγα ἔχω νὰ πῶ, ἀγαπητοί μου Χριστιανοί, σ᾿ ἐσᾶς, ποὺ εἶστε ἕνα μεικτὸν ἀκροατήριο.

Ἐδῶ εἶνε καὶ ἄντρες, εἶνε καὶ γυναῖκες, μεγάλες ἢ νεώτερες, εἶνε καὶ κορίτσια – αὐριανὲς μητέρες, μαθήτριες ποὺ σὲ λίγα χρόνια θὰ ἔχουν δική τους οἰκογένεια. Θέλω, αὐτὰ τὰ πτωχὰ λόγια νὰ φυτευθοῦν μέσ᾿ στὴν καρδιά σας. Βέβαια, μέσα στὰ πολλὰ κορίτσια, θὰ βρεθοῦν καὶ ἕνα – δύο ποὺ θ᾿ ἀφιερώσουν τὸν ἑαυτό τους στὸ Χριστό· ἀλλὰ τὰ πολλὰ κορίτσια θὰ ᾿ρθῆτε σὲ εὐλογημένο γάμο καὶ θὰ γίνετε κ᾿ ἐσεῖς γονεῖς, ὅπως ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα, καὶ θὰ φέρετε στὸν κόσμο παιδιά, τὰ ὁποῖα θὰ τ᾿ ἀναθρέψετε ὅπως ἐσεῖς θέλετε.

Ὑπάρχουν χριστιανικὲς οἰκογένειες; Δυστυχῶς ὄχι. Δείξατέ μου μία χριστιανικὴ οἰκογένεια, ποὺ κάθε βράδυ ὁ πατέρας νὰ φωνάζῃ τὴ γυναῖκα του καὶ ἡ γυναίκα νὰ φωνάζῃ τὰ παιδιά της, καὶ ὅλοι μαζὶ νὰ γονατίζουν μπροστὰ στὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ προσεύχωνται. Τὸ μικρὸ νὰ κάνῃ τὸ σταυρό του, τὸ ἄλλο νὰ λέῃ τὸ «Ἅγιος ὁ Θεός…», τὸ ἄλλο τὸ «Πάτερ ἡμῶν…», τὸ ἄλλο τὸ «Πιστεύω…», τὸ ἄλλο τὴ Δοξολογία, καὶ μὲ δάκρυα στὰ μάτια ὅλοι μαζὶ ἀγαπημένοι νὰ προσεύχωνται. Δείξατέ μου μιὰ τέτοια οἰκογένεια, νὰ πέσω νὰ τὴν προσκυνήσω.

Λησμονήσαμε τὸ Θεό καὶ φύγαμε ἀπὸ κοντά του, καὶ ἀπ᾿ αὐτὸ προέρχονται ὅλα τὰ κακά. Ἂν δὲν μὲ ἀκούσετε καὶ συνεχίσετε τὴν κακὴ ἀνατροφὴ τῶν παιδιῶν σας, τότε τὸ παιδί σας θὰ μεγαλώσῃ καὶ θὰ γίνῃ κλέφτης, φονιᾶς, λωποδύτης, ἀπατεώνας· καὶ προτιμότερο θὰ ἦτο νὰ μὴν ἐγεννᾶτο, ὅπως λέγει τὸ Εὐαγγέλιο γιὰ τὸν Ἰούδα (Ματθ. 26,24· Μᾶρκ. 14,21). Προτιμότερο ἦτο ὁ Ἰούδας νὰ μὴν ἐγεννᾶτο. Ἂν πρόκειται καὶ τὸ παιδί σου νὰ γίνῃ προδότης πίστεως καὶ πατρίδος, ἂν πρόκειται νὰ γίνῃ ἀπατεώνας, ἐγκληματίας καὶ φονιᾶς, ποὺ νὰ σκοτώνῃ μὲ σκάγια τὸν πατέρα του, νὰ χτυπᾷ τὴ μάνα του, νὰ βρίζῃ, καὶ νὰ γίνῃ πληγὴ καὶ κακοποιὸ στοιχεῖο, τότε θὰ ἦτο προτιμότερο νὰ μὴν ἐγεννᾶτο· διότι θὰ ζῇ καὶ θὰ εἶνε στίγμα τῆς κοινωνίας, συμφορὰ τῆς οἰκογενείας, κίνδυνος – θάνατος τῆς πατρίδος, καὶ ὅλοι θὰ λένε «ἀνάθεμα». Δὲν θὰ καταριῶνται τὸ παιδί, ἀλλὰ θὰ λένε «Ἀνάθεμα στὸν πατέρα ποὺ τὸ ἔσπερνε». Γιὰ νὰ μὴ ποῦν τὸ «Ἀνάθεμα», φροντίστε τὴν ἀνατροφὴ τῶν παιδιῶν σας. Φροντίστε νὰ γίνουν καλοὶ πολῖται, Ἕλληνες χρηστοί, ἥρωες καὶ μάρτυρες τῆς φυλῆς, ποὺ νὰ σκορποῦν τὸ καλό.

Ἂς προσπαθήσουμε ὅλοι, μικροὶ καὶ μεγάλοι, ν᾿ ἀναθρέψουμε τὴ νέα γενεὰ μὲ τὰ διδάγματα τοῦ Χριστοῦ, ὅπως ἀνέθρεψε ἡ Ἄννα καὶ ὁ Ἰωακεὶμ τὴ μονάκριβή τους κόρη, τὴν Μαρία, γιὰ νὰ ἔχωμε τὴν εὐλογία τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου εἰς αἰῶνας αἰώνων. Ἀμήν.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Γεννήσεως τῆς Θεοτόκου Κάτω Κλεινῶν – Φλωρίνης τὴν 8-9-1985.

Γέννηση της Υπεραγίας Θεοτόκου - 8 Σεπτεμβρίου

Γέννηση της Υπεραγίας Θεοτόκου - 8 Σεπτεμβρίου




Πάσας ἀληθῶς, Ἄννα, νικᾷς μητέρας,
Μήτηρ ἕως ἂν σὴ γένηται θυγάτηρ.
Ἐξάγαγε πρὸς φῶς Θεομήτορα ὀγδόῃ Ἄννα.

«Ἀποκάλυψαν πρὸς Κύριον τὴν ὁδόν σου καὶ ἔλπισον ἐπ᾿ αὐτόν, καὶ αὐτὸς ποιήσει» (Ψαλμός λστ' στ. 5). Φανέρωσε στον Κύριο με εμπιστοσύνη το δρόμο και της επιδιώξεις και της ανάγκες της ζωής σου και έλπισε σ' Αυτόν και Αυτός θα κάνει εκείνα που ζητάς και χρειάζεσαι. Μ' αυτή την εμπιστοσύνη και ελπίδα, ο Ιωακείμ και η Άννα ικέτευαν προσευχόμενοι το Θεό να της χαρίσει παιδί, να το έχουν γλυκεία παρηγοριά στα γεράματα της. Και την ελπίδα της ο Θεός έκανε πραγματικότητα. Της χάρισε την Παρθένο Μαριάμ, που ήταν ορισμένη να γεννήσει το Σωτήρα του κόσμου και να λάμψει σαν η πιο ευλογημένη μεταξύ των γυναικών. Ήταν εκείνη, από την οποία έμελλε να προέλθει Αυτός που θα συνέτριβε την κεφαλή του νοητού όφεως. Στην Παλαιά Διαθήκη δόθηκαν της προτυπώσεις της Υπεραγίας Θεοτόκου. Μία είναι και η βάτος στο Σινά, την οποία ενώ είχαν περιζώσει φλόγες φωτιάς, αυτή δεν καιγόταν. Ήταν απεικόνιση της Παρθένου, που θα γεννούσε το Σωτήρα Χριστό και συγχρόνως θα διατηρούσε την παρθενία της. Έτσι, η Άννα και ο Ιωακείμ, που ήταν από το γένος του Δαβίδ, με την κραταιά ελπίδα που είχαν στο Θεό απέκτησαν απ' Αυτόν το επιθυμητό δώρο, που θα συντροφεύει τον κόσμο μέχρι συντέλειας αιώνων.


Ἀπολυτίκιον Ἦχος δ’.
Ἡ γέννησίς σου Θεοτόκε, χαρὰν ἐμήνυσε πάσῃ τῇ οικουμένῃ, ἐκ σοῦ γὰρ ἀνέτειλεν ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν, καὶ λύσας τὴν κατάραν, ἔδωκε τὴν εὐλογίαν, καὶ καταργήσας τὸν θάνατον, ἐδωρήσατο ἡμῖν ζωὴν τὴν αἰώνιον.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Αὐτόμελον.
Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα ὀνειδισμοῦ ἀτεκνίας, καὶ Ἀδὰμ καὶ Εὔα, ἐκ τῆς φθορᾶς τοῦ θανάτου, ἠλευθερώθησαν, Ἄχραντε, ἐν τῇ ἁγίᾳ γεννήσει σου, αὐτὴν ἑορτάζει καὶ ὁ λαός σου, ἐνοχῆς τῶν πταισμάτων, λυτρωθεὶς ἐν τῷ κράζειν σοι· Ἡ Στεῖρα τίκτει τὴν Θεοτόκον, καὶ τροφὸν τῆς ζωῆς ἡμῶν.

Κάθισμα
Ἦχος δ’. Κατεπλάγη Ἰωσὴφ.
Ἡ Παρθένος Μαριάμ, καὶ Θεοτόκος ἀληθῶς, ὡς νεφέλη τοῦ φωτός, σήμερον ἔλαμψεν ἡμῖν, καὶ ἐκ Δικαίων προέρχεται εἰς δόξαν ἡμῶν. Οὐκ ἔτι ὁ Ἀδὰμ κατακρίνεται· ἡ Εὔα τῷν δεσμῶν ἠλευθέρωται· καὶ διὰ τοῦτο κράζομεν βοῶντες, ἐν παρρησίᾳ τῇ μόνῃ Ἁγνῇ· Χαρὰν μηνύει, ἡ γέννησίς σου, πάσῃ τῇ οἰκουμένῃ.

Ἕτερον ΚάθισμαἮχος πλ. δ’. Τὸ προσταχθὲν μυστικῶς.
Ἀγαλλιάσθω οὐρανός, γῆ εὐφραινέσθω· ὁ τοῦ Θεοῦ γὰρ οὐρανός, ἐν γῇ ἐτέχθη, ἡ Θεόνυμφος αὕτη ἐξ ἐπαγγελίας. Ἡ στεῖρα βρέφος θηλάζει τὴν Μαριὰμ· καὶ χαίρει ἐπὶ τῷ τόκῳ Ἰωακείμ. Ῥάβδος λέγων ἐτέχθη μοι, ἐξ ἧς τὸ ἄνθος Χριστός, ἐβλάστησεν ἐκ ῥίζης Δαυΐδ. Ὄντως θαῦμα παράδοξον!

Ἕτερον ΚάθισμαἮχος δ’. Κατεπλάγη Ἰωσὴφ.
Ἐκ τῆς ῥίζης Ἰεσσαί, καὶ ἐξ ὀσφύος τοῦ Δαυΐδ, ἡ θεόπαις Μαριάμ, τίκτεται σήμερον ἡμῖν, καὶ νεουργεῖται, ἡ σύμπασα καὶ θεουργεῖται. Συγχάρητε ὁμοῦ, ὁ οὐρανός καὶ ἡ γῆ· αἰνέσατε αὐτήν, αἱ πατριαὶ τῶν ἐθνῶν, Ἰωακεὶμ εὐφραίνεται, καὶ Ἄννα πανηγυρίζει κραυγάζουσα· Ἡ στεῖρα τίκτει, τὴν Θεοτόκον, καὶ τροφὸν τῆς ζωῆς ἡμῶν.

Ἕτερον ΚάθισμαἮχος δ’. Κατεπλάγη Ἰωσὴφ.
Ἀναβόησον Δαυΐδ, τὶ ὤμοσέ σοι ὁ Θεός; Ἅ μοι ὤμοσε φησί, καὶ ἐκπεπλήρωκεν ἰδού, ἐκ τοῦ καρποῦ τῆς κοιλίας μου δοὺς τὴν Παρθένον· ἐξ ἧς ὁ πλαστουργός, Χριστός ὁ νέος Ἀδάμ, ἐτέχθη βασιλεύς, ἐπὶ τοῦ θρόνου μου· καὶ βασιλεύει σήμερον, ὁ ἔχων τὴν βασιλείαν ἀσάλευτον. Ἡ στεῖρα τίκτει, τὴν Θεοτόκον, καὶ τροφὸν τῆς ζωῆς ἡμῶν.

Ὁ ΟἶκοςἩ προσευχὴ ὁμοῦ καὶ στεναγμός, τῆς στειρώσεως καὶ ἀτεκνώσεως Ἰωακείμ τε καὶ Ἄννης, εὐπρόσδεκτος, καὶ εἰς τὰ ὦτα Κυρίου ἐλήλυθε, καὶ ἐβλάστησαν καρπὸν ζωηφόρον τῷ κόσμῳ· ὁ μὲν γὰρ προσευχὴν ἐν τῷ ὄρει ἐτέλει, ἡ δὲ ἐν παραδείσῳ ὄνειδος φέρει· ἀλλὰ μετὰ χαράς, ἡ στεῖρα τίκτει τὴν Θεοτόκον, καὶ τροφὸν τῆς ζωῆς ἡμῶν.

Η ΠΑΡΘΕΝΟΣ ΜΑΡΙΑ

Η ΠΑΡΘΕΝΟΣ ΜΑΡΙΑ





Πρεσβυτέρου Χαραλάμπους Νεοφύτου

Στήν κορυφή τῶν ἁγίων μορφῶν τοῦ χριστιανισμοῦ, πιό ψηλά ἀπ’ ὅλους τούς ὁσίους καί ὀμολογητές, τούς πατέρες καί μάρτυρες, τούς προφῆτες καί ἀποστόλους, ἀλλά καί ἀπό τούς ἀγγέλους ἀκόμη βρίσκεται ἡ ὁλόλαμπρη μορφή τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου, ἀφοῦ αὐτή εἶναι ἡ «Τιμιωτέρα τῶν Χερουβείμ καί ἐνδοξοτέρα τῶν Σεραφείμ».




Ἡ Παναγία μας ὑπῆρξε ἡ «εὐλογημένη ἐν γυναιξίν», τό ἐκλεκτό δοχεῖο τοῦ Ἀχώρητου Θεοῦ, διότι:« τόν ἀχώρητον ἐν παντί, ἐχώρεσεν ἐν γαστρί» καί ἔγινε «πλατυτέρα τῶν οὐρανῶν».


Ἡ μοναδική αὐτή τιμή πού ἔκαμε ὁ πανάγαθος Θεός στή Θεοτόκο Μαρία προκαλεῖ ἔκπληξη στόν κάθε καλοπροαίρετο ἑρευνητή τῆς προσωπηκότητάς της. Καί προβάλλει μόνο του τό ἐρώτημα: Γιατί ὁ Πάνσοφος Θεός προτίμησε τήν ταπεινή Μαρία ἀπό τόσες ἄλλες νέες γυναῖκες; Τί τό ἰδιαίτερο καί ξεχωριστό εἶχε αὐτή ἀπό τίς ἄλλες; Γιατί ὁ Ἀρχάγγελος Γαβριήλ προσπέρασε τά μέγαρα, καί τ’ ἄλλα ἀρχοντικά τῶν διαφόρων φημισμένων μεγαλουπόλεων καί κατευθύνθηκε στό φτωχικό σπίτι τῆς ἄσημης πολίχνης Ναζαρέτ;


Τήν ἀπάντηση στό ἐρώτημα αὐτό μᾶς τή δίνει ἡ προσφώνηση τοῦ Ἀρχαγγέλου: «Χαῖρε κεχαριτωμένη Μαρία...». Φορτωμένη χάριτες, περιβόλι τῶν ἀρετῶν ἡ καρδιά της, ἦταν ἡ διαλεκτή ἀνάμεσα στίς διαλεκτές.


Οἱ ἀρετές τῆς Παναγίας μας ἔφεραν τόν Ὑψιστο Θεό στή γῆ γιά νά σώσει τόν κόσμο. Κανένας ἄλλος ἀπόγονος τῆς Εὔας δέν εὐεργέτησε τόσο τήν ἀνθρωπότητα, ὅσο ἡ στοργική Αὐτή Μητέρα τοῦ Θεοῦ. Ὑπόφερε αὐτή καί ταλαιπωρήθηκε γιά τή σωτηρία ὁλόκληρης τῆς ἀνθρωπότητας.


Γνωρίζει ὅμως ὁ πολύς κόσμος ποιά ὑπῆρξεν ἡ Θεοτόκος, ποιές οἱ προτυπώσεις της στήν Π. Διαθήκη, ποιά ἡ ζωή καί ἡ ἀποστολή της, ποιές οἱ συκοφαντίες ἐναντίον της ἀπό τούς ἐχθρούς τῆς ὀρθόδοξης πίστης μας; Τό πρόσωπο τῆς Θεοτόκου εἶναι αὐτό πού τόσο ἀγαποῦμε, ἀλλά καί τόσο ἀγνοοῦμε.


Βέβαια, «τό μέγα τῆς Θεοτόκου μυστήριον καί διανοίας καί γλώσσης ἐστίν ἁνώτερον» σημειώνει ὁ ἅγιος Βασίλειος Σελευκείας. Ἀλήθεια ποιός νοῦς, ὅσο ἰδιοφυής κι’ ἄν εἶναι, μπορεῖ νά ὑμνήσει ἐπάξια τό μεγαλεῖο τῆς Παναγίας; Ποιά πέννα ὅσο δόκιμη κι’ ἄν εἶναι μπορεῖ νά περιγράψει τήν ψυχική ὀμορφιά Ἐκείνης, πού ἔγινε ἡ Μητέρα τοῦ Παντοκράτορα Θεοῦ;


Ὁ ταπεινός πρεσβύτης τοῦ Θεοῦ, ὁ σεβαστός π. Χαράλαμπος Νεοφύτου προσπαθεῖ φιλότιμα, μέ τή μικρή αὐτή μελέτη του, νά δώσει ἀπαντήσεις καί νά φωτίσει τίς διάφορες πτυχές τῆς προσωπικότητας τῆς Παναγίας. Ἡ ἐργασία αὐτή δέν ἔχει ἐπιστημονικές ἀξιώσεις. Ἔχει τό χαρακτήρα λαϊκῆς δογματικῆς καί ἀπευθύνεται στό εὑρύ κοινό.


Πιστεύω ὅτι οἱ εὐσεβεῖς ἀναγνώστες θά ὠφελειθοῦν ἀπό τή μελέτη τοῦ μικροῦ αὐτοῦ βιβλίου, θά ἀγαπήσουν περισσότερο τήν Παναγία μας καί θά προστρέξουν μέ μεγαλύτερη εὐλάβεια σ’ Αὐτή γιά νά ζητήσουν τή χάρη, τή προστασία καί βοήθειά Της.

Στέλιος Θεοφάνους
Θεολόγος

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

 
Ἡ ἁγία Γραφή ἐλάχιστες πληροφορίες μᾶς δίνει γύρω ἀπό τή ζωή τῆς Παρθένου, τῆς Παναγίας Μητέρας τοῦ Κυρίου μας. Οἱ Εὐαγγελιστές, ἀναφέρουν μόνον ἐκεῖνα τά γεγονότα πού ἔχουν σχέση μέ τό μεγάλο μυστήριο τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου καί παραλείπουν νά μᾶς ἐνημερώσουν γιά τίς διάφορες πτυχές τῆς ζωῆς της. Γιά τό λόγο αὐτό ἡ Ἐκκλησία, προκειμένου νά ἐνημερώσει τούς πιστούς της γιά τίς διάφορες πτυχές τῆς ζωῆς τῆς Παρθένου Μαρίας, ἔστρεψε τήν προσοχή της στίς διάφορες παραδόσεις τῆς ἐποχῆς πού ἔζησε ἡ Παρθένος.


Οἱ πηγές αὐτές εἶναι τά λεγόμενα «Ἀπόκρυφα». Κυρίως χρησιμοποίησε τό «Πρωτοευαγγέλιο» τό λεγόμενο « τοῦ Ἰακώβου». Τά κείμενα αὐτά, ἄν καί στεροῦνται «κανονικότητας», ἐντούτοις παρέχουν πολλά στοιχεῖα πού ρίχνουν φῶς στά διάφορα στάδια τῆς ζωῆς τῆς Παρθένου Μαρίας. Τά στοιχεῖα αὐτά χαρακτηρίζονται ἀπό τόν Κωνσταντῖνο Καλλίνικο, σάν «μαργαριτάρια σκεπασμένα ἀπό σκουπίδια»: «Γνωρίζω ὅτι εἰς τά σελίδας τῶν ἀποκρύφων ὡς μαργαρῖται ὑπό σκύβαλα γεράσμιαι τινές πανάρχαιαι παραδόσεις εἶναι ἐντεθαμμέναι, ταύτας δέ καί ἡ μεσῆλιξ κατ’ ἀνατολάς καί δυσμάς Ἐκκλησία, ἀπεδέχθη οἰκοδομῆσαι ἐπ’ αὐτῶν...ὁλόκληρον τόν Θεομητορικόν κύκλο της τόν ἀποτελοῦντα ἀναπόσπαστο τμῆμα τῆς λατρείας της». Αὐτά τά μαργαριτάρια, ἡ Ἐκκλησία ἀνέσυρε, τά καθάρισε καί σύμφωνα μ’ αὐτά ἔκτισε ὅλο τό θεομητορικό κύκλο τῶν ἑορτῶν.


Αὐτή τή μεμαρτυρημένη συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας μας θά ἀκολουθήσομε σ’ αὐτή τή μικρή προσπάθειά μας, γιά νά παρουσιάσομε στούς ἁπλούς χριστιανούς μας τά διάφορα στάδια καί γεγονότα τῆς ζωῆς τῆς Παναγίας μας, γιά νά τήν ἔχουν παράδειγμα καί νά μιμοῦνται τή συμπεριφορά της κατά τίς διάφορες περιστάσεις, χαρούμενες καί θλιμμένες, ἀλλά καί νά τήν ὑπερασπίζονται σωστά ἐνώπιον τῶν αἱρετικῶν πού τή συκοφαντοῦν ἀσύστολα.


Ἡ Παρθένος Μαρία, καρπός θερμῆς προσευχῆς.
Ἡ Παρθένος Μαρία, σύμφωνα μέ τήν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας, εἶναι καρπός θερμῆς προσευχῆς τῶν ἄτεκνων γονέων της, τοῦ Ἰωακείμ καί τῆς Ἄννας, ὅπως λέγει καί ὁ Ἀνδρέας ἐπίσκοπος Κρήτης:« Ἰωακείμ ὁ ἱερός καί ἡ Ἄννα, δῶρα προσήγαγον τοῖς πρίν ἱερεῦσιν, καί μή δεχθέντες, ἄγονοι τυγχάνοντες, δέησιν προσηύξαντο τῷ δοτῆρι τῶν ὅλων καί τῆς προσευχῆς αὐτῶν ἐπακούσας, δωρεῖται τούτοις τήν ὄντως πύλην τῆς ζωῆς ἧς τήν ἁγίαν τιμήσωμεν σύλληψιν». Τό τροπάριο αὐτό περιέχει ὅλη τήν Παράδοση γιά τή σύλληψη τῆς Παρθένου, στήν ὁποία θά ἀναφερθοῦμε εἰδικά στή συνέχεια. Λέγεται ὅτι ἡ ἀπουσία τῆς Παρθένου Μαρίας ἀπό τό σκηνικό τοῦ κόσμου, καθυστεροῦσε τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων γιά ἕξη χιλιάδες χρόνια.


Μέ τόν ἐρχομό τῆς Μαριάμ στόν κόσμο, ἄρχισε νά ὑλοποιεῖται καί τό σχέδιο τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων πού περίμεναν τόσες γενεές πρίν. Ἐκεῖ πού ὁ κόσμος ζοῦσε στό πυκνό σκοτάδι τῆς ἁμαρτίας, ἡ Παρθένος θά ἔφερνε τό φῶς τοῦ οὐρανοῦ στή γῆ, γιά νά διαλύσει τή σκλαβιά τοῦ διαβόλου καί νά τόν ἀφοπλίσει κυριολεκτικά, νά βρεῖ ὁ ἄνθρωπος τήν κατά φύση ζωή καί τό δρόμο πρός τόν Παράδεισο. Διά τῆς Παρθένου ἔμελλε νά συμφιλιωθεῖ ὁ οὐρανός μέ τή γῆ, ὁ ἄνθρωπος μέ τό Θεό, νά φύγει ἀπό τό μέσον τό διαχωριστικό τεῖχος τῆς παρακοῆς τῶν πρωτοπλάστων. Ἡ Παρθένος Μαρία, μᾶς ἔδωσε τό μεγαλύτερο δῶρο, τό Λυτρωτή καί Σωτῆρα μας Χριστό, ἑνώνοντας τόν ἄνθρωπο μέ τό Θεό.


Μέ τήν ἀπόλυτη ἀφοσίωσή της στό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί τήν ἀξιοποίηση ὅλων τῶν ἀρετῶν της, ἔγινε ναός τοῦ Κυρίου, ἀσύγκριτα ἀνώτερος ἀπό τό ναό τῶν Ἰεροσολύμων, στόν ὁποῖο καί κατοίκησε. Ἡ ἀγνότητα καί ἡ καθαρότητα τῆς ψυχῆς της, σάν ἄλλος μαγνήτης ἕλκυσε τόν Ποιητή τοῦ κόσμου νά ἔλθει καί νά πάρει σάρκα ἀπό τή δική της καί ζωή ἀπό τό αἷμα της, νά ὑποστασιαστεῖ ὁ Θεός, μέσῳ τῆς Παρθένου, πρᾶγμα πού τήν ἀναδεικνύει «θεόν μετά Θεό». Χώρεσε στήν κοιλία της τόν ἀχώρητον «ἐν παντί», Αὐτόν πού δέ χωρεῖ ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ. Αἰτία ὄλων αὐτῶν τῶν θαυμασίων, ἦταν οἱ πολλές ἀρετές πού κοσμοῦσαν τήν ψυχή της καί προπάντων ἡ βαθειά ταπείνωση πού εἶχε, γιά τήν ὁποία ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, γράφει: « οὐ μόνον εἰς βάθος εἶχεν τήν ταπείνωσιν ἐρριζωμένην ἡ Θεοτόκος, ἀλλά καί ἐκ τῆς καρδίας, ὡς ἀπό πηγῆς ἀναβλύζουσα, ἐπλημμύρει καί εἰς ὅλα τά ἐξωτερικά μέλη τοῦ παναμώμου αὐτῆς σώματος, καί εἰς τά σχήματα δηλαδή καί εἰς τά κινήματα καί εἰς τά λόγια καί εἰς τόν ἔνθεον αὐτῆς χαρακτήρα καί εἶδος, ἡ ταπείνωση ἔλαμπεν ὡς ὁ ἥλιος».


Καί ὁ Νικόλαος ὁ Καβάσιλας, πρίν ἀπό τόν ἅγιο Νικόδημο, ἒγραφε: «... μόνη ἀπ’ ὅλους τούς ἀνθρώπους ὅλων τῶν ἐποχῶν ἀντιστάθηκε ἀπό τήν ἀρχή ὡς τό τέλος σέ κάθε κακία. Καί μέ τή στάση της αὐτή νίκησε κάθε κακό. Καί ἔφτασεν ἡ ἀρετή μιᾶς ψυχῆς νά σταματήσει τήν κακίαν τῶν ἀνθρώπων τόσων αἰώνων» Καί καταλήγει μέ τό συμπέρασμα ὅτι, « Ἄν ἡ Παρθένος δέν τηροῦσε αὐτή τή στάση καμιά πιά ἐλπίδα δέ θά ἀπέμενε στόν ἄνθρωπο».


Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, γιά τήν προσπάθεια καί τά κατορθώματα τῆς Παρθένου, λέγει: «Ἐχρειάστηκε νά ἀγωνισθεῖ διά πολλοῦ χρόνου ἡ Παναγία, γιά νά φθάσει τήν χωρίς περαιτέρω ἄκραν ἁγιότητα. Καί τό θαυμαστόν εἶναι ὅτι παρουσίασεν ἀπό τήν νηπιακήν της ἀκόμα ἡλικία, ὄχι ἁπλῶς ὥριμη κρίση, ἀλλά θά λέγαμε ἀγγελική, ὥστε νά βρεῖ σάν φυσικό νά ἐγκαταλείψει τούς γονεῖς της καί ὅ,τι τή συνέδεε μέχρι τήν ἡλικία τῶν τριῶν ἐτῶν καί νά προσδράμει πρός τόν ἀρχιερέα, γιά νά εἰσαχθεῖ στά Ἅγια τῶν Ἁγίων». Καί σ’ ἄλλο μέρος, ὁ ἴδιος, γράφει: « Καί λοιπόν ὅσα χαρίσματα ἐμοιράσθησαν σ’ ὅλους τούς ἀπ’ αἰῶνος ἁγίους καί ὄσα ἀξιώματα ἔλαβον ὅλοι ὁμοῦ οἱ τοῦ Θεοῦ φίλοι, τόσον οἱ ἄγγελοι ὅσον καί οἱ ἄνθρωποι, ὅλα αὐτά τά ἐσύναξεν εἰς τόν ἑαυτό της ἡ Παρθένος καί μοναχή ἔχει τά προνόμια πάντων. Καί ὄχι μόνο τοῦτο, ἀλλά καί περισσεύει ἀκόμη ἀπό αὐτά τόσον ἀσυγκρίτως, ὥστε νά ὑπερεκχέει εἰς ἐκείνους ὅπου τήν τιμοῦν δαψιλεῖς καί πλουσίας τάς χάριτας».


Μελετώντας τή θεάρεστη ζωή τῆς Παρθένου Μαρίας ἀντιλαμβανόμαστε ὅτι αὐτή ὑπῆρξε μιά σύνθεση θείας χάρης καί ἀνθρώπινης βούλησης. Τό προπατορικό ἁμάρτημα ἔμεινε μέσα της ἀνενέργητο ἐπειδή ἡ ἴδια εἶχε τό νοῦ της στραμμένο στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί γιά τοῦτο ξεχώρισε ἀπό τίς ἄλλες παρθένες καί ἀνάπτυξε τέτοια χαρίσματα πού ξεπέρασε τούς πάντες καί τά πάντα. Καί ὅπως λέγει καί ὁ ἅγιος Ἐπιφάνιος: « Θεοῦ μόνου ἐξῃρημένου, ὑπερτέρα πάντων ἡ Παναγία Παρθένος» καί γι’ αὐτό εἶναι ἄξια κάθε τιμῆς.


Καί ἡ ὀρθόδοξή μας Ἐκκλησία γιά νά δοξάσει τό Θεό καί νά τιμήσει τήν Παρθένο, ὅρισε τό Θεομητορικό κύκλο τῶν ἑορτῶν καί δίνεται ἡ εὐκαιρία σέ κάθε πιστό νά συμμετέχει πανηγυρικά λατρεύοντας τό Θεό καί τιμώντας τήν Παναγία πού ἔγινε αἰτία τῆς σωτηρίας μας.


Ἔτσι γιά μᾶς τούς Ὀρθόδοξους χριστιανούς ἡ Παναγία Μητέρα τοῦ Ἰησοῦ εἶναι, μετά Θεόν, τό πιό ἱερό πρόσωπο, τό πιό ἅγιο, τό πιό λατρευτό. Ὅπως λέγει καί ἕνας Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας: « Ἡ Παρθένος ὡς Θεομήτωρ ἐξόχως τῶν ἄλλων ἁπασῶν τιμητέα καί θαυμαστέα». Αὐτό εἶναι μιά πραγματικότητα καί φαίνεται ἀπό τό πλῆθος τῶν ναῶν πού εἶναι ἀφιερωμένοι στό ὄνομά της, ἀλλά καί ἀπό τά πλήθη τῶν πιστῶν πού συρρέουν στούς ναούς τίς μέρες πού γιορτάζει. Γι’ αὐτό καί ἐμεῖς, μ’ αὐτή τή μικρή μας προσπάθεια, θέλουμε ὁλόψυχα νά τιμήσομε τήν Παναγία Μητέρα τοῦ Λυτρωτῆ μας, παρουσιάζοντας τά διάφορα στάδια τῆς ζωῆς της, ἔτσι πού νά ἒχουν οἱ ἁπλοί χριστιανοί μας μιά ὀρθόδοξη εἰκόνα. Μιά εἰκόνα παρμένη ἀπό τή συλλογή τῆς ὀρθόδοξης Παράδοσης, πού ζωγράφισε ὁ κάλαμος τῶν θεοφόρων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, γιά νά γνωρίζουν καί νά τιμοῦν ὀρθόδοξα τήν Παρθένο καί Θεοτόκο Μαρία.


Ἐπειδή οἱ αἱρετικοί, τέκνα τοῦ διαβόλου, φθονοῦν τή δόξα τῆς Θεοτόκου, μέ μανία προσπαθοῦν νά την μειώσουν καί νά τή ρίξουν στά μάτια τῶν πιστῶν μέ διάφορες συκοφαντίες. Αὐτές τίς συκοφαντίες τίς ἀνατρέπουμε μέ ἐπιχειρήματα καί ἀποδείξεις, γιά νά στερεώνονται οἱ πιστοί καί νά καταισχύνονται οἱ μισαλλόδοξοι αἱρετικοί, χιλιαστές καί ἄλλοι.

Γιά μᾶς ἡ Παρθένος Μαρία
« Εἶναι ἡ κλῖμαξ τῆς ζωῆς·
ἡ βίβλος τῶν ἀρρήτων·
εἶναι ὁ θρόνος τοῦ Θεοῦ·
καί κύλιξ (δοχεῖο)τῶν χαρίτων»
(Κ. Καλλίνικος)



1. ΠΡΟΤΥΠΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΑΡΘΕΝΟΥ ΣΤΗΝ ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ

Συνήθως ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἔχουμε μόνο ἱστορία. Μόνο ὁ Χριστός καί ἡ παναγία μητέρα Του ἔχουν προϊστορία. Δηλαδή, πρίν γεννηθοῦν γινότα ἀναφορά σ’ αὐτούς καί στό ἔργο πού θά ἐπιτελοῦσαν ὅταν θά ἔρχονταν στή ζωή αὐτή. Γι’ Αὐτούς μίλησαν οἱ Προφῆτες, ἀλλά καί στή ζωή τῶν Ἑβραίων, καί κυρίως στή λατρευτική τους ζωή, πολλά πράγματα συμβόλιζαν τό Χριστό καί τήν Παρθένο Μαρία πού θά γινόταν Μητέρα Του.


Ἐπειδή ἐδῶ τό θέμα μας εἶναι ἡ Παρθένος, θά μᾶς ἀπασχολήσουν οἱ προτυπώσεις πού ἀναφέρονται σ’ Αὐτήν. Ὅπως φαίνεται ἀπό τά πράγματα, ἡ Παναγία μας ἦταν περιεχόμενο ἀλλά καί κορυφή τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης.


Ἔτσι στό πρῶτο βιβλίο τῆς Γραφῆς, συναντοῦμε τόν πρῶτο συμβολισμό. Μετά τήν παράβαση τοῦ Ἀδάμ, ὁ Κύριος διαλέγεται μέ τούς παραβάτες καί ἰδού τί λέγει στό φίδι: « Καί ἔχθραν θήσω ἀναμέσον σου καί ἀναμέσον τῆς γυναικός, καί ἀναμέσον τοῦ σπέρματός σου καί ἀναμέσον τοῦ σπέρματος αὐτῆς, καί αὐτός σού τηρήσει τήν κεφαλήν, καί τηρήσεις αὐτοῦ τήν πτέρναν» . Ἡ γυναῖκα τῆς ὁποίας τό σπέρμα θά συντρίψει τήν κεφαλή τοῦ φιδιοῦ, τοῦ διαβόλου, εἶναι ἡ Παρθένος Μαρία καί τό σπέρμα της ὁ Χριστός.


Ἡ Παρθένος συμβολίζεται, σάν κλίμακα πού φθάνει μέχρι τόν οὐρανό. Λέγει ὁ Πατριάρχης Ἰακώβ: «Καί ἐνυπνιάσθην καί ἰδού κλῖμαξ ἐστιριγμένη ἐν τῆ γῆ, ἧς ἡ κεφαλή ἀφικνεῖτο εἰς τόν οὐρανόν, καί οἱ ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ ἀνέβαινον καί κατέβαινον ἐπ’ αὐτῆς».


Σάν βάτος πού καιγόταν καί δέν κατακαίγοταν. Ο Μωϋσῆς ἔβλεπε τή βάτο νά καίεται χωρίς νά καταστρέφεται.« καί ὁρᾶ ὅτι ἡ βάτος καίεται πυρί καί ἡ βάτος οὐ κατεκαίετο».


Σάν στάμνα:« Καί εἶπεν Μωϋσῆς πρός τόν Ἀαρών: λάβε στάμνον χρυσοῦν καί βάλε εἰς αὐτόν πλῆρες τό γομόρ τοῦ μάννα καί ἀποθήσεις αὐτό ἐναντίον τοῦ Θεοῦ εἰς διατήρησιν εἰς τάς γενεάς ἡμῶν» . Ἡ χρυσή στάμνα τήν Παναγία συμβόλιζε.


Σάν πύλη: Ἡ Παρθένος παρομοιάζεται ἀπό τόν προφήτη Ἰεζεκιήλ σάν πύλη ἀπ’ ὅπου θά περάσει μόνον ὁ Κύριος καί κανένας ἄλλος καί θά μείνει κλειστή, δηλαδή, θά μείνει παρθένος αἰώνια.


« Καί εἶπεν Κύριος πρός με. Ἡ πύλη αὕτη κεκλεισμένη ἔσται, οὐκ ἀνοιχθήσεται καί οὐδείς μή διέλθει δι’ αὐτῆς, ὅτι Κύριος ὁ Θεός τοῦ Ἰσραήλ εἰσελεύσεται δι’ αὐτῆς καί ἔσται κεκλεισμένη».


Καί ὁ Δανιήλ ὁ Προφήτης τήν Παρθένο Μαρία ἐννοοῦσε, ὅταν ἔβλεπε ἕνα μεγάλο ὄρος ἀπό τό ὁποῖο κόπηκε, χωρίς ἀνθρώπινο χέρι, ἕνας λίθος πού σύντριψε ὅλες τίς βασιλεῖες.


Ὁ Νικόλαος ὁ Καβάσιλας γιά τό θέμα αὐτό λέγει τά ἑξῆς:« Κι ἄν ὑπῆρχε κάτι πραγματικά σεβαστό, ὅπως ἡ Σκηνή, ἡ Κιβωτός καί τά ἱερά στρατόπεδα τοῦ Μωϋσῆ καί ὅλα ἐκεῖνα γιά τά ὁποῖα ὑπερηφανεύοντο οἱ Ἑβραῖοι, πέραν ἀπό τά ὀνόματά τους τό θαῦμα τῆς Παρθένου ἐσυμβόλιζαν.» Ὅλα ὅσα ἐγίνονταν στήν Παλαιά Διαθήκη προετοίμαζαν τό λαό γιά τό σωτήριο γεγονός τῆς ἔλευσης τοῦ Μεσσία καί συνεπῶς ἡ Παρθένος δέν ἔλειπε ἀπό τά γεγονότα καί σύμβολα τῆς ἐποχῆς.


Ἀκόμα καί αὐτός ὁ ναός τῶν Ἱεροσολύμων καί τά Ἅγια τῶν Ἁγίων τήν Παρθένο προεικόνιζαν. Καταλήγομε μέ τόν ἅγιο Δαμασκηνό πού λέγει: « ἡ Παρθένος εἶναι ἡ κορυφή καί τό τέλος τῆς Π. Διαθήκης καί σ’ αὐτήν ἀναφέρονται ὅλες οἱ προεικονίσεις καί προτυπώσεις καί προφητεῖες.»


Γιατί ὅμως ὅλες αὐτές οἱ προτυπώσεις, οἱ συμβολισμοί καί οἱ προφητεῖες γιά τήν Παρθένο Μαρία; Ἔγινε ὅλη αὐτή ἡ προσπάθεια, γιά νά καταλάβει ὁ αἰχμάλωτος στήν ἁμαρτία κόσμος, ὅτι ὁ Θεός θά τηρήσει τήν ὑπόσχεση Του γιά σωτηρία, πού εἶχε δώσει στόν Ἀδάμ καί τήν Εὔα. Ἤθελε ὁ πανάγαθος Θεός νά δώσει στό γένος τῶν ἀνθρώπων τήν ἐλπίδα γιά σωτηρία, νά μήν ἀπαγοητευτοῦν, ἀλλά καί νά συμβάλουν καί οἱ ἄνθρωποι μέ τή δική τους προθυμία στήν ἐλευθερία τους ἀπό τά δεσμᾶ τοῦ διαβόλου ὑπακούοντας στίς ὑποδείξεις τοῦ Θεοῦ τους πού ἦταν ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν Του.


Ὅλα ἐκεῖνα τά θαυμαστά πού συνέβαιναν στή Παλαιά Διαθήκη καί συμβόλιζαν τήν Παρθένο, προέρχονταν ἀπό τή σοφία, τήν παντογνωσία καί τήν παντοδυναμία τοῦ Κυρίου, ὁ Ὁποῖος σάν παντογνώστης γνώριζε ὅτι ὁ κόσμος θά κατέληγε στήν ἁμαρτία καί στή δυστυχία, ἐνῶ τόν ἔπλασε γιά τήν εὐτυχία. Γι’ αὐτό προγνωρίζοντας τήν Παρθένο, ὅτι θά εἶναι ὁ μοναδικός ἄνθρωπος στόν ὁποῖο θά μποροῦσε νά βασιστεῖ γιά τήν ἀνάπλαση τοῦ κόσμου, τή διάλεξε,τή σημάδεψε καί τήν προήγγειλε μέ διάφορους συμβολισμούς τούς ὁποίους εἴδαμε πιό πίσω.


Κατόπιν ὅλων αὐτῶν τῶν συμβολισμῶν καί παρομοιώσεων πού ἀναφέραμε φαίνεται πώς ἡ Παρθένος Μαρία εἶχε σπουδαία προϊστορία καί ξεχωριστή θέση στό σκηνικό τοῦ κόσμου καί ἡ ἀνωτερότητά της ξεπερνᾶ καί τίς ἀγγελικές δυνάμεις.


2. Η ΣΥΛΛΗΨΗ ΚΑΙ Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΗΣ ΠΑΡΘΕΝΟΥ

Τή Σύλληψη τῆς Παρθένου γιορτάζει ἡ Ἐκκλησία μας στίς 9 τοῦ Δεκέμβρη καί τή Γέννησή της στίς 8 τοῦ Σεπτέβρη.


Τίς πληροφορίες γιά τά γεγονότα αὐτά τίς ἔχομε ἀπό τό « Πρωτοευαγγέλιο τοῦ Ἰακώβου» καί μέ βάση αὐτές τίς πληροφορίες γράφτηκαν καί οἱ σχετικές ἀκολουθίες τῶν Θεομητορικῶν ἑορτῶν.


Πρίν ἀναφερθοῦμε στά γεγονότα θά πρέπει νά ποῦμε δυό λόγια γιά τούς γονεῖς τῆς Παρθένου Μαρίας ἤ Μαριάμ. Ὁ Ἰωακείμ καί ἡ Ἄννα, οἱ γονεῖς τῆς Παρθένου, ἦσαν πλούσιοι, ἀλλά καί εὐσεβεῖς καί θεοφοβούμενοι. Δέν εἶχαν παιδί καί αὐτό τούς στενοχωροῦσε πάρα πολύ. Σέ μιά μεγάλη γιορτή πῆγαν πρῶτοι στό ναό γιά νά προσφέρουν τά δῶρα τους, ἀλλά οἱ ἱερεῖς δέν τό ἐπέτρεψαν αὐτό,γιατί ἦταν ἄτεκνοι καί ἡ ἀτεκνία ἦταν ὄνειδος γι’ αὐτούς. Εἶπαν οἱ ἱερεῖς στόν Ἰωακείμ:« οὐκ ἔξεστίν σοι πρῶτος προσενεγκεῖν τά δῶρά σου, καθ’ ὅτι σπέρμα οὐκ ἐποίησας ἐν τῷ Ἰσραήλ» δηλαδή, δέ σοῦ ἐπιτρέπεται νά προσφέρεις πρῶτος τά δῶρα σου, ἐπειδή δέν ἐγέννησες παιδί. Τά λόγια αὐτά σάν μαχαίρι ἔσχισαν τήν καρδιά τοῦ Ἰωακείμ. Ἀναφέρει τό Πρωτοευαγγέλιο: « ἐλυπήθη σφόδρα καί λέγων ἐν ἑαυτῷ δέ θά φάγω οὔτε θά πίω μέχρι πού νά μέ ἐπισκεφθεῖ ὁ Θεός», καί ἀνεχώρησε στήν ἔρημο καί ἡ Ἄννα γιά τό σπίτι της. Ἄρχισαν ὁ καθένας ἀπό τό μέρος του νά πολιορκοῦν τό Θεό μέ τίς νηστεῖες καί τίς προσευχές νά τούς σπλαχνιστεῖ καί νά τούς χαρίσει παιδί, γιά νά φύγει τό ὄνειδος τῆς ἀτεκνίας ἀπό τό σπιτικό τους. Καί ό Κύριος, πού πάντα ἀκούει τίς προσευχές αὐτῶν πού μέ θερμή πίστη τόν ἐπικαλοῦνται, δέν ἦταν δυνατό νά μήν ἀκούσει καί τίς προσευχές τῶν δικαίων Ἰωακείμ καί Ἄννας. Ἔτσι στίς 40 ἡμέρες τοῦ πνευματικοῦ τους ἀγώνα, ὁ Κύριος ἀπέστειλε ἄγγελο στήν ἔρημο καί εἶπε στόν Ἰωακείμ ὅτι ὁ Κύριος θά ἐκπληρώσει τήν ἐπιθυμία του.


Ταυτόχρονα τό χαρμόσυνο μήνυμα δι’ ἀγγέλου ἔφτασε καί στήν Ἄννα, ὅπως διηγεῖται τό «Πρωτοευαγγέλιο τοῦ Ἰακώβου» : « Καί ἰδού ἄγγελος Κυρίου ἐπέστη λέγων αὐτῇ: Ἄννα, Ἄννα, ἐπήκουσε Κύριος τῆς δεήσεώς σου, καί συλλήψει καί γεννήσεις καί λαληθήσεται τό σπέρμα σου ἐν ὅλῃ τῇ οἰκουμένη καί εἶπεν Ἄννα, ζῆ Κύριος ὁ Θεός μου, ἐάν γεννήσω εἴτε ἄρρεν εἴτε θῆλυ, προσάξῳ αὐτῷ δῶρον Κυρίῳ τῷ Θεῷ μου καί ἔσται λειτουργοῦν αὐτῷ πάσας τάς ἡμέρας τῆς ζωῆς αὐτοῦ». Δηλαδή, ὑπόσχεται ἡ Ἄννα ὅτι αὐτό πού θά γεννήσει, ἀγόρι ἤ κορίτσι, θά τό ἀφιερώσει στό Θεό, γιά νά τόν ὑπηρετεῖ διά βίου. Αὐτή τήν ὑπόσχεση τήν τήρησε ἡ Ἄννα, ὅπως θά δοῦμε στή συνέχεια.


Στό μεταξύ ὁ Ἰωακείμ ἐπιστρέφει στό σπίτι μέ τά κοπάδια του καί ἡ Ἄννα, πού ἔμαθε ἀπό τόν ἄγγελο τόν ἐρχομό τοῦ ἄνδρα της, βγῆκε νά τόν ὑποδεχτεῖ. Μόλις ἔφτασε ὁ Ἰωακείμ, ἡ Ἄννα κρεμάστηκε στό λαιμό του λέγοντας: « Τώρα ξέρω καλά ὅτι ὁ Κύριος, ὁ Θεός, μοῦ ἔδωσε πλούσια τήν εὐλογία Του...». Βέβαια τό εὐλαβές ἀνδρόγυνο δέν παρέλειψε νά ἐκφράσει τήν εὐγνωμοσύνη του πρός τόν Κύριο, προσφέροντας τά δῶρα του στό Ναό.


Δέν ἄργησε νά συλλάβει ἡ Ἄννα· στήν κοιλιά της πλέον σκιρτᾶ ἡ ζωή, ἡ νέα Εὔα πού θά γίνει ἡ μητέρα τῆς πραγματικῆς ζωῆς καί τῆς εὐτυχίας. Αὐτή ἦταν ἡ ἀμοιβή τῶν κόπων τους καί τῆς εὐλάβειάς τους πρός τό Θεό, ὁ καρπός τῶν ἔργων τους, γιά τόν ὁποῖο ὁ ἱερός Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός γράφει: « Ποιός καρπός θά μποροῦσε νά θεωρηθεῖ μεγαλύτερος, ἀφοῦ δέν ἦταν ἁπλό γέννημα τῆς φύσεως τό τέκνο σας, ἀλλ’ ὑπῆρξεν ἔργο τῆς ἀρετῆς καί τῆς προσευχῆς σας;»


Κυοφόρησε ἡ εὐλογημένη Ἄννα ἐννιά μῆνες , ὅπως ὅλες οἰ γυναῖκες, καί στόν ἔνατο μῆνα ἔφερε στόν κόσμο μιά χαριτωμένη παιδούλα. Ὁ Κωνσταντῖνος Καλλίνικος βάλλει στό στόμα τῆς Ἄννας τούς πιό κάτω στίχους.

«Κόρην Θεέ τῶν οἰκτιρμῶν,
μοι ἔδωσες γλυκείαν
κόρην, ἧς γῆ καί οὐρανός,
δέ θά ίδοῦν ὁμοίαν» (Θεοτοκιάς).

Σίγουρα καμιά ἄλλη δέ θά γεννηθεῖ στή γῆ σάν τήν Παρθένο Μαρία πού νά μήν ἔχει κανένα ψεγάδι.
Στήν κόρη της ἡ Ἄννα ἔδωσε τό ὄνομα Μαριάμ καί φρόντιζε νά τήν ἀνατρέφει σύμφωνα μέ τό νόμο τοῦ Θεοῦ.
Αὐτά εἶναι σέ συντομία τά γεγονότα τῆς σύλληψης καί τῆς γέννησης τῆς Παρθένου.


Θά θέλαμε ἐδῶ νά ἀπευθυνθοῦμε στά ζευγάρια πού δέν ἔχουν γεννήσει παιδί ἀκόμα, νά μήν ἀπαγοητεύονται, ἀλλά νά καταφεύγουν μέ πίστη στό Θεό καί νά ζοῦν σύμφωνα μέ τό θέλημά Του, ὅπως ὁ Ἰωακείμ καί ἡ Ἄννα.


3. ΤΑ ΕΙΣΟΔΙΑ ΤΗΣ ΠΑΡΘΕΝΟΥ ΣΤΟ ΝΑΟ.

Τίς πληροφορίες καί τά στοιχεῖα γιά τό γεγονός τῆς εἰσόδου τῆς Παρθένου στό ναό τίς ἔχουμε πάλιν ἀπό τό «Πρωτοευαγγέλιο τοῦ Ἰακώβου». Τά στοιχεῖα αὐτά τά ξεκαθάρισε καί τά ἐβεβαίωσε ἡ συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας μέ τό πέρασμα τοῦ χρόνου καί τά υἱοθέτησαν ὅλοι οἱ Πατέρες μέ μεγάλο κῦρος στήν Ἐκλησία.


Σύμφωνα μέ τίς πληροφορίες αὐτές, κάποτε εἶχε φθάσει ὁ χρόνος νά ἐκπληρώσουν τό τάμα τους ὁ Ἰωακείμ καί ἡ Ἄννα. Νά ἀφιερώσουν δηλαδή τή μικρή κόρη στό Θεό, ὅπως εἶχαν ὑποσχεθεῖ. Καί ἐδῶ εἶναι πού πρέπει νά θαυμάζει κανείς τήν πίστη τοῦ ἀνδρογύνου· Μιά καί μοναδική κόρη εἶχαν κι ὅμως δέ σκέφτηκαν ὅπως θά σκεφτόταν κάθε θνητός. Πιστοί στό Θεό τοῦ τήν ἀφιέρωσαν σάν δικό του δημιούργημα μέ τήν πίστη ὅτι Αὐτός θά κάνει ὅ,τι καλύτερο. Αὐτό φανερώνει ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη καί ἀγάπη στό Θεό. Αὐτή ἡ πίστη πρέπει νά κυριαρχεῖ στίς σκέψεις καί στίς ψυχές ὅλων μας, πρός τό δικό μας συμφέρον.


Ἔφτασε ἡ ἡμέρα πού ἡ μικρή Μαριάμ θά ἀναχωροῦσε γιά τό ναό. Ἔκλεισε τά τρία χρόνια καί ὅλα ἦταν ἕτοιμα γιά τό ξεκίνημα. Ἀλλά ἄς ἀφήσομε τόν Θεοφύλακτο Βουλγαρίας νά μᾶς διηγηθεῖ τά γεγονότα, σύμφωνα πάντοτε μέ τήν ἀρχαία Παράδοση, πού γνώρισε πολύ καλά. Λέγει λοιπόν: « Μετά λαμπρᾶς πομπῆς ἐξάγεται μέν τῆς οἰκίας μετ’ εὐφημίας. Πάντων κροτούντων τά ἐξιτήρια, ἅπαν δέ τό συγγενικόν καί γειτονικόν καί ὅσον κατά φιλίας δεσμός τοῖς γονεῦσι ταύτης συνείποντο. Κόραι δέ καί νεάνιδες αὐτῆ τῇ τοῦ Θεοῦ παιδί συνμπροσήεισαν, οἷόν τις κύκλος ἀστέρων τῇ σελήνῃ συνυποφαίνων». Μέ λαμπρή συνοδεία ἀπό συγγενεῖς καί φίλους καί παρθένες πού κρατοῦσαν λαμπᾶδες ἀναμμένες ξεκίνησε ἡ μικρή Μαρία γιά τό ναό, μιά πομπή πού, κατά τό Θεοφύλακτο, ἔμοιαζε μέ ἀστέρια πού λάμπουν γύρω ἀπό τή σελήνη. Ὅλη αὐτή ἡ συνοδεία πήγαιναν μέ τά πόδια στό ναό, γιατί ὅπως λέγει ὁ Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός ἦταν κοντά:« Γεννᾶται μάλιστα(ἡ Μαρία) εἰς τόν οἶκον τοῦ Ἰωακείμ, πού ἦτο εἰς τήν προβατικήν πύλην καί προσφέρεται εἰς τό Ἱερόν...».


Ὁ δέ Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ἀναφερόμενος στή συμπεριφορά τῆς μικρῆς Μαρίας, λέγει:« Καί ἐπροσφέρετο, ὄχι δεκατεσσάρων χρόνων ἤ εἴκοσι, ἀλλά τριῶν μόνον, ὅπου χθές καί προχθές ἀφῆκε τό μητρικό γάλα... ὅταν ἔφθασεν εἰς τά προπύλαια τοῦ ναοῦ, ἐπειδή αἱ εὐγενικαί κόραι καί λαμπαδηφόροι νεάνιδες τήν περιεκύκλωσαν καί μέ μίαν μεγαλοπρεπῆ πομπή καί εὔτακτον κοσμιότητα τήν προέπεμπον εἰς τά Ἅγια τῶν Ἅγίων, τότε ἡ Παρθένος ἐφάνη νά ἐκατάλαβε πολύ καθαρά, τόσον τά εἰς αὐτήν γενόμενα, ὅσον καί τά μέλλοντα εἰς αὐτήν γενέσθαι καί δι’ αὐτήν τελεσθῆναι μυστήρια. Βλέπουσα μέ ἕνα σχῆμα καί ἦθος καί φρόνημα πολύ σταθερόν καί μέ τόσην εὐταξίαν ἀνάμεσα εἰς τάς ἄλλας παρθένους ἐπορεύετο ὅπου δέν ἦτο δυνατόν νά τό φανερώση τινάς. Ὕστερον δέ συγκεράσασα τό τακτικόν περπάτημα μέ τήν προθυμίαν καί ὁλίγον γρηγορότερα περπατοῦσα, ἐπροσπέρασεν ὄλον τόν χορόν τῶν παρθένων ἐκείνων, διά νά πληρωθῆ τό ψαλμικό:« Ἀπενεχθήσονται τῷ βασιλεῖ παρθένοι ὁπίσω αὐτῆς, αἱ πλησίον αὐτῆς ἀπενεχθήσονται εἰς ναόν Βασιλέως». Ἐπειδή καί ὁ Ἀρχιερεύς εὐγῆκε νά τήν προϋπαντήση καί τῆς εἶπεν βέβαια τό προφητικόν ἐκεῖνο:« Ἄκουσον θύγατερ καί ἴδε καί κλῖνον τό οὖς σου καί ἐπιλάθει τοῦ λαοῦ σου καί τοῦ οἴκου τοῦ πατρός σου καί ἐπιθυμήσει ὁ βασιλεύς τοῦ κάλλους σου».


Τότε ἡ Παρθένος ἐστάθη πολλά σεμνοπρεπῶς καί ἀνασηκώθη ὀλίγον διά νά τά ἀκούει, παρευθύς δέ παραιτήσασα ὅλους καί γονεῖς καί ἀνατροφούς καί συνηλικιώτιδας καί παραμερίσασα τό πλῆθος τῶν παρθένων μοναχή ἀπ’ ὅλας φαιδρά φαιδρῶς ἔρχεται κοντά στόν Ἀρχιερέα. Καί αὐτόν μόνον ἔβλεπε μέ ἕνα γλυκύτατον ὄμμα καί χαριέστατον καί μέ ὅσα σχήματα ἠδύνατο νά κάμει κατά τήν ἡλικίαν καί μέ ὅσα ψελίσματα ἠμπορεῖ νά ὁμιλήσει ἐβεβαίωνε τήν πρός τόν Θεόν αὐτῆς ὁλόκληρον ἀφιέρωσιν». Συνεχίζοντας ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, περιγράφει καί τή συμπεριφορά τῆς μικρῆς Μαρίας μέσα στό ναό σάν ἦταν ἐκεῖ: « Εἰσῆλθεν λοιπόν ἡ Παρθένος εἰς τά Ἅγια τῶν Ἁγίων καί παρευθύς ὅπου εἶδεν τριγύρω ἐχάρη κατά πολλά πώς εὗρεν τοιοῦτον καταγώγιον ἄξιον καί ἁρμόδιον διά λόγου της. Ὅθεν διά μέσου τοῦ κάλλους τῶν ὁρωμένων Ἁγίων ἀναβιβάσασα τόν νοῦν της πρός τό ἀόρατο τοῦ Θεοῦ κάλλος, πλέον δέν ἐστοχάζετο κανένα τερπνόν καί γήϊνον πρᾶγμα. Διά τοῦτο ἔγινεν ἀνωτέρα ἀπό τάς φυσικάς ἀνάγκας τοῦ σώματος, ἀπό τάς ἡδονάς τῶν αἰσθήσεων...».


Ὁ δέ Θεοφύλακτος, ἀναφερόμενος στόν Ἀρχιερέα, λέγει: « Ὁ δέ Ἀρχιερεύς τότε δή μᾶλλον ἐκστάς ἑαυτοῦ καί ὑπό Θεοῦ ληφθείς, κατεῖδε μέν τήν παῖδα θείων χαρίτων ἀληθῶς καταγώγιον ἀξίαν δέ μᾶλλον ἤ αὐτός τῷ τοῦ Θεοῦ Προσώπῳ διά παντός ἐμφανίζεσθαι». Δηλαδή, ὁ Ἀρχιερέας ἦλθε σέ ἔκσταση καί εἶδε τά πολλά χαρίσματα τῆς κόρης καί κατάλαβε, πώς αὐτή ἔπρεπε νά ἐμφανίζεται ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ παρά ἐκεῖνος.


Ἔτσι, μέσα στό Ναό ἡ μικρή Μαρία ἀκούοντας τήν τακτική ἀνάγνωση τῶν Γραφῶν καί προσέχοντας τά ὅσα ἐγίνονταν ἐκεῖ, ἔγινε κατά τόν ἱερό Δαμασκηνό:« ὡς ἐλαία κατάφορτη καρπούς». Ἔγινε τέλειο δοχεῖο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἕτοιμη γιά νά συνεργαστεῖ μέ τό Θεό γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου, ἕτοιμη νά δεχθεῖ στήν εὐλογημένη κοιλία της τό Λυτρωτή, τό Μεσσία πού τόσο νοσταλγοῦσε ὁ λαός τοῦ Θεοῦ.


Τό «Πρωτοευαγγέλιο» λέγει ὅτι ἡ Μαρία μέσα στό ναό τρεφόταν ἀπό ἄγγελο Κυρίου: « Ἡ δέ Μαρία ζοῦσε μέσα στό Ναό τοῦ Κυρίου τρεφόμενη σάν περιστέρι καί ἔπαιρνε τήν τροφή της ἀπό τό χέρι ἀγγέλου».


Αὐτά γιά τά Εἰσόδια τῆς Θεοτόκου. Στή συνέχεια θά δοῦμε τή Μνηστεία τῆς Παρθένου μέ τόν Ἰωσήφ.



4. Η ΜΝΗΣΤΕΙΑ ΤΗΣ ΠΑΡΘΕΝΟΥ

Γιά τή μνηστεία τῆς Παρθένου μέ τόν Ἰωσήφ, ἀναφέρει πολύ σύντομα ὁ Εὐαγγελιστής Ματθαῖος τά ἑξῆς: « Τοῦ δέ Ἰησοῦ ἡ γέννησις οὕτως ἦν. Μνηστευθείσης τῆς μητρός αὐτοῦ Μαρίας τῷ Ἰωσήφ. » Εἶναι γεγονός ἀναμφισβήτητον ἡ μνηστεία τῆς Μαρίας μέ τόν Ἰωσήφ καί ἔγινε σύμφωνα μέ τόν Ἰουδαϊκό νόμο. Ἡ μνηστεία τότε ἦταν οὐσιώδη πράξη καί προκαταρτικό τοῦ γάμου, ἄν καί διακρινόταν ἀπό αὐτόν. Ἔπρεπε ἕνας ἰουδαϊκός γάμος νά γίνει μεταξύ ἀτόμων τῆς ἴδιας φυλῆς, γιά λόγους πού φανερώνονται στό κείμενο τῆς Γραφῆς, ὅπως αὐτό: « Οἱαδήποτε νέα ἀνήκουσα εἰς τάς Ἰσραηλιτικάς φυλάς πού γίνεται κάτοχος κληρονομίας, πρέπει νά λάβει ἄνδρα ἀπό οἰκογένειαν ἀνήκουσαν εἰς τήν προγονικήν της φυλήν, οὕτως ὥστε ἕκαστος τῶν Ἰσραηλιτῶν νά κρατήσει τήν προγονικήν του κληρονομίαν». Καί ἡ Μαρία ἔπρεπε νά ἀκολουθήσει τό νόμο αὐτό.


Ὅταν ἡ Παρθένος ἔγινε 15 χρόνων, εἶπαν οἱ ἱερεῖς ὅτι ἒπρεπε νά βγεῖ ἀπό τό Ναό. Ἀρχιερέας τότε ἦταν ὁ Ζαχαρίας, ὁ πατέρας τοῦ Προδρόμου.


Ὁ Ἀρχιερέας, (ὁ Ζαχαρίας) προσευχήθηκε στόν Κύριο νά τοῦ ὑποδείξει τρόπο νά λύσει τό πρόβλημα αὐτό. Ὁ Κύριος ὑπέδειξε τόν Ἰωσήφ, πού ἦταν χῆρος, ἀπό τή φυλή τῆς Παρθένου, ἀλλά καί συγγενής της. Αὐτό ἦταν ἔργο τῆς θείας Πρόνοιας, γιά νά διαφυλαχτεῖ ἡ Κόρη, ὅταν θά γινόταν γνωστή ἡ ἐγκυμοσύνη της. Ὁ νόμος ὅριζε ὅτι κάθε γυναῖκα πού ἔσμιγε μέ ἄνδρα πρίν τό γάμο της ἔπρεπε νά λιθοβολιθεῖ. Εἶναι ξεκάθαρο ὅτι ὁ ἀρραβώνας τῆς Μαρίας μέ τόν Ἰωσήφ εἶχε σκοπό τή διαφύλαξη τῆς Κόρης. Καί σ’ αὐτό συμφωνοῦν ὅλοι οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ὅτι ὁ ἀρραβῶνας τῆς Παρθένου μέ τόν Ἰωσήφ ἦταν σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιά τήν προστασία της. Σχετικά λέγει ὁ ἅγιος Ἐπιφάνιος: «Οὐχ ἕνεκα τοῦ ζευχθῆναι αὐτῷ (τῆ Μαρία), ἀλλ’ ὅπως διαφυλαχθείη εἰς μαρτύριον τῶν ἐσομένων. Πῶς γάρ ἠδύνατο ὁ τοιοῦτος γέρων παρθένον ἕξει γυναῖκα, ὤν ἀπό τῆς πρώτης γυναικός χῆρος τοσαῦτα ἔτη; ». Ὁ δέ ἅγιος Δαμασκηνός λέγει:« Ὅταν πλέον ἐνηλικιώθη ἡ Μαρία καί δέν μποροῦσε νά μείνει μέσα στό ναό, οἱ ἱερεῖς συμφώνησαν νά δώσουν τή Μαρία στόν Ἰωσήφ γιά νά τή φυλάει. Ἐπειδή παραμόνευε τάς παρθένους ὁ ἐχθρός τῆς σωτηρίας μας ἐξ αἰτίας τῆς προφητείας τοῦ Ἠσαΐου πού εἶπεν« Ἰδού ἡ Παρθένος ἐν γαστρί ἕξει καί τέξεται υἱόν κλπ», διά νά ἐξαπατήσει αὐτόν πού καμαρώνει διά τήν σοφίαν του ( τό διάβολο), μνηστεύεται ἡ Μαρία μέ τόν Ἰωσήφ... Ἡ μνηστεία τῆς Μαρίας ἦταν ἡ ἀσφάλεια της καί τό ξεγέλασμα αὐτοῦ πού παραμόνευε τάς παρθένους».


Καί ἄλλος ἱεράρχης, ὁ Γερμανός, γράφει: « Νεύματι Θεοῦ καί βουλῆ τῶν ἱερέων δίδοται περί αὐτῆς κλῆρος καί κατακληροῦται Ἰωσήφ ὁ δίκαιος καί τήν ἁγίαν Παρθένον οἰκονομικῶς ἐκ τοῦ ναοῦ τοῦ Θεοῦ παραλαμβάνει». Ὁ ἱεράρχης αὐτός μιλᾶ σύμφωνα μέ τήν ἀναφορά τοῦ Πρωτοευαγγελίου (10.1.)



5. Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ


Ἡ Ἐκκλησία μας γιορτάζει τό γεγονός τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Παρθένου στίς 25 Μαρτίου.


Ἡ ὑπόθεση τοῦ Εὐαγγελισμοῦ ἔχει ὡς ἑξῆς: Ἡ Παρθένος Μαρία φεύγει ἀπό τό Ναό προετοιμασμένη, ἐφοδιασμένη μέ σπάνιες ἀρετές ὅσο κανένας ἄνθρωπος, ἀκολουθεῖ τόν Ἰωσήφ, τό μνηστῆρα της, καί πηγαίνει στή Ναζαρέτ, 66 μίλια μακρυά ἀπό τήν Ἰερουσαλήμ. Ἐκεῖ στή Ναζαρέτ δέχεται τήν ἐπίσκεψη τοῦ Ἀρχαγγέλου Γαβριήλ, πού τῆς μετέφερε τό χαρμόσυνο μήνυμα τοῦ οὐρανοῦ, τόν ἐρχομό τοῦ Μεσσία πού μέ πολλή λαχτάρα περίμεναν οἱ Ἑβραῖοι... Τό χαρμόσυνο αὐτό γιά ὅλη τήν ἀνθρωπότητα μήνυμα δόθηκε στή Μαρία 6 μῆνες μετά πού ἡ Ἐλισάβετ συνέλαβε τόν Ἰωάννη τόν Πρόδρομο. Τή χαρμόσυνη αὐτή ἀγγελία πού δέχτηκε ἡ Μαρία ἀπό τόν ἄγγελο, τήν περιγράφει ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς ὡς ἑξῆς:


« Ἐν δέ τῷ μηνί τῷ ἔκτῳ ἀπεστάλη ὁ ἄγγελος Γαβριήλ ὑπό τοῦ Θεοῦ εἰς πόλιν τῆς Γαλιλαίας, ἧ ὄνομα Ναζαρέτ, πρός παρθένον μεμνηστευμένην ἀνδρί ᾧ ὄνομα Ἰωσήφ, ἐξ οἴκου Δαυΐδ, καί τό ὄνομα τῆς παρθένου Μαριάμ. Καί εἰσελθών ὁ ἄγγελος πρός αὐτήν εἶπε “Χαῖρε, κεχαριτωμένη ὁ Κύριος μετά σοῦ” εὐλογημένη σύ ’εν γυναιξίν. Ἡ δέ ἰδοῦσα διεταράχθη ἐπί τῷ λόγῳ αὐτοῦ, καί διελογίζετο ποταπός εἴη ὁ ἀσπασμός οὗτος. Καί εἶπεν ὁ ἄγγελος αὐτῇ “μή φοβοῦ, Μαριάμ” εὗρες γάρ χάριν παρά τῷ Θεῷ. Καί ἰδού συλλήψῃ ἐν γαστρί καί τέξῃ υἱόν, καί καλέσεις τό ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν. Οὖτος ἔσται μέγας καί υἱός ὑψίστου κληθήσεται, καί δώσει αὐτῷ Κύριος ὁ Θεός τόν θρόνον Δαυΐδ τοῦ πατρός αὐτοῦ, καί βασιλεύσει ἐπί τόν οἶκον Ἰακώβ εἰς τούς αἰῶνας, καί τῆς βασιλείας αὐτοῦ οὐκ ἔσται τέλος. Εἶπε δέ Μαριάμ πρός τόν ἄγγελον πῶς ἔσται μοι τοῦτο, ἐπεί ἄνδρα οὐ γινώσκω; Καί ἀποκριθείς ὁ ἄγγελος εἶπεν αὐτῇ Πνεῦμα Ἅγιον ἐπελεύσεται ἐπί σέ καί δύναμις ὑψίστου ἐπισκιάσει σοι διό καί τό γεννώμενον ἅγιον κληθήσεται υἱός Θεοῦ... εἶπε δέ Μαριάμ‧ ἰδού ἡ δούλη Κυρίου‧ γενοιτό μοι κατά τό ρῆμα σου. Καί ἀπῆλθεν ἀπ’ αὐτῆς ὁ ἄγγελος».


Εἶναι πολύ παραστατική καί ξεκάθαρη ἡ εἰκόνα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, ὅπως τήν περιγράφει ὁ Λουκᾶς καί μοιάζει κατά πολύ μέ τή διήγηση τῶν « Ἀποκρύφων» καί τήν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας. Μέ τήν ἀπάντηση τῆς Παρθένου, πρός τόν ἄγγελο, «ἰδού ἡ δούλη Κυρίου, ἄς γίνει ὅπως εἶπες», ἄρχισε νά ἐφαρμόζεται τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου μέ τή συμμετοχή τῆς ταπεινῆς καί ἐνάρετης κόρης τοῦ Ἰωακείμ καί τῆς Ἄννας.


Ἡ μαρτυρία αὐτή τοῦ Λουκᾶ πού ἀναφέρεται στό γεγονός τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Παρθένου Μαρίας, συμφωνεῖ μέ τήν ἀναφορά πού διαβάζουμε στό « Πρωτοευαγγέλιο τοῦ Ἰακώβου,» μέ τή διαφορά ὅτι στό κείμενο τοῦ τελευταίου ὑπάρχει περισσότερη λεπτομέρεια στά γεγονότα. Αὐτό δικαιολογεῖ τόν Καλλίνικο, πού λέγει ὅτι στά λεγόμενα «Ἀπόκρυφα» ὑπάρχουν μαργαρίτες σκεπασμένοι κάτω ἀπό σκουπίδια καί ἡ Ἐκκλησία τούς ἀνέσυρε καί τούς καθάρισε.


Πολλοί Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἐγκωμίασαν τήν Παρθένο γιά τήν ἀνταπόκρισή της καί τή συνεργασία της στό σχέδιο τοῦ Θεοῦ, καί κυρίως τήν ὑποταγή καί τήν ταπείνωσή της. Βέβαια δέν εἶναι τοῦ παρόντος νά ἐξετάσομε αὐτό τό μεγάλο ἔργο τῶν Πατέρων, ἀλλά θά μεταφέρομε ἕνα μικρό ἀπόσπασμα ἀπό τίς ὁμιλίες ἕνός θεολόγου τοῦ 14ου αἰῶνα, τοῦ Νικολάου Καβάσιλα, γιά κατατόπιση τῶν ἀναγνωστῶν μας. Σχολιάζοντας τή στάση τῆς Μαρίας στό ἄκουσμα τῆς παράδοξης ἀγγελίας ὅτι θά γεννήσει παιδί, γράφει ὁ Ν. Καβάσιλας: « Ἐνῶ τή μακαρία Παρθένο ὁ ἄγγελος τήν κάλεσε νά πραγματοποιήσει κάτι τό ἐντελῶς ἀσυνήθιστο, κάτι πού δέν ἦταν σύμφωνο μέ τήν ἀνθρώπινη φύση, πού ξεπερνοῦσε τή λογική κατανόηση... συγκέντρωσε τήν προσοχή της καί μέ ὅλη της τήν ἔνταση ἐξέταζε τό χαιρετισμό, ζητώντας νά μάθει μέ ἀκρίβεια τόσο τόν τρόπο τῆς κυήσεως ὅσο καί κάθε τι σχετικό... Γι’ αὐτό ζήτησε τήν ἐξήγηση γιά τό πρῶτο ἀπό τόν Γαβριήλ, ἐνῶ τό δεύτερο τό ἤξερε ἀπό τόν ἑαυτό της. Τό θάρρος πρός τό Θεό καί τήν παρρησία τά εὕρισκε πράγματι ἡ Παρθένος μέσα της, ἀφοῦ δέν εἶχε τήν καρδίαν της «καταγινώσκουσαν», ὅπως λέγει καί ὁ Ἰωάννης, ἀλλά « συνηγοροῦσαν».


Στή συνέχεια, παρουσιάζει τήν Παρθένον νά ἐρωτᾶ:« Πῶς θά γίνει αὐτό; Ὄχι γιατί ἔχω ἡ ἴδια ἀνάγκη ἀπό περισσότερη καθαρότητα καί μεγαλύτερη ἁγιότητα, ἀλλά γιατί εἶναι νόμος τῆς φύσεως νά μή μποροῦν νά κυοφοροῦν ὅσες, ὅπως ἐγώ ἔχουν διαλέξει τή ζωή τῆ παρθενίας . Πῶς θά γίνει αὐτό ἐρωτᾶ, ἀφοῦ δέν ἔχω σχέση μέ ἄνδρα;». Καί τότε μόλις ὁ Γαβριήλ ἀνεκοίνωσε τόν τρόπο τῆς παράδοξης κυοφορίας: « Πνεῦμα Ἅγιον ἐπελεύσεται ἐπί σέ καί δύναμις ὑψίστου ἐπισκιάσει σοι»...μέ ψυχή καθαρή ἀπό ἀνησυχίες, μέ σκέψη γεμάτη γαλήνη εἶπε. «Ἰδού ἡ δούλη Κυρίου γένοιτό μοι κατά τό ρῆμα σου». «Καί ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο καί ἐσκήνωσεν ἐν ὑμῖν». Ἔτσι μόλις ἡ παρθένος ἔδωσε τήν ἀπάντηση στό Θεό, δέχεται ἀπό αὐτόν τό Πνεῦμα πού δημιουργεῖ τήν ὁμόθεη σάρκα.


Καί γιά τίς ἀρετές τῆς Παρθένου, ὁ ἴδιος θεολόγος, γράφει: « Καί ἔφθασεν ἡ ἀρετή μιᾶς ψυχῆς νά σταματήσει τήν κακίαν τῶν ἀνθρώπων τόσων αἰώνων. Ὅπως ἡ Κιβωτός ἔσωσε τόν ἄνθρωπο κατά τό κοινό ναυάγιο τῆς οἰκουμένης, δέν ἔλαβε ἡ ἴδια μέρος στίς συμφορές καί διέσωσε στό γένος τή δυνατότητα νά συνεχιστεῖ, τό ἴδιο συνέβηκε καί μέ τήν Παρθένο. Καί μόνον αὐτή μπόρεσε νά γκρεμίσει τό τεῖχος πού χώριζε τήν οἰκουμένη ἀπό τό Θεό, μέ μόνα ὅπλα ἐκεῖνα πού ἔδωσεν ὁ Θεός στόν ἄνθρωπο γιά τόν ἀγώνα τῆς ἀρετῆς».


Ὁ Γρηγόριος ὁ Νεοκαισαρίας ἔγραφε γιά τή γιορτή τοῦ «Εὐαγγελισμοῦ»: «Ὅλες τίς γιορτές μας προσφέρομε στό Θεό σάν θυσία καί πρώτη ἀπ’ ὅλες, τόν Εὐαγγελισμό τῆς Θεοτόκου, ὅπου ἔγινε ἡ ἀρχή ὅλων τῶν ἀγαθῶν μας».




6. Η ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΣΤΗΝ ΟΡΕΙΝΗ

Μετά τόν Εὐαγγελισμό της, ἡ Μαρία συνέλαβε ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καί ἄρχισε ἡ ἐγκυμοσύνη της. Ἐκεῖνες τίς μέρες ξεκίνησε ἡ Παρθένος γιά τήν Ὀρεινή ὅπου κατοικοῦσε ἡ συγγενής της ἡ Ἐλισάβετ, ἡ Γυναῖκα τοῦ Ἀρχιερέα Ζαχαρία.


Ἄς δοῦμε ὅμως πῶς περιγράφει ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς καί τό γεγονός αὐτό: « ‘Αναστᾶσα δέ Μαριάμ ἐν ταῖς ἡμέραις ταύταις ἐπορεύθη εἰς τήν ὀρεινή μετά σπουδῆς εἰς πόλιν Ἰούδα, καί εἰσῆλθεν εἰς τόν οἶκον Ζαχαρίου καί ἠσπάσατο τήν Ἐλισάβετ. Καί ἐγένετο ὥς ἤκουσεν ἡ Ἐλισάβετ τόν ἀσπασμόν τῆς Μαρίας, ἐσκίρτησε τό βρέφος ἐν τῇ κοιλία αὐτῆς...» Καί στό γεγονός αὐτό ὑπάρχει συμφωνία τοῦ Λουκᾶ μέ τό κείμενο πού προαναφέραμε.


Γιά τήν ἐπίσκεψη τῆς Μαρίας, στή συγγενή της τήν Ἐλισάβετ προκύπτουν δύο ἐρωτήματα.


1) Γιατί νά ὑποβληθεῖ σέ τόσο κόπο καί μέ κίνδυνο τή ζωή της, ἡ Μαρία, γιά νά ἐπισκεφτεῖ τήν Ἐλισάβετ;


2) Γιατί πῆγε μόνη της χωρίς τό μνηστήρα της;


Γιά τό πρῶτο λέμε τά ἑξῆς: Στήν τελευταία ἀνακοίνωση τοῦ ἀγγέλου, σάν νά γίνεται προτροπή τοῦ Γαβριήλ νά ἐπισκεφτεῖ τήν Ἐλισάβετ, ἐπειδή τή βεβαίωσε ὅτι εἶναι καί αὐτή ἔγκυος καί θά ἤθελε νά τήν ἐπισκεφτεῖ καί νά τήν συγχαρεῖ γιά τό μεγάλο γεγονός τῆς ἐγκυμοσύνης της, ἀλλά καί νά τῆς άναφέρει καί τά δικά της. Ἀκόμα θά ἔνοιωσε ἡ δεκαεξάχρονη κόρη, τήν ἀνάγκη καί κάποιας γυναικείας συμπαράστασης στήν πρωτόγνωρη γι’ αὐτήν κατάσταση πού βρέθηκε, γιατί ἦταν κόρη ἄπειρη γι’ αὐτά τά πράγματα πού ἀντιμετώπιζε. Ἐξ ἄλλου ἦταν καί τόσο σπουδαῖο γεγονός πού ἔνοιωσε τήν ἀνάγκη νά βρεῖ κάποιο δικό της πρόσωπο νά τό ἀναφέρει. Γιά τοῦτο προτίμησε τή συγγενή της πού βρισκόταν καί αὐτή στήν ἴδια κατάσταση. Ἡ ἀπόφασή της αὐτή δείχνει τή ταπείνωση καί τή φρονιμάδα τῆς κόρης.


Γιά τό δεύτερο ἐρώτημα καί σύμφωνα μέ τό κείμενο τοῦ«Πρωτοευαγγελίου» ὁ Ἰωσήφ ἔλειπε καί μετά ἀπό ἕξη μῆνες ἦλθε στό σπίτι ἀπό τίς ἐργασίες του καί σίγουρα τίποτα δέ γνώριζε καί βρέθηκε μπροστά σέ ἀπροσδόκητη κατάσταση, ὅπως δείχνουν τά γεγονότα.


Ξεκίνησε λοιπόν ἡ Μαρία καί μετά ἀπό ἀρκετές ὥρες δρόμο ἔφτασε στό σπίτι τῆς Ἐλισάβετ.


Μέ τό χαιρετισμό τῆς Μαρίας τό βρέφος πού ἐγκυμονοῦσε ἡ Ἐλισάβετ ἐσκίρτησε ἀπό χαρά στήν κοιλιά της καί φωτισμένη ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα ἀναφωνεῖ:« Εὐλογημένη σύ ἐν γυναιξί καί εὐλογημένος ὁ καρπός τῆς κοιλίας σου». Καί ἀπορεῖ καί ἐρωτᾶ τήν Παρθένο «καί πόθεν μοι τοῦτο ἵνα ἔλθη ἡ Μήτηρ τοῦ Κυρίου μου πρός με;» Καί ἡ Μαρία ἀμέσως τό στεφάνι πού τῆς ἔπλεξε ἡ Ἐλισάβετ τό ἀποθέτει στά πόδια τοῦ Κυρίου, λέγοντας: « Μεγαλύνει ἡ ψυχή μου τόν Κύριον...».


Ἡ Μαρία ἔμεινε στήν Ὀρεινή τρεῖς μῆνες, δηλαδή μέχρι πού ἡ Ἐλισάβετ θά γεννοῦσε τόν Πρόδρομο. Δέ γνωρίζουμε ὅμως ἄν ἔμεινε στόν τοκετό. Τό Εὐαγγέλιο λέγει: «Ἔμεινε δέ Μαριάμ σύν αὐτῇ ὡσεί μῆνας τρεῖς καί ὑπέστρεψεν εἰς τόν οἶκον αὐτῆς».




7. ΥΠΟΝΟΙΕΣ ΚΛΕΨΙΓΑΜΙΑΣ (Ἀπό τόν Ἰωσήφ)

Τό γεγονός αὐτό πού ἔκαμε τήν ἁγνή κόρη τοῦ Ἰωακείμ καί τῆς Ἄννας νά περάσει δύσκολες μερες, θά τό διηγηθοῦμε ἀπό τό «Πρωτοευαγγέλιο » περιληπτικά, γιά νά μή γίνομε κουραστικοί.


Κεφ.12.3. Ἔμεινε τρεῖς μῆνες στήν Ἐλισάβετ(ἡ Μαρία). Μέρα ὅμως μέ τή μέρα ἡ κοιλιά της μεγάλωνε. Φοβήθηκε ἡ Μαριάμ, γύρισε στό σπίτι της καί κρυβόταν ἀπό τούς υἱούς Ἰσραήλ.


Ἦταν τότε δεκαέξη ἐτῶν ὅταν συνέβαιναν αὐτά τά μυστήρια.


Κεφ. 13.1. Ὅταν γύρισε ὁ Ἰωσήφ ἀπό τίς ἐργασίες του, βρῆκε τή Μαρία ἕξη μηνῶν ἔγκυο καί τότε, χτύπησε τό πρόσωπό του καί ρίχτηκε κάτω σέ ἕνα σάκκο καί ἔκλαψε πικρά, λέγοντας‧ μέ τί πρόσωπο θά ἀντικρύσω τό Θεό μου; Μετά ἀπό πολλή μονολογία καί θρῆνο σηκώθηκε καί εἶπε στή Μαριάμ « Τί εἶναι αὐτό πού ἔκανες ξεχνώντας Κύριον τό Θεό σου; Γιατί ταπείνωσες τόν ἑαυτόν σου ἐσύ πού ἀνατράφηκες στά Ἅγια τῶν Ἁγίων;». Καί ἐκείνη ἔκλαψε πικρά λέγοντας: «Εἶμαι ἀμόλυντη ἐγώ καί μέ ἄνδρα δέν εἶχα σχέσεις... ζεῖ Κύριος ὁ Θεός μου, δέν ξέρω ἀπό ποῦ εἶναι.» Ὁ Ἰωσήφ φοβήθηκε καί σκεφτόταν: «Ἐάν κρύψω τό ἁμάρτημά της, θά βρεθῶ νά ἀντιμάχομαι τό νόμο Κυρίου. Ἐάν πάλιν τήν φανερώσω στούς υἱούς Ἰσραήλ, φοβοῦμαι μήπως ὑπάρχει κάτι τό ἀγγελικό σ’ αὐτήν καί βρεθῶ νά ἔχω παραδώσει ἕνα ἀθῶο πλάσμα στό θάνατο. Τί νά κάνω; Θά τή διώξω μακρυά». Μέ τέτοιες σκέψεις πρόλαβε ἡ νύχτα τόν Ἰωσήφ. Καί νά! Παρουσιάστηκε ἕνας ἄγγελος καί εἶπε στόν Ἰωσήφ: « Μή φοβηθεῖς αὐτό τό κορίτσι, γιατί αὐτό πού βρίσκεται στά σπάλχνα της προέρχεται ἀπό τό Ἅγιον Πνεῦμα. Θά γεννήσει υἱόν καί θά τόν ὀνομάσεις Ἰησοῦν, γιατί αὐτός θά σώσει τό λαό ἀπό τά ἁμαρτήματά του». Σηκώθηκε τότε ὁ Ἰωσήφ ἀπό τόν ὕπνο καί δόξασε τό Θεό πού τοῦ χάρισε τήν εὐλογία αὐτή, καί πρόσεχε τή Μαριάμ ( καί αὐτό εἶναι σύμφωνο μέ τό Εὐαγγέλιο).


Παρ’ ὅλο πού ὑπάρχουν καί ἄλλα στοιχεῖα στή συνέχεια, ὅτι δηλαδή μαθεύτηκε τό γεγονός τῆς ἐγκυμοσύνης καί στόν Ἀρχιερέα καί κάλεσε τόν Ἰωσήφ καί τή Μαρία, τούς ἐπέπληξε καί τούς πότισε ἀκόμα καί μέ τό ὕδωρ τοῦ ἐλεγμοῦ πού φανέρωνε τήν ἁμαρτία κλπ, δέ θεωρήσαμε ἀναγκαῖο νά τά καταγράψουμε. Μέ τήν ἀναφορά μας θέλαμε μόνο νά ἐπισημάνομε τίς δύσκολες ὧρες πού πέρασαν ὁ Ἰωσήφ καί ἡ Παρθένος καί πῶς ἡ Πρόνοια τοῦ Κυρίου τούς ἔβγαλε ἀπό τή δύσκολη περίσταση καί δέν τούς ἄφησε νά λυγίσουν κάτω ἀπό τό βάρος ἐκεῖνο, αλλά τούς ἐλευθέρωσε.




8. Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

Γιά τό γεγονός τῆς Γέννησης τοῦ Χριστοῦ ἀπό τήν Παρθένο Μαρία, ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς ἀναφέρει: «Τόν καιρό ἐκεῖνο βασίλευε ὁ Καίσαρας Αὔγουστος, ὁ ὁποῖος ἐξέδωσε διάταγμα νά γίνει ἀπογραφή τῶν ὑπηκόων του καί ἔτσι ξεκινοῦσαν ὁ κάθε ἄνθρωπος στό μέρος πού γεννήθηκε γιά νά καταγραφτεῖ στούς καταλόγους. Ξεκίνησε καί ὁ Ἰωσήφ μέ τήν Μαρία, ἀπό τήν Ναζαρέτ τῆς Γαλιλαίας γιά νά πᾶνε στή Βηθλεέμ τῆς Ἰουδαίας ἀπ’ ὅπου καταγόταν ὁ Ἰωσήφ, μέ σκοπό νά καταγραφτοῦν στά βιβλία τῆς πόλεως. Καί ἐνῶ ἦσαν ἐκεῖ στή Βηθλεέμ, ἔφτασεν ἡ ὥρα τοῦ τοκετοῦ τῆς Μαρίας. Ἐπειδή ὅμως, λόγω τῆς ἀπογραφῆς, πῆγε τόσος κόσμος ποῦ δέν μπόρεσαν νά βροῦν δωμάτιο γιά νά μείνουν κατάληξαν σέ ἕνα σπήλαιο, πού ἦταν μάνδρα προβάτων. Ἐκεῖ στό σπήλαιο μαζί μέ τά ζῶα γεννήθηκε ὁ Μεσσίας καί τόν « ἐσπαργάνωσεν καί ἀνέκλινεν αὐτόν ἐν τῇ φάτνῃ».


Ὁ Λουκᾶς ἀκόμα ἀναφέρει ὅτι τήν παγερή ἐκείνη νύχτα πού γεννήθηκε ὁ Χριστός, ἔγιναν μεγάλα καί θαυμαστά πράγματα. Ὅτι ἄνοιξαν οἱ οὐρανοί καί κατέβαιναν καί ἀνέβαιναν ἄγγελοι τοῦ θεοῦ ψάλλοντες « δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καί ἐπί γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία».


Καί τό «Πρωτοευαγγέλιο» συμφωνεῖ στά βασικά σημεῖα μέ τόν Λουκᾶ ὅτι δηλαδή ὁ Ἰωσήφ ξεκίνησε γιά τήν ἀπογραφή καί ὅτι κατέληξαν σέ σπήλαιο καί ἐκεῖ γέννησε ἡ Μαρία.


Διαφέρει ἡ διήγηση στίς λεπτομέρειες. Δέν ἀναφέρει τήν παρουσίαν τῶν ἀγγέλων, οὔτε τῶν ποιμένων ἀναφέρει πολλά καί διάφορα, ἀλλά δέν ἀλλάζουν τήν οὐσία.


Τό κείμενο γιά τό ὁποῖο μιλοῦμε ἀναφέρει ἀκόμα τήν ἐπίσκεψη τῶν Μάγων, τή σφαγή τῶν νηπίων καί τή δολοφονία τοῦ Ζαχαρία, τοῦ πατρός τοῦ Προδρόμου, καί στίς γενικές γραμμές συμφωνεῖ μέ τούς Εὐαγγελιστές.


Αὐτά εἶναι τά γεγονότα τῆς γέννησης τοῦ Χριστοῦ μας ἀπό τήν Παρθένο Μαρία.


Mέ τή γέννηση τοῦ Χριστοῦ, ἡ Μαρία ἔγινε μητέρα σέ μικρή ἡλικία καί ὅμως συμπεριφέρτηκε σάν μεγάλη καί ἔμπειρη μητέρα μέ τή βοήθεια τοῦ δίκαιου Ἰωσήφ ἀνάθρεψε τόν μικρό Ἰησοῦ καί γνώρισε χαρές ἀλλά καί λύπες, ὅταν τόν συνόδευε στίς περιοδεῖες του. Ἡ Παρθένος Μαρία ἤπιε τό ποτήρι τῶν θλίψεων ὅσο καμιά ἄλλη μητέρα στόν κόσμο. Εἶδε τό μονάκριβο γιό της νά τόν δικάζουν, νά τόν ἐξευτελίζουν μέ φτυσίματα καί ραπίσματα. Τόν εἶδε νά λυγίζει κάτω ἀπό τό βάρος τοῦ σταυροῦ, γεμᾶτο πληγές καί αἵματα. Τόν εἶδε καρφωμένο στό σταυρό στό μέσο δύο κακούργων νά πεθαίνει σάν κοινός ἐγκληματίας. Πέρασε τήν ἅγια ψυχή της σάν ρομφαία ὁ πόνος, ὅπως εἶχε προφητέψει ὁ Συμεών.


Κι ὅμως μέσα ἀπό τόσες δοκιμασίες βρῆκε τή δύναμη καί τό κουράγιο καί δέ λύγισε. Καί εἶναι ἀνάρμοστα πρός τήν Παρθένο αὐτά πού ἡ λαϊκή ποίηση ἀποδίδει στήν Παναγία, δηλαδή ὅτι ὀδύρετο καί ξέσχιζε τά ροῦχα της κλπ, πράγματα πού κάνουμε ἐμεῖς οἱ ὀλιγόπιστοι τοῦ κόσμου τούτου. Ἡ λύπη τῆς Παρθένου γιά τό θάνατο τοῦ Χριστοῦ ἦταν αὐτή πού ἅρμοζε σέ ἁγία ψυχή πού γνώριζε νά στηρίζεται στό Θεό καί δέν ἔφτασε σέ ἀκρότητες πού τῆς ἀποδίδουν μέ τούς λεγόμενους« Θρήνους τῆς Παναγίας».




9. ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΠΑΡΘΕΝΟΥ

Σάν ἄνθρωπος ἡ Παναγία Παρθένος, ἔπρεπε καί αὐτή νά ἀποθάνει. Ἔτσι κάποια μέρα ἔφτασε ἡ ὥρα πού ἔπρεπε νά φύγει ἀπό τήν πρόσκαιρη αὐτή ζωή καί νά μετατεθεῖ στήν αἰωνιότητα. Ἡ Ἁγία Γραφή δέν ἀναφέρει τίποτα γιά τήν κοίμησή της, ὅπως δέν ἀναφέρει καί γιά τή γέννησή της. Ὁ Κ. Καλλίνικος γράφει γιά τό τέλος τῆς Παρθένου:« Τά περί τοῦ τέλους τῆς Μαριάμ παρέμειναν ἐν τῇ ἀρχαίᾳ ἐπί μακρόν ἀκαθόριστα...


Ἡ Κ. Διαθήκη, καθώς οὐδέν ἀναφέρει περί τῆς ἀρχῆς τῆς Παρθένου, οὕτως οὐδέν ἀναφέρει καί περί τῆς τελειώσεώς της. Τελευταίαν περί αὐτῆς μνείαν ποιεῖται τό βιβλίον τῶν Πράξεων, ἐν α΄. 14, ὅπου τήν ἀφήνει ἐν στάσει δεομένης, ἥτις εἶναι καί ἡ πρεπωδεστέρα της στάσις... Ἀκόμη καί μέχρι τοῦ 4ο αἰῶνος ὁ Ἐπιφάνιος ἠρνεῖτο νά ἐκφράσει οἱανδήποτε γνώμην ἐπί τοῦ ζητήματος».


Ξαφνικά ὅμως, ὅταν ἄρχισαν οἱ χριστολογικές αἱρέσεις, στίς συζητήσεις ἀναμείχθηκε καί τό ὄνομα τῆς Παρθένου, καί τότε ἄρχισε τό ἐνδιαφέρον γι’ αὐτήν. Κατά τό τέλος τοῦ 6ου αἰώνα ὁ Αὐτοκράτορας Μαυρίκιος (582-602), ὥρισε νά ἑορτάζεται παντοῦ ἡ Κοίμηση τῆς Θεοτόκου στίς 15 Αὐγούστου. Ἀπό τότε συνετάχθησαν καί οἱ κατάλληλες ἀκολουθίες μέ ὑμνολογικό καί εὐχαριστηριακό περιεχόμενο, ἀλλά καί εἰκόνες ἄρχισαν νά ζωγραφίζονται καί νά δημιουργεῖται ἔτσι μιά παράδοση τήν ὁποία φυλάττει ἡ Ἐκκλησία.


Ὁ Θεόκλητος Διονυσιάτης γράφει:« Βάσει πρωτοχριστιανικῶν παραδόσεων, ἀπό τούς ἀποστολικούς χρόνους, ἡ Ἐκκλησία καθιέρωσε τήν ἑορτήν τῆς Κοιμήσεως κατά τήν ὁποίαν παρέστησαν οἱ Ἀπόστολοι ἐπάνω σέ νεφέλες...».


Ἡ σχετική παράδοση γιά τήν Κοίμηση της Παρθένου, πού δέχεται ἡ Ἐκκλησία καί εἶναι καταγραμμένη στό συναξάρι τῆς 15 Αὐγούστου εἶναι ἡ ἑξῆς:« Ὅταν ὁ Χριστός καί Θεός μας θέλησε νά πάρει κοντά του τή Μητέρα Του, τότε, τρεῖς μέρες πρίν, ἔστειλεν ἄγγελο καί τῆς εἶπε, πώς ὁ υἱός της θέλει νά τήν πάρει κοντά του στά οὐράνια σκηνώματα. Γιά νά τῆς δώσει θάρρος ὁ ἄγγελος τῆς εἶπε νά μή φοβηθεῖ καί μέ χαρά νά δεχτεῖ τήν εἴδηση, ἐπειδή πηγαίνει γιά τήν αἰώνια καί ἀθάνατη ζωή. Ἦταν τότε ἡ Θεοτόκος Μαρία, πενηνταεννέα χρόνων κατά τόν Ν. Ἁγιορείτη. Ἰδού τί ἀναφέρει: « ἐάν δέ ἐπιθυμεῖ τινάς νά μάθῃ πόσων χρόνων ἦτο ἡ Κυρία Θεοτόκος, ὅταν ἐκοιμήθη, ἄς τό ἀκούσῃ. Ὅταν αὐτή ἐπῆγεν εἰς τά Ἅγια τῶν Ἁγίων ἦτο τριῶν χρόνων ἐπέρασεν ἐκεῖ δώδεκα χρόνους καί ἕως νά γεννήση τόν Χριστόν ἐπέρασεν ἕνας χρόνος ἔκαμεν καί μέ τόν Χριστόν χρόνους τριανταδύο‧ ἔζησε δέ μετά τήν Ἀνάληψιν χρόνους ἔνδεκα‧ ὥστε ὅλοι οἱ χρόνοι τῆς Ἁγίας ζωῆς της συμποσοῦνται πενηνταεννέα‧ ἄλλοι δέ ἄλλως τούς χρόνους αὐτῆς ἀριθμολογοῦσιν.»


Ἡ πληροφορία ὅτι θά πάει κοντά στόν υἱόν της τήν χαροποίησε, γιατί πολύ τόν ποθοῦσε. Μέ συναισθήματα χαρᾶς ἀνέβηκε στό ὄρος τῶν Ἐλαιῶν γιά νά προσευχηθεῖ, στό μέρος πού συνήθιζε τακτικά νά πηγαίνει. Ἐκεῖ, συνέβησαν παράξενα καί θαυμαστά πράγματα. Τά δένδρα ἔκλειναν τίς κορυφές τους, σάν ἄλλα ἔμψυχα ὄντα, γιά νά χαιρετίσουν τή Δέσποινα τοῦ κόσμου. Μετά τήν προσευχή, ἐπέστρεψε στό σπίτι της, τό καθάρισε, ἄναψε φῶτα, καί ἑτοίμασε ὅσα χρειάζονταν γιά τήν ταφή. Κατόπιν κάλεσε τούς συγγενεῖς καί τούς γείτονες καί τούς ἀνακοίνωσε ἐκεῖνα πού τῆς εἶπεν ὁ ἄγγελος καί γιά ἐπιβεβαίωση τούς ἔδειξε τό κλαδί τῆς φοινικιᾶς πού τῆς εἶχε δώσει ὁ ἀπεσταλμένος ἄγγελος. Ἐκεῖνοι ὅταν ἄκουσαν ὅτι φεύγει ἡ Παρθένος Μαρία, ἄρχισαν νά κλαίουν καί νά τήν παρακαλοῦν νά μήν τούς ἀφήσει ὀρφανούς.


Ἡ Θεοτόκος προσπάθησε νά τούς παρηγορήσει ὑποσχόμενη νά τούς σκέπει ἀπ’ ἐκεῖ πού θά βρισκόταν. Ἔδωκε καί τούς δύο χιτώνες της σέ δύο χῆρες πού τή φρόντιζαν. Ὅταν εἶχε τελειώσει ὅλες τίς προετοιμασίες, ξαφνικά ἀκούστηκε μιά δυνατή βροντή καί μεταφέρθηκαν πάνω σέ νεφέλες οἱ ἀπόστολοι καί μαζί τους οἱ ἱεράρχες, Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης, ὁ Ἱερόθεος καί ὁ Τιμόθεος. Σάν ἔμαθαν ὅτι φεύγει ἡ Παρθένος, δάκρυσαν στενοχωρημένοι. Ἡ Πανάμωμη Παρθένος φρόντιζε νά τούς παρηγορήσει, λέγοντάς τους νά μήν κλαῖνε γιά τή χαρά πού αὐτή ἔχει, ἀλλά νά τή θάψουν ὅπως αὐτή θά σχηματήσει τό σῶμα της.


Κατέφθασε στόν τόπο καί τό σκεῦος τῆς ἐκλογῆς, ὁ Παῦλος, ὁ ὁποῖος ἀφοῦ ἐπροσκύνησε τήν Παναγία Μητέρα τοῦ Κυρίου του, ἄρχισε νά τήν ἐξυμνεῖ. Ὅταν ἔφτασε ἡ στιγμή, ἡ Πανάχραντος καί Θεοτόκος Μαρία, ξάπλωσε στήν κλίνη της καί σχημάτισε τό σῶμα της ὅπως ἤθελε, εὐχήθηκε γιά τήν εἰρήνη τοῦ κόσμου, εὐλόγησε τούς παρόντες καί παράδωσε τήν ἁγία της ψυχή στά χέρια τοῦ υἱοῦ της πού τόσο ποθοῦσε.


Πρῶτος ὁ ἀπόστολος Πέτρος ἄρχισε τούς ἐξόδιους ὕμνους. Οἱ ἄλλοι σήκωσαν τήν κλίνη καί πορεύτηκαν πρός τόν τάφο. Προπορευομένων λαμπάδων, μέ ὕμνους καί δοξολογίες προπέπεμπαν τή Μητέρα τοῦ Κυρίου στόν τάφο. Στό μεταξύ γέμισε ὁ ἀέρας ἀπό τίς ἀγγελικές ὑμνωδίες, συμμετέχοντας ἔτσι καί οἱ οὐράνιες δυνάμεις στή πομπήν τῶν ἀνθρώπων.


Οἱ ἄρχοντες τῶν Ἰουδαίων πού μαζί μέ τό Χριστό μισοῦσαν καί τή Μητέρα Του, βάλτηκαν νά βεβηλώσουν τό ἱερό σκήνωμά της. Ἐπροέτρεψαν μερικούς δικούς τους νά πᾶνε καί νά ρίξουν τό νεκρό σῶμα στή γῆ, ἀλλά ἡ θεία δίκη τούς πρόλαβε τυφλώνοντάς τους γιά νά μήν μπορέσουν νά πλησιάσουν τή πομπή. Ἕνας ἄλλος ἔτρεξε μέ ὁρμή καί πῆγε νά ἁρπάξει τό σῶμα νά τό ρίξει κάτω, ἀλλά ἄγγελος Κυρίου τοῦ ἀπέκοψε τά χέρια ἀπό τοῦ ἀγκῶνες, κι ἔμειναν κρεμασμένα πάνω στό νεκρό σῶμα τῆς Παρθένου. Μέ φρικτούς πόνους καί κλάματα καί ὀδυρμούς ὁ τολμητίας παρακαλοῦσε τήν Παναγία νά τόν λυπηθεῖ. Καί ἐπειδή πίστεψε πραγματικά, ὁ Πέτρος τόν διατάξε νά βάλει τά κομμένα χέρια του πάνω στό σῶμα τῆς Παρθένου καί ἀμέσως θεραπεύτηκε. Καί οἱ τυφλωθέντες πίστεψαν καί ἔβαλαν στά μάτια τους ροῦχο ἀπό τήν κλίνη τῆς Παναγίας καί θεραπεύτηκαν καί αὐτοί.


Ἡ πομπή ἔφτασε στή Γεσθημανή καί οἱ ἀπόστολοι ἔθαψαν τό Πανάγιο καί Θεοδόχο ἐκεῖνο σῶμα στή γῆ. Τρεῖς μέρες φύλαγαν στόν τάφο οἱ ἀπόστολοι καί οἱ ἀγγελικοί ὕμνοι δέν εἶχαν σταματήσει.


Κατά θείαν οἰκονομίαν, ὁ ἀπόστολος Θωμᾶς δέν ἔφτασε ἔγκαιρα στήν κηδεία καί ἦταν πολύ στενοχωρημένος. Οἱ ἄλλοι ἀπόστολοι, γιά νά τόν παρηγορήσουν, συμφώνησαν νά ἀνοίξουν τόν τάφο γιά να προσκυνήσει ὁ Θωμᾶς τό σῶμα τῆς Παρθένου καί νά παρηγορηθεῖ. Δοκίμασαν ὅμως μεγάλη ἔκπληξη, γιατί τό σῶμα ἀπουσίαζε καί μόνο τά σάβανα ἦταν ἐκεῖ. Ἡ Παναγία μετατέθηκε ὁλόσωμη στόν οὐρανό κοντά στόν Υἱό της καί πρεσβεύει γιά τόν κόσμο, ὅπως εἶχε ὑποσχεθεῖ. Εἶναι κι ἄλλα πού
ἀναγράφονται ἀλλά δέν ἔχουν καί μεγάλη σημασία καί γι’ αὐτό τά παραλείπομε.




10. Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΣΤΟΥΣ ΟΥΡΑΝΟΥΣ

Ἀπό τή στιγμή πού ἡ Παρθένος καί Θεοτόκος Μαρία ἀντάλλαξε τά φθαρτά μέ τά ἄφθαρτα καί τά ἐφήμερα μέ τά αἰώνια, βρίσκεται δίπλα στό θρόνο τοῦ Υἱοῦ της, τήν πηγή τῶν θείων δωρεῶν καί χαρισμάτων καί ἀπό ἐκεῖ συνεχίζει νά παρακαλεῖ καί νά ἱκετεύει γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου καί κάθε ἀνθρώπου πού τήν ἐπικαλεῖται. Μέ τήν ἀδιάκοπη ἱκεσία της μεταφέρει τό ἔλεος τοῦ Κυρίου ἀπό τόν οὐρανό στή γῆ. Ἀπόδειξη τά τόσα θαύματα καί οἱ τόσες εὐεργεσίες πού ἀπολαμβάνουν ὅσοι μέ πίστη τήν ἐπικαλοῦνται.


Γιά τό λόγο αὐτό ἡ Ἐκκλησία στή λατρευτική μας ζωή, μετά τήν Παναγία Τριάδα καταφεύγει στή Δέσποινα τοῦ κόσμου, τήν Παρθένο, τή βασίλισσα τῶν οὐρανῶν. Ἔτσι στό τέλος κάθε ὁμάδας τροπαρίων ἀκολουθεῖ καί τό «Θεοτοκίον» πού ἐξυμνεῖ καί παρακαλεῖ καί ἱκετεύει τήν Θεοτόκον, ὅπως τό πιό κάτω τροπάριο:


« Τήν Ὑπερένδοξον Μητέρα καί τῶν ἁγίων ἀγγέλων ἁγιωτέραν ἀσιγήτως ὑμνήσωμεν καρδίᾳ καί στόματι, Θεοτόκον αὐτήν ὁμολογοῦντες ὡς κυρίως γεννήσασαν Θεόν σεσαρκωμένον καί πρεσβεύουσαν ἀπαύστως ὑπέρ τῶν ψυχῶν ὑμῶν.» Ἄν θελήσει κανείς νά δεῖ τά γραφόμενα τῶν ὑμνωδῶν καί τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, θά διαβάσει πλῆθος ἐγκωμίων. Κατά τόν Ἠλία τόν Μηνιάτη, εἶναι, « Μητέρα τοῦ Θεοῦ καί πιό πλατιά Μητέρα ὅλων τῶν Χριστιανῶν.»


Κάθεται ἡ Παρθένος στά δεξιά τοῦ θρόνου τῆς θείας μεγαλειότητος, τοῦ Κυρίου, ὡς βασίλισσα οὐρανοῦ καί γῆς, ἐκπληρώνοντας ἔτσι τόν προφητικό λόγο:« Παρέστη ἡ βασίλισσα ἐκ δεξιῶν σου, ἐν ἱματισμῷ διαχρύσῳ περιβεβλημένη πεποικιλμένη» Στήν προνομιακή θέση πού βρίσκεται ἡ Θεοτόκος, μεσιτεύει διά τοῦ Υἱοῦ της πρός τό θρόνο τῆς παναγίας Τριάδος γιά τούς χριστιανούς καί ἰδιαίτερα γιά ἐκείνους πού τήν τιμοῦν.


Βέβαιοι, λοιπόν γιά τή βοήθειά της πρός ἐμᾶς ἄς τήν τιμοῦμε, ἄς τήν εὐχαριστοῦμε καί ἄς δοξάζομε τό Θεό πού καταδέχτηκε νά ἀνυψώσει τόν ἄνθρωπο σέ τέτοια τιμή, δίνοντας καί στόν καθένα ἀπό μᾶς τήν εὐκαιρία, ἄν βέβαια θέλομε, νά ἀνυψωθοῦμε, ἀπό τή γῆ καί τή φθορά, στήν ἀφθαρσία καί τήν αἰωνιότητα τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν.


Στίς σελίδες πού ἀκολουθοῦν θά ἀσχοληθοῦμε μέ τίς αἱρετικές δοξασίες τῶν χιλιαστῶν καί ἄλλων, πού ἔχουν σάν σκοπό, α) νά κτυπήσουν τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ καί β) νά συκοφαντήσουν καί νά μειώσουν τή Παρθένο καί Θεοτόκο Μαρία. Οἱ ἀρχαῖοι αἱρετικοί δέν παραδέχονταν τό Χριστό ὡς Θεό καί κατά συνέπειαν δέ δέχονταν τήν Παρθένο Μαρία ὡς Θεοτόκον, ἀλλά ὡς Χριστοτόκον. Αὐτά προέρχονταν ἀπό κακία καί φθόνο, ἀλλά καί ἀπό λανθασμένη ἑρμηνεία τοῦ κειμένου τῆς ἁγίας Γραφῆς.


Στή συνέχεια θά ἀποδείξουμε χωρίς ἀμφιβολία τήν πλάνη καί τό ἀστήρικτο τῶν ἐπιχειρημάτων τους.


11. Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ « ΟΡΟ ΘΕΟΤΟΚΟΣ»

Οἱ Χιλιαστές εἶναι οἱ ἐκπρώσωποι ὅλων τῶν αἱρετικῶν, ὅλων τῶν αἰώνων. Ἐπειδή δέν παραδέχονται τόν Χριστό ὡς Θεό, ἀλλά ὡς ἕναν ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ, ἕνα δημιούργημα, δέν παραδέχονται οὔτε καί τήν Παρθένο ὡς Θεοτόκο, ἀλλά σάν μιά συνηθισμένη γυναίκα καί τίποτε ἄλλο. Πλανῶνται ὅμως οἰκτρή πλάνη ὑπακούοντες στόν πατέρα τους διάβολο καί θησαυρίζουν φωτιά γιά τήν κόλασή τους. Στή συνέχεια θά φανεῖ ὅτι ἀγνοοῦν τήν πραγματική ἔννοια τῶν σχετικῶν χωρίων τῆς Γραφῆς.


α) Ὁ Εὐαγγελιστής Ματθαῖος ἐπαναλαμβάνει τήν προφητεία τοῦ Ἠσαΐα καί λέγει: «Ἰδού ἡ Παρθένος ἐν γαστρί ἕξει καί τέξεται υἱόν, καί καλέσουσι τό ὄνομα αὐτοῦ Ἐμμανουήλ, ὅ ἐστί μεθερμηνευόμενον μεθ’ ἡμῶν ὁ Θεός» Δηλαδή, ἰδού ἡ Παρθένος, ὄχι ὅποια παρθένος, ἀλλά ἡ Παρθένος, μιά καί μοναδική, συγκεκριμένη παρθένος. Ποιά εἶναι αὐτή; Μά ἡ Παρθένος Μαρία. Αὐτή θά βρεθεῖ ἔγκυος ἄλλο πάλιν αὐτό δέ μᾶς λέγει ὁ Ἠσαΐας πόθεν θά προέρχεται ἡ ἐγκυμοσύνη της, ἀλλά σέ συγκεκριμένο καιρό καί τόπο ἡ παρθένος θά εἶναι ἔγκυος καί θά γεννήσει υἱόν πού τό ὄνομά του θά σημαίνει ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἀνάμεσά μας. Καί ὅπως ἐξηγεῖ ἀργότερα ὁΠαῦλος, « ὅτε δέ ἦλθε τό πλήρωμα τοῦ χρόνου, ἐξαπέστειλεν ὁ Θεός τόν υἱόν αὐτοῦ, γενόμενον ἐκ γυναικός...» Νά λοιπόν, ὅτι ἡ Παρθένος πού γέννησε τόν υἱόν τοῦ Θεοῦ καί Θεόν εἶναι ἡ Παρθένος Μαρία. Δίκαια λοιπόν τήν ἀποκαλοῦμε Θεοτόκο καί ἄς αἰσχύνονται οἱ αἱρετικοί.


β) Ἡ Παρθένος Μαρία εἶναι Θεοτόκος καί ἀποκαλύπτεται αὐτό ἀπό τό φωτισμό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἰδού πῶς: Ὅταν ἡ δεκαπεντάχρονη Κόρη ἐπισκέφθηκε τήν ξάδελφή της τήν Ἐλισάβετ στήν Ὀρεινή, μόλις τήν χαιρέτισε καί τήν ἀσπάστηκε ἀμέσως τό βρέφος στήν κοιλία τῆς Ἐλισάβετ ἐσκίρτησε χαρούμενα καί ἡ Ἐλισάβετ «ἐπλήσθη Πνεύματος Ἁγίου καί ἀνεφώνησε φωνῇ μεγάλῃ καί εἶπεν εὐλογημένη σύ ἐν γυναιξί..... καί πόθεν μοι τοῦτο ἵνα ἔλθῃ ἡ μήτηρ τοῦ Κυρίου μου πρός με;» Βλέπετε, ἡ Ἐλισάβετ εἶδε τήν Μαρία σάν τήν μητέρα τοῦ Κυρίου της, φωτισμένη ἀπό τό Πνεῦμα τό Ἅγιον. Ποῖον ἐννοοῦσε Κύριό της ἡ Ἐλισάβετ, δέ θέλει καί πολλή σοφία νά τό καταλάβομεν Ἀσφαλῶς τό Χριστό πού ἐγκυμονοῦσε καί γέννησε ἡ Παρθένος Μαρία.


γ) Ὁ ἄγγελος Γαβριήλ ἀναγγέλοντας στήν Παρθένο τή σύλληψη τοῦ Χριστοῦ τῆς εἶπεν: «...δύναμις Ὑψίστου ἐπισκιάσει σοι, διό καί τό γεννώμενον ἅγιον κληθήσεται υἱός Θεοῦ.» Ἡ Μαρία γεννᾶ υἱόν Θεοῦ, ὄχι μέ τήν ἔννοια τή συνηθισμένη, πού ὅλοι εἴμαστε υἱοί Θεοῦ κατά χάρη, ἀλλά μέ τήν εἰδική, τή μοναδική ἔννοια, πού ὁ υἱός τοῦ Θεοῦ γεννᾶται ἀπό τό Θεό καί εἶναι καί αὐτός Θεός, γιατί εἶναι συνάναρχος μέ τόν Πατέρα καί ἴδιος μέ Αὐτόν στήν οὐσία. Ἑπομένως ἡ παρθένος Μαρία εἶναι Θεοτόκος.


δ) Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὁμολογεῖ τό Χριστό Θεό, γράφοντας στούς Ρωμαίους: «...ἐξ ὧν ὁ Χριστός τό κατά σάρκα, ὁ ὤν ἐπί πάντων Θεός εὐλογητός εἰς τούς αἰῶνας» Ἡ Ἁγία Γραφή σέ σωρεία χωρίων φανερώνει τή θεότητα τοῦ Χριστοῦ καί τήν ἰσότητά Του μέ τόν Πατέρα, καί ὅτι σέ κάποιο χρόνο πῆρε τήν ἀνθρώπινη σάρκα καί γεννήθηκε ἀπό τήν ἀμόλυντη καί πανάμωμη Παρθένο Μαρία, γιά νά σώσει τόν ἄνθρωπο ἀπό τήν ἁμαρτία. Σίγουρα ἡ Μαρία γέννησε Θεό σεσαρκωμένο καί τῆς ταιριάζει νά τήν ἀποκαλοῦμε Θεοτόκο.


Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας δέν ἔχουν καμμιά ἀμφιβολία. Γι’ αὐτό στά προλεγόμενα τῆς Γ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, διαβάζομε τά ἑξῆς: « Τήν δέ ἀειπάρθενον αὐτοῦ Μητέρα, Κυρίως καί ἀληθῶς Θεοτόκον καλεῖσθαι παρέδωκεν (ἡ Σύνοδος), ὡς κυρίως καί ἀληθῶς τόν Θεόν Λόγον σαρκί γεννήσασα».


Καί ὁ πρῶτος Κανόνας τῆς Στ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἀναφέρει: « Καί τήν αὐτόν ( τόν Κύριο) ἀσπόρως τεκοῦσαν ἄχραντον ἀειπάρθενον, κυρίως καί κατ’ ἀλήθειαν Θεοτόκον δοξάζοντες»


Γιά τόν καλόπιστον ἄνθρωπο, θεωρῶ ἀρκετά ὅσα γράφτηκα ἐδῶ. Ἀλλά θά πρέπει νά ποῦμε ἀκόμα ὅτιτήν Παρθένο τήν ἀποκαλοῦσαν Θεοτόκον ἀπό πολύ παλιά. Ὁ Ὠριγένης, το 238 μ.Χ., ἀποκαλεῖ τή Μαρία Θεοτόκο. Ὁ Ἀλεξανδρείας Διονύσιος, 250 μ.Χ, γράφει πρός τόν Παῦλο τό Σαμωσατέα καί ὀνομάζει τήν Παρθένο Θεοτόκον Μαρία.


Πῶς δέν εἶναι λοιπόν Θεοτόκος αὐτή πού γέννησε ἀπό τά σπλάχνα της Θεόν μέ σάρκα;



12. Η ΑΕΙΠΑΡΘΕΝΙΑ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

Ἡ Ὀρθόδοξή μας Ἐκκλησία, πολύ σωστά καί δικαίως διδάσκει καί πιστεύει ὅτι ἡ Πανάχραντη καί Παναμώμητη Μητέρα τοῦ Θεανθρώπου καί Λυτρωτῆ τοῦ κόσμου, ἔμεινε ἀδιάφθορη κατά τή γέννηση τοῦ Χριστοῦ καί ἀειπάρθενη, ἐπειδή δέν ἔχει γίνει ποτέ γυναίκα τοῦ Ἰωσήφ μέ τή σημασία πού δίνουν οἱ πλανεμένοι αἱρετικοί. Ἔμεινε καί μετά τόκον παρθένος, γιατί ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς κατά τή γέννησή Του δέν ἔφθειρε τόν παρθενικό ὑμένα τῆς μητέρας Του, ἀλλά βγῆκε ὅπως ὁ ἥλιος μπαίνει καί βγαίνει ἀπό τό τζάμι χωρίς νά τό φθείρει καθόλου. Καί ἄν στή φύση τούτη συμβαίνουν αὐτά, πολύ περισσότερο μπορεῖ νά συμβεῖ στό Θεάνθρωπο Ἰησοῦ πού εἶναι πάνω ἀπό τή φύση αὐτή.


Οἱ πλανεμένοι καί κατευθυνόμενοι χιλιαστές θέλουν νά στηρίξουν τήν πλάνη τους στά ἀκόλουθα σημεῖα: Στίς φράσεις « παρέλαβε τή γυναῖκα αὐτοῦ» καί « οὐκ ἐγίνωσκεν αὐτήν ἕως οὗ ἔτεκε τόν υἱόν αὐτῆς τόν πρωτότοκον...»(Ματθ. α΄ 20- 25).


Α'


Ἀπό τή συνέχεια τοῦ θέματος θά φανεῖ καθαρά ὅτι οἱ αἱρετικοί δέν ἔχουν τήν ἱκανότητα νά ἑρμηνεύσουν καί νά κατανοήσουν σωστά τά κείμενα τῆς Γραφῆς, ἐπειδή δέ μελετοῦν πλατιά τά κείμενα.


Ὁ Εὐαγγελιστής Ματθαῖος ἀναφέρει τή Μαρία σάν γυναίκα τοῦ Ἰωσήφ ἀπό τή γενεαλογική ἀφήγηση πού κάνει. Καί ἦταν ὑποχρεωμένος νά τό κάνει, γιατί δέ θά μποροῦσαν νά τό καταλάβουν οἱ συμπατριῶτες του, ἐπειδή δέν μποροῦσαν νά διανοηθοῦν μιά κόρη ξένη στό σπίτι τοῦ Ἰωσήφ χωρίς νομική κάλυψη, γι’ αὐτό ἔγινε καί ὁ ἀρραβώνας. Ὁ σκοπός τοῦ Ματθαίου δέν ἦταν νά βεβαιώσει ἄν ἡ Μαρία ἦταν πραγματική γυναίκα τοῦ Ἰωσήφ, ἀλλά ἦταν ὑποχρεωμένος νά τό κάνει, γιατί ἔτσι νομιζόταν ἀπό τόν κόσμο καί τό νόμο. Ἄλλωστε ἀποδείξαμε πρίν ὅτι ὁ ἀρραβώνας δέν εἶχε σκοπό τό γάμο. Ὁ Ματθαῖος μόνο δυό φορές κάνει λόγο γιά γυναίκα τοῦ Ἰωσήφ, τίς ἄλλες ἀναφέρεται ὡς «μητέρα τοῦ παιδίου». Ὁ δέ Λουκᾶς, ἐνῶ ἡ Μαρία ἦταν ἔγκυος, τήν ἀποκαλεῖ « μνηστή τοῦ Ἰωσήφ».(Λουκ. β΄ 5).


Πουθενά δέ φαίνεται ὅτι ὁ Ἰωσήφ εἶχε τήν Μαρία σάν γυναῖκα του, ἀλλά ἕνας καλός παρατηρητής βεβαιώνεται ὅτι ὁ Ἰωσήφ ἐξυπηρετοῦσε τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ καί τίποτα παραπάνω.


Ἐξ’ ἄλλου ἄν δεχθοῦμε ὅτι ὁ Ἰωσήφ εἶχεν ἐπαφή μέ τή Μαρία σίγουρα θά εἶχε καί ἄλλα παιδιά. Ἡ Σοφία ὅμως τοῦ Θεοῦ, ὁ Θεός Λόγος, τούς πρόλαβε καί τούς ἀποστομώνει μιά καί καλά.


Στίς «Παροιμίες» τό χωρίο αὐτό, καταρρίπτει σάν χάρτινο πύργο τίς αἱρετικές δοξασίες: « Ἐστάθην υἱός τοῦ πατρός μου ἀγαπητός καί καί μονογενής ἐνώπιον τῆς Μητρός μου» (δ΄3). Ἐδῶ δέ μιλᾶ ὁ Σολομών, γιατί δέν ἦταν μονογενής. Ἐδῶ μιλᾶ ὁ ἴδιος ὁ σαρκωθείς Θεός Λόγος, ὁ Χριστός, καί βεβαιώνει ὅτι εἶναι μονογενής τῆς μητέρας του. Τί παραπάνω θέλετε, αἱρετικοί;


Ἀκόμα καί ὁ Ἰεζεκιήλ βεβαιώνει τήν ἀειπαρθενία τῆς Θεοτόκου, ὅταν λέγει: « Ἡ πύλη αὕτη κεκλεισμένη ἔσται, οὐκ ἀνοιχθήσεται, καί οὐδείς οὐ μή διέλθει δι’ αὐτῆς, ὅτι Κύριος ὁ Θεός τοῦ Ἰσραήλ εἰσελεύσεται δι’ αὐτῆς καί ἔσται κεκλεισμένη». ( Ἰεζ. μδ΄ 1-2) Ἡ πύλη τήν Παρθένο Μαρία ἐσυμβόλιζε καί κανένας μά κανένας δέ θά περάσει δι’ αὐτῆς παρά μόνον ὁ Κύριος.


Ἄς μή βλασφημοῦν οἱ αἱρετικοί, γιατί γίνονται γελοῖοι. Πῶς θά μποροῦσε μιά γυναίκα πού γνώρισε καί ἔζησε τό θαῦμα ἀπό μικρή, ἀλλά καί εἶδε τά σημεῖα πού ἀκολούθησαν, νά σμίξει μέ ἄνδρα;



Β'


Ἡ ἑρμηνεία τῶν λέξεων «ἕως οὗ» δέν εἶναι αὐτή πού δίνουν οἱ αἱρετικοί, γιά νά στηρίξουν τήν πλάνη τους. Δηλαδή, θέλουν νά ὑποστηρίζουν ὅτι ὁ Ἰωσήφ δέν εἶχε ἐπαφή μέ τή Μαρία, μέχρι πού γέννησε τό γιό της τόν πρωτότοκο καί μετά εἶχε. Αὐτό εἶναι μεγάλη ἄγνοια τῶν Γραφῶν ἐκ μέρους τους.


Τό «ἕως οὗ», σημαίνει ἕως τότε καί μετά ταῦτα δέν ἔγινε αὐτό πού ἀναφέρεται.


«Οὐκ ἐγίνωσκεν αὐτήν ἕως οὗ ἔτεκεν τόν υἱόν αὐτῆς τόν πρωτότοκον» Τό «ἕως οὗ» στήν περίπτωση αὐτή δέν σημαίνει ὅτι μετά ταῦτα ἐγνώρισεν αὐτήν, ἀλλά θέλει νά πεῖ ὅτι μέχρι τότε καί μετά τήν πρώτη γέννηση δέν ἐγνώρισεν αὐτήν. Τό ὅτι αὐτή εἶναι ἡ σωστή ἔννοια τοῦ ἰδιοματισμοῦ αὐτοῦ, θά ἀποδειχτεῖ ἀπό τά παραδείγματα πού θά δοῦμε πιό κάτω.



α) Στή Γένεση διαβάζουμε τό ἑξῆς:« Καί ἀπέστειλε τόν κόρακα, καί ἐξελθών οὐκ ἐπέστρεψε ἕως τοῦ ξηρανθῆναι τό ὕδωρ ἐπί τῆς γῆς» Δηλαδή, ἔστειλε τόν κόρακα ὁ Νῶε καί βγῆκε ἀπό τήν Κιβωτό, ἀλλά δέ ἐπέστρεψε πίσω μέχρι πού ξηράνθηκαν τά νερά. Ἐρωτοῦμε λοιπόν ἀφοῦ δέν ἐπέστρεψε ὁ κόρακας μέχρι πού τά νερά ἐξηράνθησαν, μήπως ἐπέστρεψε μετά; Ἀσφαλῶς δέν ἐπέστρεψε γιατί βρῆκε πολλά πτώματα γιά νά τρέφεται. Βλέπομε ἐδῶ ὅτι τό ἕως ὅτου, μέχρι τότε, ἔχει τήν ἔννοια, ὅτι οὐδέποτε ἐπέστρεψε.


β) Στό Βιβλίο β΄ Βασιλ. ἤ Σαμουήλ, διαβάζομε τά ἀκόλουθα: « Καί τῇ Μελχόλ θυγάτηρ Σαούλ οὐκ ἐγένετο παιδίον ἕως τῆς ἡμέρας τοῦ ἀποθανεῖν αὐτήν» Ἐρωτοῦμε τούς αἱρετικούς, ἀφοῦ μέχρι τήν ἡμέρα πού ἀπέθανε ἡ Μελχόλ δέν ἐγέννησε παιδί, ἐγέννησε μετά τό θάνατό της; Κατά τήν ἑρμηνεία πού δίνουν οἱ χιλιαστές, πρέπει ἡ Μελχόλ νά γέννησε μετά τό θάνατό της, γελοῖα πράγματα. Καί ἐδῶ καί παντοῦ μέσα στή Γραφή, τό ἕως οὖ ἤ ἕως ὅτου, ἔχουν τήν ἔννοια τοῦ μέχρι τότε καί μετά ταῦτα.


γ) Ἀκόμα ἕνα χωρίο ἀπό τά πολλά πού ὑπάρχουν στήν Κ. Διαθήκη. « Ἰδού ἐγώ μεθ’ ἡμῶν εἰμί πάσας τάς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος» Μήπως θέλει νά πεῖ ὁ Κύριος ὅτι θά εἶναι μέ τούς δικούς Του μέχρι πού θά τελειώσει ὁ κόσμος καί μετά ὄχι; Ἀσφαλῶς θά εἶναι μέχρι τότε καί μετά τή συντέλεια τοῦ κόσμου μαζί μέ τούς δικαίους.


13. ΟΙ ΑΔΕΛΦΟΙ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ

Τό ρητό «ἑνός κακοῦ δοθέντος μύρια ἕπονται», ἔχει μεγάλην ἐφαρμογή στήν περίπτωση τῶν αἱρετικῶν. Ἀπό τή στιγμή πού πέφτει κάποιος σέ μιά αἱρεση, προχωρεῖ ἀπό πλάνη σέ πλάνη μέχρι πού ὅλα θά ἀνατραποῦν. Ἔτσι ἔφτασαν ἀπό τήν πλάνη τῆς ἀειπαρθενίας τῆς Παρθένου, στόν ὅρο Χριστοτόκος ἀντί Θεοτόκος, καί προχώρησαν καί στήν ὑπόθεση γιά τούς «ἀδελφούς» τοῦ Κυρίου.


Ὅμως ὅπως ἀναιρέσαμε τίς προηγούμενες πλάνες τους, ἔτσι καί θά ἀναιρέσομε καί τήν πλάνη τους αὐτή, ὅτι ἡ Παρθένος Μαρία ἐγέννησε καί ἄλλα παιδιά πού λέγονταν «ἀδελφοί τοῦ Κυρίου».


Ἡ πλάνη τους, σίγουρα, προέρχεται ἀπό τήν ἀδυναμία τους νά ἀντιληφθοῦν σωστά τά κείμενα τῆς Γραφῆς. Δέν μπόρεσαν νά καταλάβουν ὅτι ἀδελφοί στή γλῶσσα τῆς Γραφῆς δέ σημαίνει κατ’ ἀνάγκη νά προέρχονται ἀπό τούς ἴδιους γονεῖς, ἀλλά μπορεῖ νά εἶναι ἀνήψια, ἀκόμα καί ἀπό τό ἴδιο ἔθνος, ἤ τήν ἴδια θρησκεία. Ἄς δοῦμε τί λέει ἡ Γραφή.


α) Ὁ Ἀβραάμ ἀποκαλεῖ τόν Λώτ ἀδελφό, ἐνῶ ἦταν ἀνεψιός του. «Μή ἔστω μάχη ἀναμέσον ἐμοῦ καί σοῦ... ὅτι ἄνθρωποι ἀδελφοί ἐσμέν» Ἰδού λοιπόν ἀνήψια καί λέγονται ἀδελφοί.


β) « Καί οἱ ἀδελφοί αὐτοῦ υἱοί δυνατοί δισχίλιοι» Δέ νομίζω ὅτι μπορεῖ νά ἔχει κανείς δυό χιλιάδες ἀδελφούς. Σίγουρα πρόκειται περί ὁμογενῶν.


γ) Στήν Κ. Διαθήκη ὁ Ἰωάννης ὀνομάζει τήν Θεοτόκον ἀδελφήν τῆς Μαρίας τοῦ Κλωπᾶ, ἐνῶ σέ καμμιά περίπτωση, ἡ Παράδοση δέν ἀναφέρει νά ἔχει ἀδελφήν ἡ Παρθένος Μαρία: «Εἰστήκεισαν δέ παρά τῷ σταυρῷ τοῦ Ἰησοῦ ἡ μήτηρ αὐτοῦ καί ἡ άδελφή τῆς μητρός αὐτοῦ, Μαρία ἡ τοῦ Κλωπᾶ» Ἐδῶ ἀναφέρει τή λέξη ἀδελφή ἀντί τῆς λέξης συγγενής.


δ) Στό Εὐαγγέλιο τοῦ Ματθαίου διαβάζομε ὅτι ὁ Κύριος τήν ἡμέρα πού ἀναστήθηκε εἶπε στίς Μυροφόρες: «Ὑπάγετε, ἀπαγγείλατε τοῖς ἀδελφοῖς μου, ἵνα ἀπέλθωσιν εἰς τήν Γαλιλαίαν...». καί ἐδῶ ἐννοεῖ ὁ Κύριος τούς μαθητές Του.


Ἐξ’ ἄλλου, ἄν εἶχε ἡ Μαρία καί ἄλλα παιδιά δέ θά τήν παρελάμβαναν μετά τή σταύρωση τοῦ Ἰησοῦ τά παιδιά της καί θά τήν παρέδιδε ὁ υἱός της στόν Ἰωάννη; (Ἰωάν ιθ΄ 27). Εἶναι πλέον ἡλίου φαεινότερον ὅτι πλανῶνται οἱ αἱρετικοί καί δέν ἀξίζει τόν κόπο νά τούς λαμβάνει κάποιος σοβαρά. Εἶναι φανερή ἡ ἀδυναμία τους νά ἀντιληφθοῦν τό πνεῦμα τῶν Γραφῶν, ἴσως ἐπειδή εἶναι κατευθυνόμενοι καί μελετοῦν αὐτά πού τούς ὑποδεικνύουν οἱ δάσκαλοί τους.


Ἔμεῖς, πιστοί στήν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας, ἄς τιμοῦμε καί ἐγκωμιάζομε τήν Παρθένο καί Θεοτόκο Μαρία πού χάρις στήν ἁγνότητά της καί τή σωφροσύνη της ἔλκυσε τό Θεό Λόγο νά πάρει σάρκα ἀπό τά αἵματά της καί νά μᾶς ἐλευθερώσει ἀπό τή σκλαβιά τοῦ διαβόλου.


ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ

Ἀντί ἐπιλόγου μεταφέρομεν ἐδῶ τήν τελευταία παράγραφο ἀπό τό λόγο τοῦ Ν. Καβάσιλα, στή Γέννηση τῆς Παρθένου.


«...Μιά ἀκατάπαυστη λοιπόν ὑμνωδία προσφέρεται σ’ αὐτήν καί ἀπό τίς δυό κτίσεις. Μέ μιά φωνή ὅλες οἱ γλῶσσες ψάλλουν τά δικά της μεγαλεῖα καί εἶναι ἀσίγητοι ὑμνωδοί τῆς Μητέρας τοῦ Θεοῦ, ὅλοι οἱ ἄνθρωποι καί ὅλοι οἱ χοροί τῶν ἀγγέλων. Καταθέτουμε λοιπόν κι ἐμεῖς, ψάλλοντας, στήν κοινή εἰσφορά αὐτά πού μπορέσαμε, λιγότερα δυστυχῶς καί ἀπ’ αὐτά πού ὀφείλαμε καί ἔπρεπε νά εἰμαστε πρόθυμοι νά προσφέρομε.


Τόσα πολλά εἶναι αὐτά πού ὀφείλομε. Ἀλλά καί σ’ ἐσένα καί στή δική σου φιλανθρωπία ἀνήκει, πολυϋμνητη, νά μή σταθμίσεις τή χάρη πού θά δώσεις σέ τίποτε δικό μας, ἀλλά στή δική σου μεγαλοπρέπεια. Κι ὅπως ἐσύ ἐξαιρέθηκες ἀπό τό κοινό γένος κι ἔγινες δῶρο στό Θεό, ἐκόσμησες ἔπειτα ὅλους τούς ὑπόλοιπους ἀνθρώπους, ἔτσι καί σέ μᾶς, ἀντί γι’ αὐτούς ἐδῶ τούς λόγους πού σοῦ προσφέρομε, ἁγίασε τό θησαυροφυλάκιο τῶν λόγων, τήν καρδιά μας, κι ἀνάδειξε τή χώρα τῆς ψυχῆς ἄγονη γιά κάθε κακό μέ τή χάρη καί φιλανθρωπία τοῦ μονογενοῦς σου Υἱοῦ, τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ καί σωτήρα μας Ἰησοῦ Χριστοῦ , στόν ὁποῖον ἁρμόζει κάθε δόξα, τιμή καί προσκύνηση μαζί μέ τόν ἄναρχό του Πατέρα καί τό πανάγιο καί ἀγαθό καί ζωοποιό Πνεῦμα, τώρα καί πάντοτε καί στούς αἰῶνες. Ἀμήν.»